Τι ωραίος που είναι ο Χερουβικός Ύμνος!
Ήχος και λόγος σφιχταγκαλιασμένοι και αρμονικοί, ανεβαίνουν
προοδευτικά προς τον ουρανό παρασύροντάς μας μαζί τους, σαν τον ελαφρύ κι
ευωδιαστό καπνό του θυμιάματος, σαν τον γλυκό ήχο του θυμιατού. Ξεσηκώνουν την ψυχή, την αρπάζουν από σκέψεις
και συναισθήματα και λογισμούς, και την κάνουν να τα αφήνει όλα πίσω, για ν’
ανέβει ψηλά, αρπαγμένη από την συνοδεία που πρόκειται να παρελάσει μπροστά της.
«Οι τα Χερουβείμ
μυστικώς εικονίζοντες,
και τη ζωοποιώ
Τριάδι τον τρισάγιον ύμνον προσάδοντες,
πάσαν την
βιωτικήν αποθώμεθα μέριμναν,
ως τον Βασιλέα
των όλων υποδεξόμενοι,
ταις αγγελικαίς,
αοράτως, δορυφορούμενον τάξεσιν.
Αλληλούϊα».
Πώς μας αρπάζει ο υμνωδός μαζί του, πώς μας ανεβάζει στα
φτερά των αγγέλων, πώς ξεπλένει το μυαλό μας από κάθε «βιωτική μέριμνα»! Και πώς να σταθεί μέριμνα εκεί που αντηχούν
τα φτερουγίσματα κι οι ψαλμωδίες των αγγέλων, εκεί όπου ενώνονται όλες οι
γνώσεις, όλες οι αισθήσεις, όλες οι δυνάμεις, όλο το υπαρκτό μεγαλείο της
Κτίσης, εκεί, μπροστά στον θρόνο του Θεού!
Του Θεού εκείνου, που πρόκειται, τώρα, να περάσει μπροστά στα μάτια μας
μαζί με τα δορυφόρα τάγματα των αγγέλων Του, για να προσφέρει τον εαυτό Του,
θυσία για μας!
Αυτή η μετοχή Μέλλοντα, το «ως υποδεξόμενοι», έχει πολλές
διαστάσεις. Το Συντακτικό λέει, ότι η
μετοχή Μέλλοντα δηλώνει σκοπό, κυρίως με ρήματα που δηλώνουν κίνηση. Για τα υπόλοιπα ρήματα, ο σκοπός δηλώνεται με
την προσθήκη του «ως», το «ώστε» που λέμε κι εμείς σήμερα. Αυτό με την σειρά του μας φανερώνει, ότι για
να υπάρχει το «ως», το ρήμα «υποδέχομαι», δεν θεωρείται ως «κινήσεως
σημαντικό», δηλαδή, δεν δείχνει κίνηση του υποκειμένου. Τι σημαίνει τότε «υπο-δέχομαι»;
Η πρόθεση «υπό» σημαίνει «κάτω από». Βάζω δηλαδή το χέρι μου, για παράδειγμα, κάτω
από κάτι, και το «υπο-στηρίζω», «υπο-κλέπτω», ή ο,τιδήποτε άλλο. Όταν «υπο-δέχομαι», τοποθετώ τον εαυτό μου
πιο χαμηλά, για να δεχτώ κάτι ή κάποιον.
Σκύβω δηλαδή.
Το ρήμα «δέχομαι» τώρα, ανήκει στην κατηγορία των «αποθετικών»
ρημάτων. Δεν έχει δηλαδή Ενεργητική
Φωνή, είναι μόνον στην Μέση Φωνή. Ως
προς την σημασία του, ανήκει, ανάλογα με την περίπτωση, είτε στα λεγόμενα «μέσα
ωφελείας», είτε στα λεγόμενα «μέσα δυναμικά».
Στην πρώτη περίπτωση, υποδέχομαι σημαίνει δέχομαι με ευγνωμοσύνη,
καλοδέχομαι. Στην δεύτερη, σημαίνει
δέχομαι στο σπίτι μου, φιλοξενώ, δίνω προσοχή και ακολουθώ την προτροπή
κάποιου. Επομένως, η υποδοχή, είναι
πρώτα μια διάθεση, μια κίνηση της ψυχής, και στη συνέχεια, σαν αποτέλεσμα,
εκδηλώνεται, όπου εκδηλώνεται, σε πράξη, απέναντι σε ένα αντικείμενο ως προς το
οποίο τοποθετούμαστε χαμηλότερα ώστε να το δεχθούμε.
Κι όταν «υποδέχομαι» τον ίδιον τον Χριστό που περνά μπροστά
μου οδεύοντας προς την Σταύρωση, τότε τι κάνω ακριβώς;
Κλείνω το γόνυ της ψυχής μου και Τον ευχαριστώ για την Θυσία
στην οποία βαδίζει για μένα. Απο-δέχομαι
την προσφορά Του με ευγνωμοσύνη. Τον
παρα-δέχομαι σαν Δημιουργό και «Βασιλέα των όλων», Πλάστη και Λυτρωτή μου. Δέχομαι να Τον ακολουθήσω καθώς ανεβαίνει
στον Γολγοθά, και να μην δειλιάσω «από τον φόβο των-εκάστοτε- Ιουδαίων». Δέχομαι, πως εκεί που βρίσκομαι, εκεί που Τον
υπο-δέχομαι καθώς περνά μπροστά μου, είναι η Εκκλησία, δηλαδή το κοινό μας
Σπίτι, το δικό Του και το Δικό μου.
Εκείνος δέχθηκε Εμένα με αυτοκρατορική τελειότητα και πληρότητα, κι εγώ
με την δική μου αδυναμία και προχειρότητα.
Όμως, εκεί, μπορούμε να βρισκόμαστε μαζί. Εκεί, και μόνον εκεί, μπορούμε να
συναντηθούμε. Εκεί, φρόντισε Εκείνος, να
μπορώ να Τον υποδεχθώ.
Και δέχομαι, ότι εκείνην την ώρα, περνά μπροστά μου με όλο
Του το μεγαλείο, συνοδευόμενος απ’ όλον τον Ουρανό, κι εγώ είμαι «υπό», τόσο
«υπό»,… όμως μου φθάνει. Αρκεί που είμαι
εκεί για να «δέχομαι», όσο μπορώ να «δέχομαι» τέλος πάντων…