Περιηγηθείτε στο περιεχόμενο μερικών βιβλίων μας

Τρίτη 19 Μαρτίου 2013

Απάντηση στην επιστολή των εκπαιδευτικών του ΠΑΜΕ για το 1821


Συνάδελφοι,
            Σε ένα πρόχειρο κείμενο με νοηματικά ακροβατικά παραθέτετε τις θέσεις του ιδεολογικού σας χώρου. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Γίνεται όμως αντικείμενο κριτικής, όταν πρόκειται για την κομματική ανάγνωση της ιστορίας του 1821, την οποία ευαγγελίζεστε προς τους μαθητές ως τη μόνη γνήσια και ανόθευτη αλήθεια. Βασική παράμετρος της μελέτης της ιστορίας είναι η καταφυγή στις πηγές. Ψιλά γράμματα για την κομματικοποιημένη αφήγηση.
Πηγή : Προσκυνητής.
Βέβαια, εύγλωττος είναι ο τίτλος της επιστολής σας και εδώ είναι η πρώτη μου διαφωνία. Ο εκπαιδευτικός είναι του σχολείου και των μαθητών του. Ούτε του ΠΑΜΕ, ούτε της ΔΑΚΕ, ούτε της ΠΑΣΚ και πάει λέγοντας. Αρκετά έχουμε χορτάσει από στρατευμένη διανόηση και ιδεολογικοποιημένη ιστορία. Από την άλλη πλευρά βέβαια, η ειλικρίνεια του τίτλου προϊδεάζει τον αναγνώστη για το τι θα συναντήσει. Και δεν πέφτει έξω.
Για άλλη μια φορά, φαίνεται ότι σας πειράζει η θέση της Εκκλησίας στο υπόδουλο γένος και ο ρόλος της στον ξεσηκωμό. Βέβαια, όταν μιλώ για Εκκλησία συγκατανεύω στο δικό σας ατόπημα να θεωρείτε ως Εκκλησία μόνο την υψηλόβαθμη διοίκηση και όχι το λαό μαζί με τον παπά του. Ας είναι…. Πάντως, ο λόγος ότι πήραν όλοι μαζί τα όπλα «για του Χριστού την πίστη την αγία και της πατρίδας την ελευθερία» δεν αποτελούσε ευφυολόγημα της εποχής.
Θα διατυπώσω ως απάντηση τα κάτωθι:
α) Κανείς ποτέ δεν πρόβαλε όλους τους τότε ιεράρχες ως ένθερμους υποστηρικτές του Αγώνα από την αρχή του. Θα μπορούσαν όμως και να είναι; Η δεύτερη σκέψη, ο δισταγμός για το εγχείρημα, οι εκ των πραγμάτων διπλωματικές κινήσεις είναι εφάμιλλα της προδοσίας; Βέβαια, εμείς κρίνουμε εκ του αποτελέσματος και από την ασφάλεια του γραφείου μας. Αυτοί ήταν πριν από τα γεγονότα και έβλεπαν και το γυμνό σπαθί του Τούρκου κατακτητή. Πάντως, η δαιμονοποίηση όλης της Εκκλησίας που επιχειρείτε, ξεπερνάει κάθε προκατειλημμένη ανάγνωση της ιστορίας. Μόνο τον Παπαφλέσσα αναφέρετε, καθώς προφανώς ο αντάρτης παπάς με τα φυσεκλίκια στον ώμο είναι το μοναδικό πρότυπο που αποδέχεστε.
β) Είναι πασίγνωστο ότι η Επανάσταση στα διάφορα μέρη της υπόδουλης πατρίδας κηρύχθηκε σε ποικίλες ημερομηνίες, πριν και μετά την 25η Μαρτίου. Δεν μπορούσε να γίνει κι αλλιώς. Για λόγους σημειολογίας και προφανούς συμβολισμού προτάθηκε από τους οπλαρχηγούς η 25η Μαρτίου ως κοινή ημερομηνία του κοινού αγώνα. Η πρόταση αυτή έγινε αργότερα αποδεκτή από τους Βαυαρούς. Δεν ήταν μεταγενέστερη έμπνευση των Βαυαρών για να ντύσουν την επανάσταση με θρησκευτικό μανδύα αργότερα, όπως εσφαλμένα γράφετε στην επιστολή σας.
γ) Ο Ρήγας Φεραίος, τον οποίο επικαλείστε στην επιστολή σας, όντως επεδίωκε το ξεσήκωμα όλων των Βαλκανικών λαών, χωρίς να τον εμποδίζει η διαφορά γλώσσας και κουλτούρας. Υπήρχε όμως μια βασική ενωτική παράμετρος: η κοινή θρησκεία του Χριστιανισμού εναντίον των μουσουλμάνων κατακτητών. Απορίας άξιον που το παραβλέπετε. Και ανέντιμο που αμέσως μετά το όνομα του Ρήγα, γράφετε με έντονα γράμματα ότι «η επανάσταση του 1821 δεν ήταν θρησκευτικός πόλεμος, ξεσηκωμός των Χριστιανών κατά των Μωαμεθανών».
δ) Κράτησα το καλύτερο για το τέλος: την πλήρη αυτοαναίρεσή σας. Ενώ πασχίζετε στο κείμενο να μας πείσετε για τον ταξικό χαρακτήρα της Επανάστασης, για τον μόνιμα αρνητικό ρόλο της Εκκλησίας, για την ανύπαρκτη αξία του να είναι οι κατακτημένοι Χριστιανοί και οι κατακτητές Μουσουλμάνοι (εκτός από αλλοεθνείς), σκεφτήκατε να διανθίσετε το κείμενό σας (στην επίσημη ιστοσελίδα σας) με έναν πίνακα. Αυτόν χρησιμοποιώ κι εγώ στο ιστολόγιό μου. Παρουσιάζει έναν αγωνιστή να κρατάει ένα γυμνό σπαθί με το ένα χέρι. Στο πλάι του αναγράφεται η πασίγνωστη φράση από το Θούριο του Ρήγα: «καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή». Με το άλλο χέρι, ο δύσμοιρος κρατάει μια μεγάλη λευκή σημαία με ένα μπλε σταυρό. Άκουσον, άκουσον…. Σταυρό; Πώς και δεν σκεφτήκατε τη λύση του photoshop;
Πράγματι, εδώ θα συμφωνήσουμε. Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή….
Έρρωσθε!!

Παναγιώτης Ασημακόπουλος
Δρ. Θεολογίας – Καθηγητής