Περιηγηθείτε στο περιεχόμενο μερικών βιβλίων μας

Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019

ΤΑ ΔΙΚΗΡΟΤΡΙΚΗΡΑ.



Της Στέλλας Αναγνώστου Δάλλα

Αυτήν την ώρα που αρχίζει η αρχιερατική Θεία Λειτουργία, την αισθάνομαι πολύ υποβλητική.  Ο επίσκοπος, περίλαμπρος, μπροστά στην Ωραία Πύλη, να ευλογεί τον Λαό με τα Δικηροτρίκηρα, τα σύμβολα των δύο φύσεων του Χριστού και της Αγίας Τριάδος.  Κατ’ άλλους, Παλαιάς και Καινής Διαθήκης και Αγίας Τριάδος αντίστοιχα.


Αισθάνεσαι πως κάτι λαμπρό αρχίζει, κάτι πολύ σημαντικό, ένας βασιλικός γάμος, κι εσύ έχεις την τιμή να βρίσκεσαι μέσα, μαζί με τους άλλους καλεσμένους.  Σκύβεις το κεφάλι, φτερουγίζει η καρδιά σου, ευχαριστείς, και για την ευλογία του επισκόπου, αλλά και για την τιμή να βρίσκεσαι εκεί.

Στην βάση του μεγάλου τρούλλου της Μεταμορφώσεως Του Σωτήρος, στο Κεφαλάρι , στην Κηφισιά, διαβάζει κανείς σε μια χρυσή ψηφιδωτή ταινία, φωτεινή σαν το βλέμμα του Παντοκράτορα στο ψηφιδωτό του τρούλλου, πλαισιωμένα με χαριτωμένα φύλλα και κλαδιά αμπέλου, διάβαζα πάντα, τα ίδια λόγια που εκφωνεί εκείνην την στιγμή ο επίσκοπος, σαν προσευχή στον Πλάστη:

«Κύριε, Κύριε, επίβλεψον εξ ουρανού και ίδε, και επίσκεψαι την άμπελον ταύτην, και κατάρτισαι αυτήν, ήν εφύτευσεν η Δεξιά Σου».

Η γλώσσα είναι απλή, η στιγμή ιερή, κι εγώ πάντα κάτι χάνω, γιατί πάντα κάνω το ίδιο ακριβώς λάθος, μηδέ μιάς, έστω, φοράς εξαιρουμένης.

H δευτερεύουσα αναφορική πρόταση «ήν εφύτευσεν η δεξιά Σου», μεταφράζεται ως:  «αυτήν την οποία φύτεψε το δεξί Σου» (χέρι, εννοείται).  Ολόκληρη η πρόταση αυτή, λειτουργεί σαν παράθεση, σαν ένας προσδιορισμός δηλαδή που δίνει μια πληροφορία για ένα κύριο και γνωστό γνώρισμα του προσδιοριζόμενου ουσιαστικού.  Τώρα, ποιο είναι εδώ το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό;

Εδώ αρχίζει το βάσανό μου.  Το προσδιοριζόμενο είναι η άμπελος.  Παρακαλεί ο επίσκοπος τον Κύριο, να σκύψει από τον ουρανό, να ρίξει το βλέμμα Του και να δεί, αυτό το αμπέλι που φύτεψε ο Ίδιος, με το δεξί Του χέρι, με την δημιουργική, δηλαδή, ενέργειά Του.  Ο προσδιορισμός και το προσδιοριζόμενο πρέπει να βρίσκονται δίπλα-δίπλα:  επίβλεψον εξ ουρανού, και ίδε, και επίσκεψαι την άμπελον ταύτην…  Ποιάν «ταύτην»;  Η Δεικτική Αντωνυμία παρακαλεί για την διευκρίνιση:  «αυτήν την οποία εφύτευσεν η δεξιά Σου».  Μιάς και μπήκε η Δεικτική Αντωνυμία, τέρμα.  Χρειάζεται ο προσδιορισμός.

Κι εκεί την παθαίνω πάντα.  Δεν έρχεται ο προσδιορισμός.  Παρατείνεται η αρχική πρόταση, προστίθεται κι άλλη παράκληση:  «…και κατάρτισαι αυτήν», και μετά το «ήν εφύτευσεν η δεξιά Σου».  Ο προσδιορισμός δεν ταιριάζει καλά δίπλα στην Επαναληπτική αντωνυμία «αυτήν».  Η Οριστική αντωνυμία «αυτός, αυτή, αυτό», που ορίζει κάτι, γι’ αυτό λέγεται έτσι, στις πλάγιες πτώσεις λέγεται Επαναληπτική, γιατί επαναλαμβάνει κάτι για το οποίο έγινε λόγος προηγουμένως.  Στην περίπτωσή μας, «αυτή» είναι η «άμπελος».

Η σωστή σειρά θα ήταν:
Κύριε, Κύριε, επίβλεψον εξ ουρανού και ίδε,
Και επίσκεψαι την άμπελον ταύτην, (ποιάν;) ήν εφύτευσεν η δεξιά Σου, (και τι άλλο;)
και κατάρτισαι αυτήν (την άμπελον που εφύτευσεν η δεξιά Σου).

Πάντα μπερδεύομαι, και πάντα περιμένω να ακούσω «ήν εφύτευσεν η δεξιά Σου» μετά το «ταύτην», και δεν το ακούω, και πάντα μεσολαβεί αυτό το «κατάρτισαι αυτήν».

Γιατί άραγε;  Δεν τα ήξερε αυτά ο υμνωδός;  Δεν ταίριαζε ό ήχος;  Όχι, ο λόγος δεν είναι αυτός.  Είναι θεολογικός, μέσα από το συναίσθημα που προκαλεί.  Εκεί που τελειώνει η παράκληση «να ρίξει το βλέμμα Του από τον ουρανό ο Κύριος, να δεί το αμπελάκι Του, εμάς, την Εκκλησία Του, και να έρθει κοντά Της, ανάμεσά μας», είναι σαν να μην μας φθάνει αυτό.  Σαν να θυμηθήκαμε και κάτι ακόμη, και σπεύδουμε να το προσθέσουμε, μην τυχόν και το ξεχάσουμε:  «και κατάρτισαι αυτήν».  Όχι μόνον να συγκατατεθεί να κοιτάξει, όχι μόνον να προσέξει, όχι μόνον να δεχθεί να επισκεφθεί, αλλά και να «καταρτίσει».

Καταρτίζω, σημαίνει καθιστώ κάτι άρτιο, ολοκληρωμένο.  Το προετοιμάζω, το εξοπλίζω, το εκπαιδεύω, του δίνω τα κατάλληλα εφόδια, ώστε να μπορεί να είναι πλήρες και δυνατό, και να μπορεί να τα βγάλει πέρα.

Δεν αρκεί να ζητούμε από τον Θεό να μας έχει συνέχεια στην έγνοια Του, να μας βλέπει, να μας συμπαραστέκεται.  Αυτή είναι μια παθητική στάση.  Ο Θεός μας θέλει κι εμάς συνεργάτες στο έργο της σωτηρίας μας.  Να βάζουμε κι εμείς το δικό μας λιθαράκι, το προσωπικό μας μόχθο, να δείχνουμε έμπρακτα ότι πραγματικά θέλουμε να κερδίσουμε μια θέση κοντά Του.  Θέλει μόχθο, πραγματικά.  Είναι αγώνας.  Και πώς ν’ αγωνιστεί κανείς, αν δεν ξέρει πολεμική τέχνη, αν δεν είναι προετοιμασμένος, εύρωστος, ικανός, αν δεν έχει στρατηγικό σχέδιο;

Γι’ αυτό κοντοστέκεται ο υμνωδός, κι ας είναι λίγο παράταιρο γλωσσικά.  Ίσα- ίσα, το θέλει να είναι παράταιρο γλωσσικά, για να μας ξυπνήσει, να κεντρίσει την προσοχή μας.  Να μας σπρώξει να ζητήσουμε και κάτι παραπάνω από την απλή παρουσία του Χριστού στην Θεία Λειτουργία.  Να μας δώσει σοφία και δύναμη.  Να μας κάνει παλληκάρια.  Να τεντώσουμε κι εμείς το χέρι μας, το ανάστημά μας, ν’ αρπαχτούμε από το δικό Του, να μας πάρει ψηλά.

Ευλογώντας μας με τα δικηροτρίκηρα ο επίσκοπος, είναι σαν να προβάλλει μπροστά μας όλη μας την Πίστη, μας την θυμίζει, και μας την χαρίζει.  Και μαζί μ’ αυτήν παρακαλεί και τον Χριστό να κατεβεί, να έρθει να μας συναντήσει, να ενωθεί μαζί μας, αφού πρώτα μας έχει καταρτίσει, μας έχει προετοιμάσει κατάλληλα.  Κι ας μην νομίσει κανείς ότι μόνος του ο άνθρωπος μπορεί να κάνει τέτοιο πράγμα.  Ούτε κάν να το θελήσει δεν μπορεί μόνος του.  Όμως ο Θεός μπορεί.  Και όχι μόνον μπορεί, αλλά και θέλει.  Γι΄ αυτό κι εμείς σπεύδουμε να Του αναπέμψουμε όσο πιο πολλά, σωστά, και δίκαια αιτήματα μπορούμε να σκεφθούμε.  Και γι’ αυτό φροντίζει ο επίσκοπος, ο επίγειος «μεσίτης» μας.
Στέλλα Ν. Αναγνώστου-Δάλλα.