Περιηγηθείτε στο περιεχόμενο μερικών βιβλίων μας

Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2012

Οι ήρωες μάχονται σαν Έλληνες

 

Γράφει η Βαρβάρα Ντάβαρη
Με την περικεφαλαία του βγαλμένη, το κεφάλι του Λεωνίδα καλύπτεται μόνο από τα μακριά μαλλιά του. Το λεπτό δέρμα στο πρόσωπό του έχει χάσει το χρώμα του και καλύπτεται μόνο από ένα κοντό και μυτερό γένι.
Η σκόνη της μάχης είναι ακόμα στο σώμα του και στο πηγούνι του υπάρχουν μελανιές και σημάδια από αίμα. Κουλουριασμένα κομμάτια υφάσματος και κόκαλα προεξέχουν από τον κομμένο του λαιμό ενώ περιτριγυρίζεται από μύγες και σκαθάρια. Αν ο νεκρός Σπαρτιάτης βασιλιάς μπορούσε να δει, ίσως να κοίταζε προς την Αθήνα, που τώρα πια ήταν απροστάτευτη κι έτοιμη να κατακτηθεί από τους Πέρσες.
Πηγή τρομακτικο


Βρισκόμαστε στον Αύγουστο του 480 π.Χ. στις Θερμοπύλες λίγο μετά το τέλος μιας σπουδαίας και ιδιόμορφης μάχης. Για τρεις μέρες λίγοι παραπάνω από 6.000 Έλληνες με αιχμή του δόρατος 300 Σπαρτιάτες, έδωσαν ένα ισχυρό ράπισμα στις προθέσεις του Περσικού στρατού που υπερίσχυε αριθμητικά με αναλογία 20:1. Από την άλλη, περίπου 150.000 άνδρες από την Περσία ήταν πρόθυμοι να πεθάνουν στο όνομα του Ξέρξη, του Πέρση βασιλιά, που έμελλε να βρεθεί αντιμέτωπος με την πιο αποτελεσματική πολεμική μηχανή της ιστορίας-τους Σπαρτιάτες.

Η ανδρεία των Σπαρτιατών ήταν και παραμένει μνημειώδης για ερευνητές, ιστορικούς και μη. Η απόφασή τους να παραμείνουν στο πεδίο της μάχης και να πολεμήσουν έναν στρατό που μόνον αριθμητικά υπερείχε έμοιαζε με μια ιδιότυπη αποστολή αυτοκτονίας. Όμως, η αυτοκτονία ήταν εκτός της σπαρτιάτικης φιλοσοφίας. Για την στάση του Λεωνίδα την ώρα της μάχης έχουν δοθεί πολλές ερμηνείες. Κάποιοι ιστορικοί υποστηρίζουν ότι ο Λεωνίδας είχε πράγματι αποφασίσει να πεθάνει προκειμένου να εκπληρωθεί ο χρησμός που είχε πάρει από το Μαντείο των Δελφών και που ήθελε έναν Σπαρτιάτη βασιλιά να πεθαίνει για να σωθεί η Σπάρτη. Άλλοι θεωρούν ότι το έκανε για λόγους υστεροφημίας. Όπως και να’χει δεν μπορούμε να δούμε το Λεωνίδα μεμονωμένα, σαν μορφή, αλλά σε συνάρτηση με τη σπαρτιατική ζωή και εκπαίδευση. Τι είναι λοιπόν αυτό που έκανε το Λεωνίδα και τους Σπαρτιάτες τόσο ξεχωριστούς ως πολεμιστές;

Οι ιστορικοί μας λένε ότι πρέπει να δούμε στο βάθος της Ιστορίας, κυρίως την εκπαίδευση που λάμβαναν οι Σπαρτιάτες από την ηλικία ακόμη των επτά ετών και μέχρι την ενηλικίωσή τους. Πιο χαρακτηριστική για να εκφράσει τη στάση των Σπαρτιατών απέναντι στον πόλεμο είναι η φράση που έλεγε η Σπαρτιάτισσα μητέρα στο γιο της που πήγαινε στον πόλεμο, «ή ταν ή επί τας». Η μητέρα αποχαιρετούσε το γιο της θυμίζοντας του πως το καθήκον του ήταν να πολεμήσει με θάρρος για την πατρίδα του, τιμώντας τα όπλα του και αν χρειαστεί να πεθάνει γι` αυτήν. Αυτή η φράση κρύβει τη νοοτροπία ενός λαού που πέρασε στην Ιστορία ως παράδειγμα της λιτής και γεμάτης αξιοπρέπεια και αυτοθυσία ζωής και ο Λεωνίδας ως βασιλιάς ενός τέτοιου λαού θα έπρεπε να δώσει πρώτος το παράδειγμα. Για το Λεωνίδα, όπως και για όλους τους Σπαρτιάτες, η μεγαλύτερη αρετή ήταν η πρόθυμη θυσία στο καθήκον της άμυνας και της σωτηρίας της πατρίδας τους. Η στάση του μπροστά στη μάχη και στο θάνατο ήταν ανάλογη με την εκπαίδευση και τη νοοτροπία του λαού του.

Στα σαράντα χρόνια που διαρκούσε η υπηρεσία των Σπαρτιατών δεν ήταν υποχρεωμένοι να δουλεύουν, αλλά να ετοιμάζονται καθημερινά για τον πόλεμο. Από επτά ετών εντάσσονταν σε ομάδες, όπου λάμβαναν την ανάλογη εκπαίδευση και από την ηλικία των είκοσι ετών ξεκινούσαν την πορεία τους στο συσσίτιο. Μέχρι τα τριάντα τους ζούσαν σε οικήματα που ονομάζονταν ανδρεία και μόνο μετά τα τριάντα μπορούσαν να μένουν σπίτι τους και αυτό μόνο ο βράδυ. Στην καθημερινή ζωή ο βασιλιάς εν απολάμβανε ειδικές τιμές και φροντίδες αλλά μονάχα το σεβασμό και την εκτίμηση των συντρόφων του. Ακόμη και στο πεδίο της μάχης διαβίωνε χωρίς πολυτέλειες και προφυλάξεις ενώ στην ώρα της μάχης κανείς δεν βρισκόταν μπροστά του.

Μια ιδιότυπη συνήθεια πριν τη μάχη ήταν να γυαλίζουν τα όπλα τους, να περιποιούνται το σώμα τους και να χτενίζουν τα μαλλιά τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο έδειχναν αποφασισμένοι και έτοιμοι για τη μάχη, πιστεύοντας ότι ακόμη και μπροστά στο θάνατο θα πρέπει να παρουσιαστούν καθαροί και όμορφοι. Λίγο πριν τη σύγκρουση θυσίαζαν και με τη συνοδεία παιάνων ξεκινούσαν τη μάχη. Η περίοδος που πενθούσαν τους νεκρούς διαρκούσε έντεκα ημέρες, ενώ τη δωδέκατη έθεταν τέλος στο πένθος. Τους πολεμιστές τους έθαβαν τυλιγμένους σε κόκκινους μανδύες χωρίς κανένα πολύτιμο αντικείμενο, δείχνοντας ότι το μεγαλύτερο απόκτημά τους ήταν η συμμετοχή τους στο Σπαρτιατικό στρατό. Ο Λεωνίδας γαλουχήθηκε μέσα σε αυτό το σύστημα όπου ο ατομικισμός χάνεται μπροστά στην ομάδα και το μέρος είναι αναγκαίο και ικανό μόνο όταν υπάρχει για να βοηθήσει το όλο.

Όταν ο Λεωνίδας ρωτήθηκε γιατί οι ανδρείοι προτιμούν τον ένδοξο θάνατο από την άδοξη ζωή, αυτός απάντησε «διότι αυτή τη θεωρούν χαρακτηριστικό της αλόγου φύσεως, εκείνον όμως (τον θάνατο) ως χαρακτηριστικό του έλλογου όντος». Για τους πολεμιστές της μάχης των Θερμοπυλών έχει γραφτεί μια επιτύμβια πλάκα από τον Σιμωνίδη, που αναφέρει : «Ώ ξειν’, αγγέλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι» και αυτό δίνει μεγαλύτερη αξία στις λέξεις «...τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», αν θεωρήσουμε ότι ο Λεωνίδας γνώριζε ότι βοήθεια δε θα έρθει από τη Σπάρτη. Στο νεώτερο μνημείο που υπάρχει σήμερα στις Θερμοπύλες προς τιμή του Λεωνίδα, όπου βρίσκεται και το άγαλμά του, είναι χαραγμένη και η απάντησή του στην απαίτηση του Ξέρξη «Μολών Λαβέ».

*φράση του Ουίνστον Τσώρτσιλ