Περιηγηθείτε στο περιεχόμενο μερικών βιβλίων μας

Δευτέρα 23 Σεπτεμβρίου 2019

ΣΗΜΑΙΕΣ, ΛΑΒΑΡΑ, ΚΑΙ ΤΡΟΠΑΙΑ.



Της Στέλλας Αναγνώστου -Δάλλα

Η σημαία είναι ένα «σημάδι», ένα σήμα που υψώνεται στον πόλεμο, για να αρχίσει η μάχη.  Στη θέα της σημαίας, οι στρατιώτες αρχίζουν την επίθεση, συνεχίζουν τη μάχη, παίρνουν θάρρος.  Όσο την βλέπουν όρθια μπροστά τους, ξέρουν ότι στέκει όρθια και η Πατρίδα.  Όταν πέφτει η σημαία, πέφτουν μαζί της κι όσα διακυβεύονται στον πόλεμο.  Η σημαία «σημαίνει», κι αυτό το κάνει μέσα απ’ αυτό που εικονίζει, τα σχήματα και τα χρώματα, που κάτι σημαίνουν στην ψυχή του λαού της.  Για να υπάρχει, λοιπόν, σημαία, σημαίνει ότι υπάρχει ένας λαός με κοινά χαρακτηριστικά, κοινή πίστη, και κοινούς πόθους.  Κι όλα αυτά συνοψίζονται μέσα στα σύμβολα της σημαίας.


Το λάβαρο, τώρα, είναι ρωμαϊκής προέλευσης.  Η λέξη labarum πιθανολογείται ότι προέρχεται από την λέξη laureum, πρόκειται δηλαδή για ένα σύμβολο της Δόξας.  Της παρούσας, ή της επιθυμητής, μιας κι ένας στρατός, δεν μπορεί,, να έχει άλλην επιδίωξη, εξ ορισμού, παρά την δόξα στο πεδίο της μάχης.  Αναφορές για «λάβαρα» δεν σώζονται στην Ιστορία, πέρα από το Λάβαρο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, με το Χριστόγραμμα «Τούτω Νίκα».  Απ’ αυτό οδηγούμαστε στο συμπέρασμα, ότι για να είναι μια σημαία «λάβαρο», πρέπει το εικονιζόμενο να έχει ιερό χαρακτήρα, και να χρησιμοποιείται «θεία επινεύσει», δηλαδή, με οδηγία του Θεού ή με την άδειά Του, και για έναν σκοπό που ο ίδιος ο Θεός εμπνέει, ευνοεί και ολοκληρώνει.  Και για να το κάνει αυτό, σημαίνει πως ο σκοπός αυτός, μέσα στο σχέδιο του Θεού, συνδέεται με κάποιον τρόπο με τον σκοπό της σωτηρίας του ανθρώπου, το σωτηριολογικό, δηλαδή, σχέδιο του Θεού.

Έτσι καταλαβαίνουμε και γιατί οι σημαίες μέσα στις εκκλησίες, ονομάζονται «Λάβαρα».  Είναι χρυσοκέντητες γιατί είναι βασιλικές.  Είναι της Εκκλησίας και του Βασιλιά της που προχωρεί μπροστά για να οδηγήσει τον λαό Του στην Νίκη.  Έχουν την εικόνα του ίδιου του Βασιλιά που εμπνέει γιατί τον αγαπά ο λαός Του, και γιατί νικά πάντα.  Για τους ίδιους λόγους έχουν και την εικόνα της Παναγίας ή του Αγίου στο όνομα του οποίου τιμάται ο ναός.

Τέτοιο χρυσοκέντητο λάβαρο είναι και το Λάβαρο της Αγίας Λαύρας με την εικόνα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στη οποία τιμάται ο ναός της Μονής.  Ήταν απολύτως φυσικό να ευλογηθεί κάτω από αυτό μια επανάσταση «για του Χριστού την πίστη την αγία, και της Πατρίδος την ελευθερία», όπως φυσικό είναι και να αποτελεί «σημαία» σε κάθε θεάρεστον αγώνα για τον οποίο ο λαός θέλει να βλέπει μπροστά και Πρώτον τον Βασιλιά του, την Παναγία Μητέρα Του, τους Αγγέλους και τους Αγίους.  Με λίγα λόγια, όλην την δύναμη του Ουρανού.

Πριν πούμε για τα τρόπαια, κάνω μια μικρή παρένθεση για την λέξη «φλάμπουρο», που μας είναι κι αυτή γνωστή από τους χρόνους της Τουρκοκρατίας και της Επανάστασης.  Πιθανολογείται ότι προέρχεται από τη λατινική λέξη flamula,που σημαίνει και πάλι «σημαία».  Το «μπαϊράκι», τώρα είναι τουρκική λέξη, και δηλώνει την πολεμική σημαία, γι’ αυτό και την χρησιμοποιούμε με την έννοια της εξέγερσης.  Με την ίδια έννοια χρησιμοποιούμε και την έννοια της «παντιέρας», που είναι ιταλικής προέλευσης, και δηλώνει το σύμβολο μιας «μπάντας», ενός, δηλαδή, συνασπισμού με επαναστατικό σκοπό.

Να πούμε τώρα και για τα τρόπαια, και να δούμε γιατί κατέχουν τόσο εξέχουσα θέση μέσα στην υμνογραφία της Εκκλησίας μας.  «Τρόπαιο» είναι κάτι, η θέα του οποίου «τρέπει» τον εχθρό σε φυγή.  Με αυτήν την έννοια χρησιμοποιείτο και η λέξη «τροπαίος», ο φοβερός δηλαδή.  Αυτός, που προξενεί τόσο τρόμο ώστε να σε κάνει να τραπείς σε φυγή..  Επίσης, είναι και η απόδειξη της «τροπής» του εχθρού σε φυγή.  Της κατα-τρόπωσής του, δηλαδή.  Στην αρχαιότητα, η κατατρόπωση αυτή δηλωνόταν με το κρέμασμα σε δένδρα των όπλων του νικημένου εχθρού.  Τα πρόχειρα αυτά κατασκευάσματα θεωρούνταν ιερά, γιατί θεωρούνταν ότι ανήκαν στον Δία τον «τροπαίο», και ως ιερά, θεωρούνταν και απαραβίαστα.  Με την σπερματική τους θεολογία οι πρόγονοί μας, δίκαια απέδιδαν στον ανώτατο θεό τους την κάθε νίκη αλλά και την ικανότητα αποτροπής κάθε μελλοντικού κινδύνου.

Το τρόπαιο, σαν σύμβολο νίκης, ανακουφίζει, ενθουσιάζει εμπνέει, ενισχύει.  Παρηγορεί για την κάθε θυσία, για την υπομονή, την εγκαρτέρηση, για όλους τους φόβους, τους καημούς, τις προετοιμασίες, τις προσπάθειες, τις αμφιβολίες.  Επιβεβαιώνει την αξία κάθε προσευχής και κάθε άγρυπνης νύχτας.  Η νίκη, όταν έρχεται, τα σβήνει όλα.  Και το τρόπαιο μένει στημένο εκεί και μαρτυρεί, ότι άξιζε ο κόπος, και πάντα θ’ αξίζει.  Μένει εκεί και μαρτυρεί, ότι όποιος πολέμησε μια φορά, θα πολεμάει πάντα.  Κι όποιος ήξερε να νικήσει τον έναν εχθρό, έχει την δύναμη να νικήσει τον καθένα.

Όταν η Εκκλησία βλέπει το σταυρό σαν τρόπαιο, δεν βλέπει μόνο το σύμβολο.  Δεν βλέπει μόνο την νίκη πάνω στην αμαρτία και τον θάνατο.  Δεν βλέπει μόνο την νίκη του Θεού πάνω στον αιώνιο ανταπαιτητή και εχθρό της Δημιουργίας Του.  Δεν βλέπει το ντρόπιασμα του εχθρού με τη φονική του ασπίδα και το δόρυ να κρέμονται εκεί κούφια, κενά πια από την φοβέρα που προκαλούσαν.  Δεν βλέπει μόνο την απόδειξη της νίκης, ούτε μόνο το σύμβολο που Της θυμίζει ότι νικά.  Ότι «εν τούτω» νικά.

Τα βλέπει όλα αυτά, ναι.  Υμνεί το τρόπαιο, προσβλέπει σ’ αυτό, το αγαπά.  Το αγαπά σαν τρόπαιο, αλλά πιο πολύ, επειδή επάνω σ’ αυτό βλέπει τον ίδιο τον Βασιλιά της.  Αναπόσπαστον από το τρόπαιο, βλέπει Τον αγαπημένον της Βασιλιά, τον Νυμφίο και Υπερασπιστή της. Τον βλέπει να προχωρεί μπροστά σε κάθε πόλεμο, μικρό ή μεγάλο, Τον βλέπει να ξεπερνά τον θάνατο, Τον βλέπει ικανό και πρόθυμο να φέρει την Ανάσταση μέσα κι από τον πιο σιδηρόφρακτο τάφο.
Όταν ο ίδιος ο Βασιλιάς ανέβηκε στον Σταυρό, Σταυρός και Βασιλιάς έγιναν ένα.  Όπου ο Σταυρός, εκεί κι ο Βασιλιάς.  Κι όπου ο Βασιλιάς, εκεί κι η νίκη.  Οι πόνοι και τα δάκρυα μένουν στον Τάφο.  Στην αναστημένη Βασιλεία Του εξαλείφεται «παν δάκρυον».  Αυτό το μοναδικό τρόπαιο, υψώνεται μαζί με τον Βασιλιά του.  Δεν πρόκειται για ένα απρόσωπο τρόπαιο, ούτε όμως και για ένα τρόπαιο που ύψωσε ένας στρατός που πολέμησε τον εχθρό του.  Εδώ, ο Βασιλιάς πολέμησε, ο Βασιλιάς νίκησε.  Ο Βασιλιάς πρόσφερε το τρόπαιο της ελευθερίας και της ζωής στον λαό Του, στον τόπο Του, στην «κληρονομία Του».  Ο Βασιλιάς άνοιξε πρώτος τον δρόμο, κι Εκείνος τον κρατάει ανοιχτόν για όποιον Τον ακολουθεί «αίρων τον σταυρόν αυτού».

Ο ίδιος ο Χριστός είναι που κάνει τον Σταυρό «όπλον ειρήνης, αήττητον τρόπαιον».  Γι αυτό είναι μοναδικό και τόσο πολύτιμο αυτό το τρόπαιο.  Γιατί έχει επάνω του Ολόκληρον τον Θεό…
Στέλλα Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.