Περιηγηθείτε στο περιεχόμενο μερικών βιβλίων μας

Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

Η φωτογραφία του παππού





Ευτυχώς που είχε πολύ χώρο ο μεγάλος ξύλινος μπουφές και λειτουργούσε σαν φωτογραφικό ημερολόγιο. Γάμοι των παιδιών, βαφτίσεις των εγγονών, πτυχία, αρραβωνιάσματα, δισέγγονα αργότερα, όλα τα γεγονότα κορνιζάρονταν κι έπαιρναν τη θέση τους το ένα δίπλα απ’ το άλλο. Κι όταν κάποια χρονιά έβαλε η γιαγιά η Χρυσανθή και τον σύντροφο της ζωής της ανάμεσα στις άλλες φωτογραφίες του μπουφέ, έβαλε και μια μεγάλη στον τοίχο, δίπλα απ’ την εικόνα του Χριστού γιατί «εκεί είναι τώρα», μας είπε.
Πηγή : Χ.Φ.Δ




Κάθε φορά που καθόταν να φάει, αφού κοίταζε πρώτα την εικόνα του Χριστού, κοιτούσε και δίπλα και «κατέβα Σωκράτη μ’ να φάμε», του έλεγε και αμέσως το έπαιρνε πίσω. «Δεν πειράζει, καλύτερα είσαι εκεί, κοντά στον Χριστό μας». Και μας κερνούσε στη γιορτή του και του πήγαινε κι εκείνου «δώρο» φρεσκοφυτεμένα πορτοκαλιά χρυσάνθεμα στο μνήμα του «γιατί ήταν τα αγαπημένα του».
Χρόνο δεν είχε κλείσει ο παππούς ο Σωκράτης όταν μακαρίστηκε και ο παππούς ο Παυλής. Τα μαύρα η μάνα μας δεν είχε προλάβει να τα βγάλει. Και τη μια μέρα έτρεχε να κάνει παρέα στη γιαγιά τη Χρυσανθή, την άλλη να παρηγορήσει την απαρηγόρητη τη γιαγιά τη Μαρούλα.
Φόρεσε η γιαγιά η Μαρούλα μαύρα στο σώμα και την ψυχή, έκλεισε την καρδιά της. Έκλεισε και τη φωτογραφία του παππού –μια μόνο ήθελε, με το ζόρι- στο κλειστό σαλόνι, εκεί όπου είχε κλείσει από χρόνια και μια εικόνα του Χριστού –μια μόνο είχε, με το ζόρι. Έκλεισε και το στόμα της, ίσα που μας έλεγε καμιά κουβέντα όταν πηγαίναμε τα εγγόνια να της κάνουμε παρέα. Και σιγά-σιγά έκλεισε και το μυαλό της. Άφησε τη μαυρίλα απ’ τα ρούχα να περάσει στην ψυχή της και το πένθος να κατακλύσει το σπίτι της, αφού είχε κλείσει το Φως και τη Ζωή στο κλειστό σαλόνι.
Έζησε η γιαγιά η Μαρούλα χρόνια πολλά, έζησε τις χαρές των παιδιών και των εγγονών της. Αλλά μπορεί και να μην τα θυμάται όλα… Οι θύμισές της σταματούν εκείνη τη μέρα του Ιούνη που είδε τελευταία φορά τον παππού.
Έζησε και η γιαγιά η Χρυσανθή χρόνια πολλά κι εκείνη. Ισάριθμες χαρές παιδιών κι εγγονών. Και τα θυμάται όλα! Πρώτη χόρεψε το νυφικό της πρωταγγόνας της. Στα βαφτίσια του δισέγγονου διακόσια τρουφάκια έκανε για να κεράσουν όλον τον κόσμο. Και όταν γυρνούσε σπίτι, γονάτιζε με τα κατεστραμμένα γόνατα να εναποθέσει λύπες, έννοιες και χαρές στο εικονοστάσι. Και μετά τα έλεγε όλα στον παππού τον Σωκράτη για να τα πει κι εκείνος στον Χριστό μας, «αφού είναι πιο κοντά». Καθισμένη με τις ώρες στον καναπέ του φωτεινού σαλονιού, να ατενίζει με την προσμονή της συνάντησης μια τον παππού και μια τον Χριστό…
Μαρία Νουβάκη-Κωνσταντίνου
Α΄ Βραβείο Α΄ Πανελλήνιου Διαγωνισμού Γραπτού Λόγου ΧΦΔ