Την ίδια ώρα, η κυρία Ηλέκτρα έμπαινε στην κουζίνα μ’ έναν παπά. Ήταν κοντός, λιγνός, μικρούλης στο ράσο του, με λιγοστά γένια, όπου πολλές άσπρες τρίχες ανακατώνουνταν με τις μαύρες. Τα μάτια του όμως, ζωηρά, νεανικά, έμοιαζαν να διαμαρτύρονται για τις άσπρες τρίχες της γενειάδας του.
– Μπα, Αποστόλη! Πού βρέθηκες; είπε η κυρία Ηλέκτρα. Ίσα ίσα που σε θέλω. Τρία θρανία είναι ετοιμόρροπα και ένα έχασε το τέταρτο πόδι του. Δάσκαλε, είναι τούτος ο Αποστόλης, ο μαραγκός μας, πρόσθεσε αποτείνοντας τον λόγο στον ιερωμένο. Μας έλειψε καιρό…
Πηγή : Διακόνημα