Περιηγηθείτε στο περιεχόμενο μερικών βιβλίων μας

Σάββατο 17 Ιουνίου 2017

Σχόλιο για τις κοινωνίες της βίας

βια
Αναρωτιέμαι για πόσο καιρό θα είμαστε έκπληκτοι μπροστά στα γεγονότα βίας που συμβαίνουν καθημερινά στις πόλεις του κόσμου. Αναρωτιέμαι αν ηθελημένα αρνούμαστε να δούμε την πραγματικότητα, να καταλάβουμε ότι τα βήματα της Ιστορίας διαπερνούν την κρούστα ησυχίας με την οποία προσπαθούμε να περιβάλλουμε την καθημερινότητά μας.
  Δυστυχώς (η καθημερινότητά μας) έχει μολυνθεί από το μίσος και τη βία εδώ και χρόνια. Είναι λάθος μας να πιστέψουμε ότι αυτά που συμβαίνουν στην εποχή των χρόνων της κρίσης είναι πρωτόγνωρα. Αν ανατρέξουμε στις σελίδες της ιστορίας θα δούμε πάρα πολλά. Να θυμίσω την βία που άσκησε η ελληνική κοινωνία μιας άλλης κρίσης, της κρίσης του μεσοπολέμου, στους Μικρασιάτες και Αρμένιους πρόσφυγες. «Πρόσφιγγες» τους ονόμασε σε οκτάστηλο μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδα της εποχής. Ο πόνος τους απεικονίστηκε με έντονα χρώματα στη λογοτεχνία της γενιάς του ’30. Να θυμίσω ακόμα την νύκτα των κρυστάλλων στην Γερμανία ή το κάψιμο των βιβλίων του Σμέμαν ή του Λόσσκυ και τόσων άλλων στις πλατείες της μετασοβιετικής Ρωσίας. 
Πηγή : Φανερωμένη Χολαργού


Η μέχρι τώρα εμπειρία μας δείχνει ότι  δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε ξεχωριστά μεταξύ τους τα γεγονότα βίας στο Λονδίνο ή στο  Παρίσι ή στο Μάντσεστερ ή στην Αθήνα. Δείχνουν όλα προς μια κατεύθυνση την οποία είναι αναγκαίο να καταλάβουμε. Ολοένα και περισσότερο η αξία της ανθρώπινης ζωής υποβαθμίζεται. Γίνεται εργαλείο πίεσης ή διαπραγμάτευσης, γεγονός που σημαίνει την ουσιαστική κρίση αν όχι αποδόμηση του πολιτισμού. Φανερώνει ακόμα μια πλευρά της κρίσης. Την αδιαφορία και την απουσία μνήμης.
  Η θέα του νεκρού παιδιού στην ακτή μας συγκλόνισε, αλλά γρήγορα ξεχάσαμε. Ο θάνατος δεκάδων ανθρώπων στο Παρίσι μας συγκλόνισε αλλά γρήγορα μας μέθυσε η καθημερινότητα. Το ίδιο και στο Μάντσεστερ, μας συγκλονίζουν οι εικόνες της καταστροφής αλλά παραμένουμε τραγικά ίδιοι. Την περασμένη εβδομάδα στην Αθήνα απειλήθηκε η ζωή ενός ακόμα ανθρώπου. Η βία της δολοφονικής επίθεσης εναντίον του πρώην Πρωθυπουργού όμως είναι εμφανής όσο η κορυφή του παγόβουνου διότι δεν βλέπουμε ή κάνουμε ότι δεν βλέπουμε την ίδια απειλή σε βάρος ανθρώπων εντός της οικογένειας τους με την μορφή της ενδοοικογενειακής βίας, εντός του σχολείου με την μορφή της ενδοσχολικής βίας ή στο γήπεδο ανάμεσα σε οπαδούς αθλητικών ομάδων. 
   Κάνουμε ότι δεν βλέπουμε τη βία στο διαδίκτυο, την ανησυχητικά αυξανόμενη ρητορική του μίσους στα κοινωνικά δίκτυα. Το πρόβλημα αυτό είναι τόσο μεγάλο που η διεθνής κοινότητα οργανώνει εκστρατείες ενημέρωσης για την αντιμετώπισή του. Αφιερώθηκε μάλιστα, το 2016, η διεθνής ημέρα ασφαλούς διαδικτύου στην αντιμετώπιση του φαινομένου. Δεν αρκεί όμως.
     Η μέχρι τώρα προσπάθεια αντιμετώπισης της βίας θυμίζει την αντιμετώπιση της ανόδου των φασισμών  από τα δυτικά κράτη της προπολεμικής Ευρώπης. Εθελοτυφλεί. Υποτιμά  τον πόνο και την δυσαρέσκεια που προκαλεί η κρίση, αγνοεί την δυναμική της εκδίκησης η οποία έχει απλώσει τον ιστό της στις ευρωπαϊκές κοινωνίες και απαντά στην υποτίμηση της ανθρώπινης ζωής με την υπερηφάνεια ενός παρελθόντος που γνωρίζουμε αποσπασματικά. Ακόμα χειρότερα υιοθετείται η λογική της πολιτικής ορθότητας κυρίως στην γλώσσα για να κατορθώσουμε να είμαστε τουλάχιστον ανεκτικοί ο ένας απέναντι στον άλλον. Αγνοούμε και πάλι την τραγική αλήθεια της συμβολής πολιτικής ορθότητας στην βία. Μερικά παραδείγματα: Συνέβη στην Γερμανία του Χίτλερ η προπαγάνδα αναβάπτισε τις ενέργειές της με άλλες λέξεις ώστε οι Γερμανοί και όχι μόνο να χάσουν την επαφή με την πραγματικότητα και να μην βλέπουν πια ότι ήταν ανυπόφορο. Στην φράση  «τελική λύση» των ναζιστών κρύφτηκε η εκτόπιση ο θάνατος εκατομμυρίων ανθρώπων. Στην μεταπολεμική Γαλλία στην έκφραση «αλγερινό ζήτημα» ή τα γεγονότα της Αλγερίας»  έκρυψαν τα βασανιστήρια και τον πόλεμο των Γάλλων σε βάρος των Αλγερινών, όπως και ο συνωστισμός στο Quai της Σμύρνης κρύβει την σφαγή των Ελλήνων και των Αρμενίων από τους Τούρκους.
  Είναι σαφέστατο όμως ότι όσο και αν  είμαστε ευγενικοί με το σκοτάδι αυτό παραμένει σκοτάδι.
   Πως όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί; Είναι σαφές ότι όσες μέθοδοι χρησιμοποιήθηκαν παρόμοιου τύπου δεν βοήθησαν όσο νόμιζαν οι εισηγητές τους.      Στις ημέρες μας πολλοί έχουν αρχίσει να αντιλαμβάνονται ότι λύσεις στο πρόβλημα της βίας δεν μπορούν να προκύψουν μόνο με την συμβολή των πολιτικών ή των οικονομικών θεωριών οι οποίες φαίνεται ότι διαστρεβλώνουν όταν δεν αγνοούν την ιστορία και κυρίως την ανυπέρβλητη αξία του ανθρώπου. Διαπιστώνεται επίσης  το κενό, το έλλειμμα ήθους των θεωριών. Με άλλα λόγια καταλαβαίνουμε ότι ο άνθρωπος δεν είναι το εργαλείο της επιτυχίας τους. Αλλά το μέτρο της αλήθειάς τους είναι ο άνθρωπος. Το τονίζουμε χωρίς το βάρος του ήθους οποιαδήποτε θεωρία παραμένει στο επίπεδο του εργαλείου που συντηρεί ίσως αλλά δεν αλλάζει ή μεταμορφώνει τις  κοινωνίες. Η μεταμόρφωση είναι η διέξοδος που αναζητείται έντονα. Η αλλαγή του κέντρου από τα μοντέλα ευτυχίας ή ευημερίας, των πάντοτε λίγων, στην αξία της ανθρώπινης ζωής. Στην μετατόπιση του κέντρου βάρους από την δύναμη στην κοινωνία. Ακόμα και η έμφαση στην οποιαδήποτε μορφής αλληλεγγύη σήμερα δεν αρκεί. Οι οπαδοί της πολιτικής ορθότητας όπου και αν τους συναντήσουμε μπορούν στην αλληλεγγύη ή στην έννοια της φιλανθρωπίας να κρύψουν ακόμα μια φορά τον τρόμο μιας εξευγενισμένης ανισότητας, μιας ωραιοποιημένης αδικίας όπως αυτή καταγράφτηκε στη Λευκή βίβλο του Μάαστριχτ. Σε αυτή για όσους δεν θυμούνται καταγράφτηκε για πρώτη φορά σε επίσημο έγγραφο της Ευρωπαϊκής  Ένωσης η αναγκαιότητα της θυσίας του 1/3 των κοινωνιών για χάρη της ευημερίας των 2/3 ή η μετατροπή του εργαζομένου σε απασχολήσιμο. Όμως δεν πρόκειται για ένα ανώδυνο κλάσμα, αλλά για εκατομμύρια ανθρώπους.
   Μπορούν να συμβάλλουν οι χριστιανοί με το ήθος και την μαρτυρία τους σε αυτή την σύγχρονη καμπή της ιστορίας;  Το ερώτημα είναι σπουδαίο διότι έχει δειχθεί ότι το κακό δεν υπηρετείται από κακούς, σαδιστές δήμιους, ή διεστραμμένους ανθρώπους, αλλά, από καθημερινούς «τρομακτικά» φυσιολογικούς οι οποίοι θεωρούν ότι με τις πράξεις τους υπηρετούν είτε την πατρίδα τους, είτε την πολιτική σταθερότητα, είτε την κοινωνική ειρήνη! 
  Η Θεολογία της Εκκλησίας μας θυμίζει:
 1. Η βία δεν μπορεί να νικηθεί με την βία. Η βίαιη αντίσταση στην βία επιβάλλει στην πραγματικότητα την λογική του θύτη στο θύμα. Τον μετατρέπει σε θύτη.  Δεν αρκεί η καταφυγή στην μη-βία.
    Είναι πολύ σημαντικό να αντιληφθούμε ότι ο Χριστός υπερβαίνει την μη-βία. Αποτελεί σημαντική διαφορά διότι η μη-βια  θα μπορούσε να ταυτιστεί ακόμα και με την ουδετερότητα ή με μια μορφή παθητικής αντιμετώπισης της βίας. Αντιθέτως ο στην επί του όρους ομιλία ο Χριστός καταδικάζει ακόμα και την οργή.  Πάλι η Ιστορία έχει δείξει πως πολύ εύκολα η οργή των δούλων μπορεί να τους μετρέψει σε δυνάστες και να οικοδομήσουν χωρίς κανένα όριο Γκουλάγκ.
   Στους Μακαρισμούς δεν αποκηρύσσει μόνο την βία αλλά προτρέπει τους μαθητές Του να αλλάξουν τους όρους της αντιπαράθεσης με την Αγάπη. Αυτή όμως η λογική μπορεί να αποκαλύψει στα μάτια όλων την δυναμική της βίας, τις απάνθρωπες και τις καταστρεπτικές συνέπειές της .
 2. Η βία δεν ανήκει στην ανθρώπινη φύση. Είναι ασθένεια που εμφανίζεται εξαιτίας της έκπτωσης του ανθρώπου από τη σχέση με το Θεό. Η ουσιαστική συμβολή των χριστιανών δεν έγκειται τόσο στην θεωρητική λύση του προβλήματος, όσο στην ουσιαστική αντιμετώπισή του με την ίδια τους τη ζωή. Οι χριστιανοί σε όλο το μήκος της εκκλησιαστικής ιστορίας δεν σχηματοποιούν την πίστη τους σε αρχές και αξιώματα. Την ευ-αγγελίζονται! Την διακηρύσσουν ζώντας τη μέσα στις κοινότητές τους μεταμορφώνοντας τη βία των κοινωνιών της εποχής τους σε ιστορία της σωτηρίας. Η αδικία όπως υποδεικνύει ο Απ.Παύλος στην προς Φιλήμονα Επιστολή ανατρέπεται από την αγάπη. Ο αδικημένος Φιλήμονας από τον Ονήσιμο, τον υποδέχεται ως αδελφό, διότι ο τελευταίος αλλάζοντας τον τρόπο της ζωής του μετανοεί και ζητά συγχώρηση από εκείνο που τον αδίκησε με την παρέμβαση του κοινού στους δυο πατέρα, του Απ.Παύλου. Το Ευαγγέλιο μας θυμίζει ότι το νόημα της ύπαρξής μας ριζώνει στη σχέση του Θεού που αγαπά ως θανάτου τον άνθρωπο με τον άνθρωπο.
      Η πραγματική ελπίδα της σχέσης αυτής θρυμματίζει το κενό και τις παρενέργειές του στην καθημερινότητα.
3.  Αναρωτιέμαι τι πρέπει να φοβηθούμε περισσότερο την βία και τα αποτέλεσματά της στον κοινωνικό χώρο ή την αδιαφορία; Η αδιαφορία είναι χειρότερη από την οργή διότι κρύβει στις φλέβες της την απελπισία. Ο άνθρωπος χωρίς νόημα. Πάλι εδώ η βεβαιομένη ελπίδα  της Ανάστασης του Χριστού δείχνει ένα καινούργιο δρόμο ζωής. Μια άλλη όψη της ζωής που φανερώνει το Θεό ως σύντροφο και μανικό εραστή του ανθρώπου και τον άνθρωπο πολύτιμο γιατί εντός σιγοκαίει η φλόγα της αγάπης του για τον Θεό και φυσικά για κάθε άνθρωπο. Γίνεται επομένως  σαφές ότι φαινόμενα όπως η βία δεν αντιμετωπίζονται από ένα εκκοσμικευμένο αστικό χριστιανισμό ο οποίος παρουσιάζει ένα ακίνδυνο για κάθε κοινωνικό κατεστημένο «Χριστό» που έχει αντικαταστήσει τον Κύριο της ιστορίας, τον ζωντανό Αναστάντα Χριστό που υπέστη την βια των εξουσιαστών της εποχής του επειδή δίδασκε την διαρκή σχέση Θεού και ανθρώπου η οποία γινόταν δρόμος αλλαγής των κοινωνιών.
      Καταλήγοντας τονίζουμε ότι για άλλη μια φορά στην ιστορία της Εκκλησίας ακούγεται το διαβάς βοήθησον ημίν». Για άλλη μια φορά καλούμαστε οι Χριστιανοί, στις κοινωνίες της βίας, της αδικίας και του κενού που ζούμε, να μην αφομοιωθούμε από την οργή, αλλά να μαρτυρήσουμε με τον τρόπο ζωής και σχέσεων που δημιουργούμε την διαφορετική κοινωνία αγάπης και σεβασμού. Να μαρτυρήσουμε στην καθημερινότητα μας τη διαφορά που γεννά η Ανάσταση του Χριστού. Έχουμε το θάρρος και την πίστη του Ιωσήφ της Π.Διαθήκης να υποστηρίζουμε ότι «εσείς προσπαθήσατε να μου κάνετε κακό, αλλά ο Θεός μετέτρεψε το κακό σε καλό;»

π. Αντώνιος Καλιγέρης