Ένας συνάδελφός σου σού ἐπαναλαμβάνει συνεχῶς: «ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΟΣ!» Καί αἰσθάνεσαι σά νά σέ χτυπᾶ μέ μαστίγιο.
Κι ἐσύ ἀγωνιᾶς γιά τήν ψυχή του καί τή ζωή του. Καί καλά σκέφτεσαι.
Ἄν δέν ὑπάρχει ὁ Ζῶν κι ὁ Παντοδύναμος Θεός κι ἄν δέν εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό τό θάνατο, τότε ὁ θάνατος εἶναι ὁ μοναδικός κυρίαρχος.
Καί ἡ κάθε ζωντανή ὕπαρξη δέν εἶναι παρά ἕνα κλωτσοσκούφι τοῦ θανάτου. Ἕνα ποντικάκι στό στόμα τῆς γάτας.
Μία φορά, ἀντικρούοντας τόν, τοῦ εἶπες: «Ὁ Θεός ὑπάρχει. Γιά σένα δέν ὑπάρχει». Καί δέν ἔσφαλες. Γιατί ἐκεῖνοι πού ἀποκόπτονται ἀπό τόν Αἰώνιο καί Ζωοδότη Κύριο ἐδῶ στήν γῆ, ἀποκόπτονται ἀπό τή ζωή τήν πραγματική. Καί ἔτσι οὔτε ἐδῶ, οὔτε στήν ἄλλη ζωή θά γευθοῦν τό μεγαλεῖο του Θεοῦ καί τῆς πλάσης Του. Καί καλύτερα νά μήν εἴχαμε γεννηθεῖ, παρά νά εἴμαστε ἀποκομμένοι ἀπό τόν Θεό.
Ἄν ἤμουν στή θέση σου, θά τοῦ ἔλεγα τά ἑξῆς:
Κι ἐσύ ἀγωνιᾶς γιά τήν ψυχή του καί τή ζωή του. Καί καλά σκέφτεσαι.
Ἄν δέν ὑπάρχει ὁ Ζῶν κι ὁ Παντοδύναμος Θεός κι ἄν δέν εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό τό θάνατο, τότε ὁ θάνατος εἶναι ὁ μοναδικός κυρίαρχος.
Καί ἡ κάθε ζωντανή ὕπαρξη δέν εἶναι παρά ἕνα κλωτσοσκούφι τοῦ θανάτου. Ἕνα ποντικάκι στό στόμα τῆς γάτας.
Μία φορά, ἀντικρούοντας τόν, τοῦ εἶπες: «Ὁ Θεός ὑπάρχει. Γιά σένα δέν ὑπάρχει». Καί δέν ἔσφαλες. Γιατί ἐκεῖνοι πού ἀποκόπτονται ἀπό τόν Αἰώνιο καί Ζωοδότη Κύριο ἐδῶ στήν γῆ, ἀποκόπτονται ἀπό τή ζωή τήν πραγματική. Καί ἔτσι οὔτε ἐδῶ, οὔτε στήν ἄλλη ζωή θά γευθοῦν τό μεγαλεῖο του Θεοῦ καί τῆς πλάσης Του. Καί καλύτερα νά μήν εἴχαμε γεννηθεῖ, παρά νά εἴμαστε ἀποκομμένοι ἀπό τόν Θεό.
Ἄν ἤμουν στή θέση σου, θά τοῦ ἔλεγα τά ἑξῆς:
- Κάνεις λάθος, φίλε μου! Ὀρθότερο θά ἦταν, ἄν ἔλεγες: «Ἐγώ δέν ἔχω Θεό». Διότι τό βλέπεις, ὅτι ὑπάρχουν τόσοι ἄνθρωποι γύρω σου, πού ἔχουν Θεό καί γι’ αὐτό διακηρύττουν ὅτι ὑπάρχει Θεός. Λοιπόν, μή λές: «Δέν ὑπάρχει Θεός»! Περιορίσου νά λές: «Ἐγώ δέν ἔχω Θεό»!
- Κάνεις λάθος! Μιλᾶς σάν τόν ἄρρωστο, πού λέει ὅτι δέν ὑπάρχει πουθενά ὑγεία!
- Κάνεις λάθος! Μοιάζεις μέ τόν τυφλό πού λέει: «Δέν ὑπάρχει φῶς στόν κόσμο». Ὅμως φῶς ὑπάρχει. Καί εἶναι διάχυτο παντοῦ. Αὐτός ὁ δυστυχής δέν ἔχει τό φῶς του. Καί θά μιλοῦσε σωστά ἄν ἔλεγε: «Ἐγώ δέν ἔχω μάτια καί δέν βλέπω φῶς».
- Κάνεις λάθος! Μιλᾶς σάν τό ζητιάνο, πού λέει: «Δέν ὑπάρχει χρυσάφι στή γῆ». Μά χρυσάφι ὑπάρχει! Καί ἐπάνω στή γῆ! Καί μέσα στή γῆ! Αὐτός δέν ἔχει χρυσάφι! Τό σωστό θά ἦταν νά ἔλεγε: «Ἐγώ δέν ἔχω χρυσό»!
- Κάνεις λάθος! Μοιάζεις μέ τόν παλιάνθρωπο πού λέει: «Δέν ὑπάρχει καλωσύνη στόν κόσμο». Ἐνῶ θά ἔπρεπε νά πεῖ: «Ἐγώ δέν ἔχω ἴχνος καλοσύνης μέσα μου».
Συνάδελφε, κάνεις λάθος! Λάθος διακηρύττεις ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός! Γιατί, ὅταν κάτι δέν τό ἔχεις ἐσύ καί δέν τό γνωρίζεις ἐσύ, δέν σημαίνει ὅτι δέν ὑπάρχει πουθενά κι ὅτι δέν τό ἔχει κανείς! Ποιός σου ἔδωσε τό δικαίωμα νά μιλᾶς ἐκ μέρους ὅλου του κόσμου; Ποιός σου ἔδωσε τήν ἄδεια νά διακηρύττεις, ὅτι τήν δική σου ἀρρώστια τήν ἔχουν ὅλοι; Ὅτι ὅλοι ἔχουν τήν δική σου πλάνη;
Φωνάζεις ὅτι δέν ὑπάρχει Θεός! Τό διακηρύττεις σέ ὅλον τόν κόσμο! Πολεμᾶς τήν ἀλήθεια!
Ἐκεῖνοι πού δέν θέλουν νά ζοῦν μέ τόν Θεό εἶναι ἐλάχιστοι. Ἀλλά καί γι’ αὐτούς ὁ Θεός ὑπάρχει! Τούς περιμένει. Μέχρι τήν τελευταία πνοή σ’ αὐτή τή γῆ!
Καί μόνο ἄν δέν φροντίσουν νά μετανοήσουν, ἔστω στήν τελευταία τους στιγμή, μόνο τότε ὁ Θεός στήν ἄλλη ζωή θά πάψει νά ὑπάρχει γι’ αὐτούς.
Καί θά τούς διαγράψει ἀπό τό βιβλίο τῆς ζωῆς.
Γι’ αὐτό πές του, σέ παρακαλῶ φίλε μου.
Γιά τό καλό της ψυχῆς σου. Γιά τά ἐπουράνια ἀγαθά. Γιά τά δάκρυα πού ἔχυσε ὁ Χριστός καί τίς πληγές πού δέχθηκε γιά ὅλους μας. Ἄλλαξε μυαλό! Μετανόησε!
Διορθώσου! Καί γύρισε στήν Ἐκκλησία μας!
Ἐπιστολή τοῦ Ἁγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς σέ πνευματικό του παιδί (από το βιβλίο Δρόμος χωρίς Θεό δεν αντέχεται)