“῎Ανθρωπον οὐκ ἔχω”
῞Ενα θαῦμα ὑπομονῆς καί ἐλπίδας εἶναι ὁ παράλυτος τοῦ εὐαγγελικοῦ ἀναγνώσματος τῆς σημερινῆς Κυριακῆς, πρίν νά δεχθεῖ τό θαῦμα τῆς θεραπείας του ἀπό τόν Κύριο ᾽Ιησοῦ Χριστό. Τριάντα ὀχτώ χρόνια ὑπέμενε καί ἤλπιζε γιά τή θεραπεία του, προσδοκώντας ὅτι κάτι θά συνέβαινε ὥστε καί αὐτός νά δεχθεῖ τήν ἰαματική ἀναταραχή τῶν ὑδάτων καί νά γίνει ὑγιής. Κι ἡ θαυμαστή αὐτή ὑπομονή καί προσμονή του ἐπιβραβεύεται ἀπό τόν Θεό μέ μοναδικό τρόπο: ὄχι κάποιος ἄνθρωπος, ἀλλ᾽ ὁ ἴδιος ὁ ἐν σαρκί Θεός, ὁ τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος᾽ ᾽Ιησοῦς Χριστός, ἔρχεται πρός θεραπεία του. Τό παράπονό του ῾ἄνθρωπον οὐκ ἔχω, ἵνα ὅταν ταραχθῇ τό ὕδωρ βάλῃ με εἰς τήν κολυμβήθραν᾽, εἰσπράττει ὡς ἀπάντηση τήν παρουσία τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστός πάντοτε ἔρχεται στόν ἄνθρωπο, καί ἰδίως σ᾽ αὐτόν πού βρίσκεται σέ ταλαιπωρία καί θλίψη καί ἀνάγκη. Καί μάλιστα πιό πολύ σ᾽ ἐκεῖνον πού βιώνει τόν πόνο χωρίς ἀνθρώπινη παρουσία καί παρηγοριά. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, οἱ πονεμένοι καί ἀναγκεμένοι καί μάλιστα μόνοι, εἶναι οἱ ἀγαπημένοι τοῦ Θεοῦ, κατά τή γνωστή ἔκφραση τοῦ Γέροντος Παϊσίου. Κι εἶχε καί ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας Παΐσιος βιώσει τήν ἰδιαίτερη αὐτή ἀγάπη καί εὔνοια τοῦ Θεοῦ, ὅταν βρέθηκε σέ παρόμοια κατάσταση ἀνάγκης καί μοναξιᾶς, νά ᾽ναι ἄρρωστος καί σέ ἡμέρες μεγάλου χιονιᾶ μόνος καί ἀβοήθητος. Ὁ Κύριος, ἀπεκάλυψε ὁ Γέροντας, τοῦ ἔστειλε ἀγγέλους νά τόν θερμαίνουν καί νά τόν ὑπηρετοῦν, τόσο πού ὅταν ἦλθαν κάποια στιγμή καλόγεροι νά τόν βοηθήσουν, ἀνησυχώντας γιά τόν ἀποκλεισμό του, τούς παραπονέθηκε ὅτι ἦρθαν αὐτοί καί ἔδιωξαν τούς ἀγγέλους!
῎Ερχεται ὁ Κύριος πάντοτε, ἀλλά συχνά φαίνεται ὅτι ἀργεῖ. Διότι δικαίως θά ἐρωτήσει κάποιος: τριάντα ὀχτώ χρόνια δέν εἶναι πολλά, γιά νά ἐπανέλθουμε στόν παράλυτο τοῦ εὐαγγελίου; Γιατί ἄργησε τόσο ὁ Θεός τήν παρουσία Του; Τό ἐρώτημα πού βεβαίως τίθεται ἀντιστρόφως εἶναι: ἡ παρουσία τοῦ Θεοῦ εἶναι μόνον μία ἐμφανής παρουσία, σωματικῆς θά λέγαμε τάξεως; ᾽Εκεῖ πού ὁ Θεός φαίνεται ἀπών εἶναι καί πράγματι ἀπών; Προφανῶς, τήν ὑπομονή καί τήν ἐλπίδα στόν παράλυτο ἔδινε ὁ ἴδιος ὁ Θεός ὡς χάρη, πού πρέπει νά τόν ἀνέβαζε πνευματικά σέ μεγάλο ὕψος. Ὁ παράλυτος, πέρα ἀπό τό ἀνθρώπινο παράπονό του, δέν φαίνεται νά κατηγορεῖ κάποιον, πολλῷ μᾶλλον δέν γογγύζει κατά τοῦ Θεοῦ οὔτε καί βλασφημεῖ - πράγματα πού συχνά διαπιστώνουμε σέ παρόμοιες καταστάσεις ἄλλων συνανθρώπων – πού σημαίνει ὅτι ἦταν ἄνθρωπος προσευχῆς καί ἐπιβεβαίωνε ἔμπρακτα τό τῆς Γραφῆς: ῾ὑπομένων ὑπέμεινα τόν Κύριον καί προσέσχε μοι᾽. ῎Ετσι ζοῦσε μᾶλλον σέ μία χαρισματική κατάσταση, ἔστω καί μέσα στή θλίψη του, ἤ μᾶλλον ἐξαιτίας αὐτῆς, πού σφραγίστηκε ἁπλῶς στό τέλος μέ τή σωματική θεραπεία του ἀπό τόν Χριστό.
Θυμίζει ἡ περίπτωσή του κάτι ἀπό τή ζωή τοῦ μεγάλου ἁγίου ᾽Αντωνίου, πού ὅταν τόν βρῆκαν μισοπεθαμένο ἀπό δαιμονικά κτυπήματα οἱ συχωριανοί του καί τόν ἔβαλαν μέσα στό ναό, ἐξέφρασε τό παράπονό του στόν Κύριο, μόλις αἰσθάνθηκε τήν παρουσία Του ὡς ἀκτίνα παρηγοριᾶς καί θεραπείας, λέγοντας γιατί τόν ἄφησε μόνο καί ἀβοήθητο στούς πνευματικούς του ἀγῶνες. Κι ὁ Κύριος τοῦ ἀπεκάλυψε ὅτι ἦταν πάντοτε κοντά του, τόν παρακολουθοῦσε καί τόν ἐνίσχυε μυστικῶς, προσδοκώντας ἀκριβῶς τήν ἐν ὑπομονῇ πίστη καί ἐλπίδα του σ᾽ Αὐτόν. Γι᾽ αὐτό καί τοῦ ὑπόσχεται ὅτι θά τόν κάνει μεγάλο καί τρανό ἀνά τά πέρατα τοῦ κόσμου. ῎Ετσι ὁ Κύριος ὅταν φαίνεται ὅτι εἶναι ἀπών στά παθήματα καί τίς δοκιμασίες μας, εἶναι στήν πραγματικότητα παρών μ᾽ ἕναν ἄλλον τρόπο. Καί θά πρέπει πάντοτε νά θυμόμαστε αὐτό πού σημειώνει ἰδιαιτέρως ὁ ἅγιος ᾽Ισαάκ ὁ Σύρος, ἀκολουθώντας κι αὐτός βεβαίως τήν πνευματική σκέψη τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου καί ἰδίως τοῦ ἀπ. Παύλου, ὅτι σ᾽ αὐτές τίς δύσκολες καταστάσεις δοκιμασίας μας ἔχουμε ἤδη πάρει μυστικῶς ἀπό τόν Κύριο τή δύναμη ν᾽ ἀντέχουμε, ὥστε μέ τή χάρη ᾽Εκείνου νά περνᾶμε τά παθήματά μας. Προηγεῖται, λέει συγκεκριμένα, ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καί τά στηρίγματα πού μᾶς δίνει, κι ἔπειτα ἐπιτρέπει καί παραχωρεῖ τήν ὅποια δοκιμασία. Εἶναι ἡ μέθοδος τοῦ Θεοῦ γιά νά μᾶς ἀνεβάζει σέ ἀνώτερη πνευματική βαθμίδα.
῎Ετσι ὁ παράλυτος τῆς ὁμώνυμης Κυριακῆς δέν φαίνεται νά εἶναι ἕνα ἁπλός ἄνθρωπος. Μέσα ἀπό τό ὅλο περιστατικό ἀποκαλύπτεται τό ψυχικό καί πνευματικό του μεγαλεῖο, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπομονή, ἡ πίστη του στόν Θεό. Καί θά μᾶς θυμίζει πάντοτε ὅτι ὅσο κι ἐμεῖς θά ὑπομένουμε ἐν πίστει τίς ὅποιες δοκιμασίες μας, χωρίς νά ῾ἐκβιάζουμε᾽ τόν Θεό γιά μία ἄμεση ἐπέμβασή Του, δείχνοντας ἑπομένως μέ τήν ἀνυπομονησία μας τήν ὀλιγοπιστία μας πρός Αὐτόν, τόσο θά πρέπει νά εἴμαστε ἕτοιμοι καί γιά τήν ἔκπληξη τῆς θαυμαστῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ στή ζωή μας. ῎Ισως ὅμως θά πρέπει καί νά σκεφτόμαστε ὅτι αὐτή ἡ ὑπομονή καί ἡ ἐν πίστει προσμονή μας μᾶς θέσει τελικῶς στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ὡς μάρτυρες ἐνώπιόν Του.