Περιηγηθείτε στο περιεχόμενο μερικών βιβλίων μας

Τετάρτη 3 Οκτωβρίου 2012

Ὁμιλία τοῦ μακαριστοῦ ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν Χριστοδούλου, στὰ ἀποκαλυπτήρια ψηφιδωτοῦ του Ἁγ. Διονυσίου τοῦ Ἀρεοπαγίτου



Ἀξιότιμε κύριε Δήμαρχε,
Ἀξιότιμοι κύριοι,
Ἀποτελεῖ ἰδιαίτερο γεγονὸς γιὰ ὅλους τοὺς Ἀθηναίους, ἀλλὰ καὶ γιὰ ὅλους τοὺς χριστιανοὺς τοῦ κόσμου ἡ ἀποκάλυψη τοῦ ψηφιδωτοῦ του Ἁγίου Διονυσίου.
Καθὼς εἶναι γνωστό, ὁ ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἀρεοπαγίτης, ὑπῆρξεν ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους Ἀθηναίους ποὺ ἐπίστευσαν στὸν Κύριο, ἀμέσως μόλις ἄκουσαν τὴν ὁμιλία τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Δὲν ἔχουμε πολλὲς μαρτυρίες γιὰ τὸν ἄνδρα. Τὸ ὄνομά του παραπέμπει ἀμέσως στὸν ἀρχαῖο θεὸ Διόνυσο. Γιὰ νὰ εἶναι τὴν περίοδο ἐκείνη Ἀρεοπαγίτης ὁ Διονύσιος, θὰ πρέπει νὰ ἀνῆκε σὲ διακεκριμένη ἀθηναϊκὴ οἰκογένεια. Αὐτὰ τὰ δύο στοιχεῖα μᾶς βεβαιώνουν ὅτι δὲν ἀνῆκε στὴ μικρὴ ἑβραϊκὴ κοινότητα τῆς ἐποχῆς, ἀλλὰ ἦταν ὁπωσδήποτε εὐπατρίδης Ἀθηναῖος.
Θεωρεῖται ὁ πρῶτος Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως, καὶ στὴ συνείδηση τοῦ πιστοῦ λαοῦ ἀναγνωρίσθηκε γρήγορα ὡς πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν, ὡς προστάτης δηλαδὴ τῆς πόλεως. Ἡ ἐπιλογὴ δὲν εἶναι τυχαία: ὁ ἅγιος Διονύσιος ἐθεωρεῖτο κάτοχος μεγάλης σοφίας, καὶ γι᾿ αὐτὸ κρίθηκε ὁ καταλληλότερος ἀντικαταστάτης τῆς Ἀθηνᾶς Παλλάδος.

Ὑπῆρχε, ὅμως, ἕνας ἀκόμη λόγος νὰ ἀναγνωρισθεῖ ὡς πολιοῦχος τῶν Ἀθηνῶν: σὲ μίαν ἐποχὴ ὅπου οὔτε οἱ θεσμοὶ οὔτε ἄνθρωποι ἔμεναν ἀνεπηρέαστοι ἀπὸ τὶς πιέσεις τῆς ἐξουσίας καὶ τοῦ χρήματος, ὁ Διονύσιος ἦταν στὴ συνείδηση τῶν Ἀθηναίων δικαστὴς ἀνεπίληπτου ἤθους, δικαστὴς ποὺ τὴ συνείδησή του δὲν τὴν ἔκαμπτε καμμία δύναμις. Αὐτή του τὴν καθαρότητα καὶ τὴ σοφία του τιμώντας ὁ λαός, τὸν ἀνεγνώρισε ὡς τὴ χριστιανικὴ ἀπάντηση στὴν Ἀθηνᾶ.
Ἦταν τόση ἡ φήμη τῆς σοφίας του, ὥστε σὲ αὐτὸν ἀπέδωσε τὸ ἔργο του ὁ ἀνώνυμος συγγραφέας τοῦ 3ου αἰ., ποὺ ἡ ἐπιστήμη σήμερα ὀνομάζει «Ψευδο-Διονύσιο». Ὁ πιστὸς λαὸς θεώρησε εὔλογο νὰ εἶναι ἔργα τοῦ Διονυσίου Ἀθηνῶν τὰ ἑξαιρετικῶς βαθυστόχαστα αὐτὰ κείμενα, τὰ γνωστά μας ὡς «Ἀρεοπαγιτικὰ συγγράμματα». Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τὰ ἀποδίδει στὸν ἅγιο Διονύσιο, ὅπως ἐπιβεβαιώνει τὸ Δοξαστικὸ ποὺ ψάλλεται στὸν ἑσπερινό της ἑορτῆς του: «Οὗτος γὰρ διαπτύσας τῶν Στωϊκῶν φιλοσόφων [...] τῶν ἀποῤῥήτων μυστηρίων γνώστης ἐγένετο».
Μποροῦμε λοιπὸν νὰ ποῦμε ὅτι στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου, τιμοῦμε τὰ δύο πρόσωπα, τοῦ Ἀθηναίου εὐπατρίδη καὶ Ἐπισκόπου, ἀλλὰ καὶ τοῦ μεγάλου μύστη τῶν δογμάτων.
Τὰ συγγράμματα τὰ ἀποδιδόμενα στὸν ἅγιο Διονύσιο, ἀποτελοῦν θεμελιώδη κείμενα τῆς μυστικῆς θεολογίας τοῦ χριστιανισμοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ γνώρισαν ἐξαιρετικὴ διάδοση στὸν δυτικὸ κόσμο. Ἡ πρώτη μετάφραση τῶν ἔργων αὐτῶν στὰ λατινικὰ ἔγινε ἤδη τὸν 8ο αἰ. Τὸν 9ο αἰ., ὁ αὐτοκράτωρ τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μιχαὴλ ὁ Β´, δώρισε στὸν Γάλλο βασιλέα Λουδοβίκο τὸν Εὐσεβῆ ἕνα ἀντίγραφο τοῦ πρωτοτύπου. Σύντομα, τὰ ἔργα αὐτὰ διαδόθηκαν παντοῦ, καὶ θεωρήθηκαν θεόπνευστα ὄχι μόνον ἀπὸ Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ Καθολικοὺς καὶ Προτεστάντες.
Ἡ πελώρια ἐπίδραση τῶν κειμένων αὐτῶν σὲ Ἀνατολὴ καὶ Δύση, μοῦ ἔδωσε τὸ δικαίωμα νὰ ἰσχυριστῶ στὴν ἀρχὴ τῆς ὁμιλίας μου ὅτι τὸ περικαλλὲς ψηφιδωτὸ ποὺ φιλοτέχνησε ὁ διακεκριμμένος εἰκονογράφος κ. Τσοτσώνης, ἀπευθύνεται ὄχι μόνο στοὺς Ἀθηναίους, ὄχι μόνο στοὺς Ὀρθοδόξους, ἀλλὰ στὴ χριστιανοσύνη ὁλόκληρη. Καὶ εἶναι πρὸς τιμὴν τοῦ Δημάρχου κ. Ἀβραμοπούλου ὅτι κόσμησε τὴν Ἀθήνα μὲ ὑπέροχο μνημεῖο τοῦ πολιούχου της, ἐντοιχίζοντας τὸ ἐδῶ, στὴν καρδιὰ τῆς πόλης, στὸ Δημαρχεῖο.
Εὔχομαι σεῖς, ἡ σημερινὴ ἡγεσία τῆς δικαιοσύνης στὴν πατρίδα μας, ἀλλὰ καὶ ὅλοι οἱ δικαστές, νὰ ἔχετε τὴν εὐλογία τοῦ ἁγίου.
Εὔχομαι ἐπίσης, ὁ Δήμαρχος, ὁ ψηφιδογράφος, καὶ ὁ λαὸς τῶν Ἀθηνῶν νὰ ἔχουμε τὴν εὐλογία τοῦ πολιούχου τῶν Ἀθηνῶν, νὰ τὸν ἔχουμε παράδειγμά μας, καὶ νὰ εἴμαστε ἄξιοι νὰ διαβάζουμε φωτιζόμενοι τὰ μυστικὰ συγγράμματα.