ένα πολύ συγκινητικό κείμενο: οι αναμνήσεις ενός συμμαθητή του Μίκη από την ημέρα που πληροφορήθηκαν στο σχολείο για την θυσία του ήρωα…
Μηνιαία Επιθεώρηση ΗΩΣ Κ. ΠΕΝΤΑΓΙΩΤΗ
1960 ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
φωτο: Οικογένεια Παύλου και Ναταλίας Μελά
“Το καλοκαίρι του 1904 το περάσαμε όπως κάθε χρονιά στο Μαρούσι και με τα πρωτοβρόχια κατεβήκαμε στο σπίτι μας, αφού θα ξαναρχίζαν τα σχολειά. θυμάμαι ακόμα μερικά παιδιά που είμαστε στην ίδια τάξη: ο ’Ανδρέας Καλλίνσκης, ο Μίκης Μελάς, ο Νώλης Μπαλτατζής, ο Στέφανος Κουμανούδης, ο Δέρβος, ο Μεσαλάς, ο Πέτρος Σκουζές, ο Ανυσάς, ο Νίκος Δαμασκηνός, ο Τομπάζης, ο Γιάννης Κοντουμάς κάτι λίγοι έχουμ’ απομείνει όλοι οι άλλοι φυγαν νωρίτερ’ από μας…
Πηγή : Αντέχουμε
Εκείνη τη χρονιά μπαίναμε στο Σχολαρχείο έπειτ’ από καιρό διάβασα ένα γράμμα πουχε στείλει στην γυναίκα του ο πατέρας του Μελά, γραμμένο στη Μακεδονία στις 25 Σεπτεμβρίου 1904:
Οι μέρες των παιδιών περνάνε πάντα σύντομα!… Μπήκε ο Οκτώβρης.
Κάποια βροχερή Δευτέρα, φτάσαμε μουσκεμένοι στο σκολειό.
Το κουδούνι που μας μάζευε κάθε πρωί στην τάξη δεν ακούστηκε παρά ο κυρ – Θωμάς, ο Ηπειρώτης επιστάτης, που μας πουλούσε και κουλούρια, μας κάλεσε με το στόμα να μπούμε στην αίθουσα είχε σπάσει το κουδούνι, μας είπε. Στην κακή μας προδιάθεση Από τη βροχή ήρθε τώρα κι άλλη αφορμή να μας κακοκαρδίση ήταν τόσο χαρούμενο κάθε πρωί εκείνο το κουδούνι! Σιωπηλοί πήραμε τη θέση μας στα θρανία…
Κοιτάξαμε . ο Μίκης Μελάς έλειπε’ κάποιος πρόφτασε να μουρμουρίσει :
– Σκοτώθηκε ο πατέρας του!…
Ώσπου να ρωτήσουμε καλά – καλά και να καταλάβουμε τι έτρεχε, άνοιξ’ η πόρτα και φάνηκε ο κύριος Μακρής, Σπάνια τον βλέπαμε στην τάξη κι’ η εμφάνισή του — επιβλητική—
Από φυσικού του και καμαρωτή για το σχολείο που διηύθυνε — πάντα μας έκανε να καρδιοχτυπάμε. Τώρα όμως που μπήκε έτσι σοβαρός και λυπημένος μας κατατρόμαξε είχε ύφος επίσημο το μέτωπό του συνοφρυωμένο μας κύτταξε καμπόσο σιωπηλά περιμέναμε κρεμασμένοι Από το στόμα του. Κα- ποια ώρα αρχίνησε:
— θέλω να σας πω, παιδιά, κάτι που θα σας πικράνει…
Ο πατέρας του συμμαθητού σας Μελά, έπεσε πολεμώντας…
Ελεγε, έλεγε κι όμως το παιδικό μας μυαλό δε συγκρατούσε παρά λέξεις:
—Ήρωας… Μακεδονία… Μίκης Ζέζας… ορφάνεψε…
Τα μάτια μας τρέχανε ποτάμι…
Έπειτα, δε θυμάμαι πως σχολάσαμε. Η πίκρα μας μεταδόθηκε και στο σπίτι* μα θαρρώ πως κι’ όλη η πρωτεύουσα ήταν βουτημένη στο πένθος…
Από κείνη τη μέρα κυττάζαμε το Μίκη Μελά σαν κάτι ανώτερο από μας’ είχε δώσει τον πατέρα του για την Πατρίδα…
*
Περασμένα πάνω από τριάντα χρόνια, βρέθηκα —: στα 1936— στην Κέρκυρα.
Ειχ΄ ανάγκη να συναντήσω το Νομάρχη. Ζήτησα Ακρόαση και μπαίνοντας βρέθηκα πρόσωπο με πρόσωπο μπροστά στο Μίκη το Μελά.
— Mα κάπου γνωριζόμαστε! μου λέγει αμέσως χαμογελώντας.
Και διατηρούσε το ίδιο χαμόγελο που είχε σαν αγόρι κι ήταν μελαχρινός, με ματόφρυδο βαθύ και γλυκύτατο, με χείλια σαν κεράσι, ψηλός, με μακριά μέλη ίδιος ο πατέρας του. Εκείνο το βράδυ το περάσαμε μαζί και μείναμε αργά τη νύχτα’ κάτω από τα΄ Αστέρια θυμηθήκαμε τα παιδικά μας χρόνια και μες΄ στη νύχτα μου ξανάπε την Αληθινή ιστορία του Παύλου Μελά πούπεσε για τη λευτεριά της Μακεδονίας μας…
.
απόσπασμα-ολόκληρο το άρθρο στον σύνδεσμο: yaunatakabara.blogspot.gr
Εκείνη τη χρονιά μπαίναμε στο Σχολαρχείο έπειτ’ από καιρό διάβασα ένα γράμμα πουχε στείλει στην γυναίκα του ο πατέρας του Μελά, γραμμένο στη Μακεδονία στις 25 Σεπτεμβρίου 1904:
“Χαίρω ότι ο Μίκης θα υπάγη εις την Α’ Ελληνικού ,Νάτα μου…
τον σφίγγω εις την καρδιά μου…”
Κάποια βροχερή Δευτέρα, φτάσαμε μουσκεμένοι στο σκολειό.
Το κουδούνι που μας μάζευε κάθε πρωί στην τάξη δεν ακούστηκε παρά ο κυρ – Θωμάς, ο Ηπειρώτης επιστάτης, που μας πουλούσε και κουλούρια, μας κάλεσε με το στόμα να μπούμε στην αίθουσα είχε σπάσει το κουδούνι, μας είπε. Στην κακή μας προδιάθεση Από τη βροχή ήρθε τώρα κι άλλη αφορμή να μας κακοκαρδίση ήταν τόσο χαρούμενο κάθε πρωί εκείνο το κουδούνι! Σιωπηλοί πήραμε τη θέση μας στα θρανία…
Κοιτάξαμε . ο Μίκης Μελάς έλειπε’ κάποιος πρόφτασε να μουρμουρίσει :
– Σκοτώθηκε ο πατέρας του!…
Ώσπου να ρωτήσουμε καλά – καλά και να καταλάβουμε τι έτρεχε, άνοιξ’ η πόρτα και φάνηκε ο κύριος Μακρής, Σπάνια τον βλέπαμε στην τάξη κι’ η εμφάνισή του — επιβλητική—
Από φυσικού του και καμαρωτή για το σχολείο που διηύθυνε — πάντα μας έκανε να καρδιοχτυπάμε. Τώρα όμως που μπήκε έτσι σοβαρός και λυπημένος μας κατατρόμαξε είχε ύφος επίσημο το μέτωπό του συνοφρυωμένο μας κύτταξε καμπόσο σιωπηλά περιμέναμε κρεμασμένοι Από το στόμα του. Κα- ποια ώρα αρχίνησε:
— θέλω να σας πω, παιδιά, κάτι που θα σας πικράνει…
Ο πατέρας του συμμαθητού σας Μελά, έπεσε πολεμώντας…
Ελεγε, έλεγε κι όμως το παιδικό μας μυαλό δε συγκρατούσε παρά λέξεις:
—Ήρωας… Μακεδονία… Μίκης Ζέζας… ορφάνεψε…
Τα μάτια μας τρέχανε ποτάμι…
Έπειτα, δε θυμάμαι πως σχολάσαμε. Η πίκρα μας μεταδόθηκε και στο σπίτι* μα θαρρώ πως κι’ όλη η πρωτεύουσα ήταν βουτημένη στο πένθος…
Από κείνη τη μέρα κυττάζαμε το Μίκη Μελά σαν κάτι ανώτερο από μας’ είχε δώσει τον πατέρα του για την Πατρίδα…
*
Περασμένα πάνω από τριάντα χρόνια, βρέθηκα —: στα 1936— στην Κέρκυρα.
Ειχ΄ ανάγκη να συναντήσω το Νομάρχη. Ζήτησα Ακρόαση και μπαίνοντας βρέθηκα πρόσωπο με πρόσωπο μπροστά στο Μίκη το Μελά.
— Mα κάπου γνωριζόμαστε! μου λέγει αμέσως χαμογελώντας.
Και διατηρούσε το ίδιο χαμόγελο που είχε σαν αγόρι κι ήταν μελαχρινός, με ματόφρυδο βαθύ και γλυκύτατο, με χείλια σαν κεράσι, ψηλός, με μακριά μέλη ίδιος ο πατέρας του. Εκείνο το βράδυ το περάσαμε μαζί και μείναμε αργά τη νύχτα’ κάτω από τα΄ Αστέρια θυμηθήκαμε τα παιδικά μας χρόνια και μες΄ στη νύχτα μου ξανάπε την Αληθινή ιστορία του Παύλου Μελά πούπεσε για τη λευτεριά της Μακεδονίας μας…
.
απόσπασμα-ολόκληρο το άρθρο στον σύνδεσμο: yaunatakabara.blogspot.gr
ο Παύλος Μελάς ξεψύχησε με τα ονόματα των παιδιών του στο στόμα…υπήρξε πολύ τρυφερός πατέρας και σύζυγος…