Ξεκίνησε το Ιερό Σαρανταλείτουργο των Χριστουγέννων στη Χρυσοπηγή

Ξεκίνησε το Ιερό Σαρανταλείτουργο των Χριστουγέννων στη Χρυσοπηγή
Κάντε κλικ στην εικόνα .Μάθετε περισσότερα

Διαβάστε σήμερα..

"

Τρίτη 5 Απριλίου 2016

Κάποιο Μεγάλο Σάββατο στην Πόλη....

86036

Σαρακοστή   του   1955.   Ό Αγιορείτης Πνευματικός βρέθηκε  στην  Κωνσταντι­νούπολη για να λειτουργήσει καί να εξο­μολογήσει τους Χριστιανούς. Πρώτη φορά στον τόπο, μα δεν ένιωθε ξένος. Τον στείλανε σε μια μικρή Εκκλησία στο Γα­λατά όπου ξωμάχοι ναυτικοί καί προσκυ­νητές δικοί μας ήταν το μικρό ποίμνιο του Χριστού.


Να άνεβήτε πάνω, του είπε ό άνθρω­πος του Ναού, είναι καί μερικοί ξένοι. Θέ­λουν να εξομολογηθούν. Είναι από μα­κριά.- Να “ναι ευλογημένο, έκαμε ό παπ­πούς. Καί με τί γλώσσα θα μιλήσουμε με τούτους τους ξένους πού πέρα άπ” τα ελληνικά άλλα δεν ξέρω; «Ας είναι… έχει ό Θεός.»Αμα ανέβηκε, καμμιά δεκαριά χωρικοί περίμεναν στο μισοσκόταδο. Κι άμα τον άντίκρυσαν βαλαν μετάνοια στρωτή. Ό πιο μεγάλος του μίλησε με διάλεκτο Πο­ντιακή. Τα “χασε ό Γέροντας. «Είμαστε Χριστιανοί, πάτερ, από τον Πόντο κι ήρθαμε σήμερα να μας ξομολογήσεις καί να μας μεταλάβεις».-  Να “ναι βλογημένο, είπε ό γέροντας,καί σκέφτηκε πώς ό Θεός όλα τα οικονο­μάει με χάρη αφού ό ϊδιος ό γέροντας γνώριζε την αρχαία λαλιά πού μιλούσαν τούτοι οι χωρικοί.Κι ό άνθρωπος συνέχισε· «Δεν άφήκαν οι Τούρκοι το χωριό μας τότε με την ανταλλαγή να φύγει για την Ελλάδα, γιατί τα νεφούζια μας (ταυτότητες) ήταν με ονόματα Τουρκικά. Στά φανερά το λοιπόν είμαστε Τούρκοι, μα στα κρυφά χριστιανοί καί «Ελληνες καί περιμένουμε να μας γλυ­τώσει ό Θεός από τη σκλαβιά. Στά φανε­ρά λεγόμαστε Χασάν καί Μεμέτ, μα τα πραγματικά μας ονόματα είναι Παναγιώ­της καί Γιώργης. Καί σε υπόγειες εκκλη­σιές γιορτάζουμε το Πάσχα, τα Χριστού­γεννα, της Παναγιάς, μόνοι δίχως παπά. Πρίν την ανταλλαγή παίρναμε παπά από γειτονικά χριστιανικά χωριά καί μας βάφτι­ζε, μας στεφάνωνε καί μας λειτουργούσε. Τώρα τριάντα χρόνια καί δεν έχουμε ακού­σει από χείλη παπά το «Χριστός Ανέστη». Καί θάβουμε τους δικούς μας αδιάβαστους καί τα παιδιά μας είναι άβάφτιστα, καί μετά παντρεύονται χωρίς παπά.Ό Πνευματικός τ άκουγε σαστισμένος καί του φαινόταν ότι διάβαζε συναξά­ρι της εποχής του Διοκλητιανού, μη μπο­ρώντας να συγκρατήσει τα δάκρυα του. «Αμα συνήλθε κάλεσε το γεροντότερο καί του είπε να πάρει από το παγκάρι τόσα κε­ριά όσες ψυχές είναι στο χωριό τους καί να μοιράσει σ” όλους από μια δέσμη. Ύστερα ασφάλισε τις πόρτες από μέσα κι άρχισε να ψάλλει τον Κανόνα του Μ. Σαββάτου «Κύματι θαλάσσης». Φόρεσε τα λευκά άμφια καί βγήκε άπ” την Ωραία Πύ­λη μ” αναμμένη λαμπάδα καί με φωνή τρε­μάμενη είπε «Δεύτε λάβετε φως». Αφού διάβασε το Β” έωθινό έψαλλε το «Χριστός Ανέστη». Όλοι τους αγκαλιάστηκαν και μόνο έκλαιγαν. Ό γέροντας πήρε στα χέ­ρια του ένα παιδί κι άρχισε καί κείνος να κλαίει χωρίς σταμάτημα.-  Πάτερ, να “χουμε την ευχή σου, κάτι ακόμα, ξανάπε ό μεγαλύτερος· τα παιδιά μας, παππούλη, είναι άβάφτιστα.»Εμειναν σύμφωνοι καί το βράδυ ό γερο-Πνευματικός,έκανε μυστικά τη βάφτι­ση των παιδιών. Ύστερα τα έβαλαν να κοιμηθούν κι οι μεγάλοι ξημερωθήκανε στο ναό. Τους ξομολόγησε ό γέροντας, τους έκαμε εύχέλαιο καί παράκληση καί ένόσω διάβαζε εκείνος,έψαλλαν γονατι­στοί το «Κύριε έλέησον» καί «Παναγία Θεοτόκε σώσον ημάς».Μετά ζήτησε σε όλους τα κεριά την ήμερα του Πάσχα να τα δώσουν σε όλους στο χωριό καί να τ” ανάψουν βαπτισμένοι καί άβάπτιστοι καί να ψάλλουν το «Χρι­στός Ανέστη». Καί όσοι είναι βαπτισμένοι να μεταλάβουν από την Αγία Κοινωνία πού θα τους δώσει να πάρουν μαζί τους.»Υστερα τέλεσε τη λειτουργία καί τους μετέλαβε όλους, πρώτα τα νεοφώτιστα, τις γυναίκες ύστερα κι έπειτα τους άνδρες. Όλα έγιναν εντάξει.»Οταν τέλειωσαν, οι πιστοί κύκλωσαν τον πατέρα τους καί δεν θέλαν να τον αφήσουν. Θρήνος καί όδυρμός για την καινούργια ορφάνια. Το πλοϊο της γραμμής σφύριζε κι έπρεπε να φύγουν.-   Σέ παρακαλούμε, παππούλη, να μας μνημονεύεις να “χουμε την ευχή σου.-   Να πείτε τις ευχές μου στους χρι­στιανούς. Να “ναι καλά καί να πιστεύουν στο Θεό καί την Ελλάδα μας. Δεν θα σας λησμονήσω ποτέ. Ό Θεός να σας ευλογεί.Καί πώς να λησμονήσει ό γέροντας τα δάκρυα πού βρέξαν τα χέρια του όταν προσευχόταν στο Θεό με τούτα τα λόγια. «Μνήσθητι της ταλαιπωρίας των πτωχών καί του στεναγμού των πενήτων».
(Ελεύθερη διασκευή από  το κείμενο  του  μακαριστού  γέροντος  Γαβριήλ Διονυσιάτου  "περί της τραγωδίας των Κρυπτοχριστιανών"
του π. Εφραίμ Παναούση)
Recommended Post Slide Out For Blogger