Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα
Οι Απόστολοι Ακύλας και Πρίσκιλλα ήσαν ένα ευλογημένο ανδρόγυνο. Κατάγονταν από τον Πόντο και κατοικούσαν στην Κόρινθο. Ήσαν και οι δύο σκηνοποιοί στο επάγγελμα και είχαν την μεγάλη ευλογία στην ζωή τους να γνωριστούν με τον Απόστολο Παύλο, όταν εκείνος πήγε στην Κόρινθο. Τον φιλοξένησαν στο σπίτι τους και εργάζονταν μαζί, αφού ήσαν ομότεχνοι. Όπως είναι γνωστόν ο Απόστολος των Εθνών για να εξασφαλίζη τα καθημερινά έξοδά του και να μην επιβαρύνη κανέναν, ασκούσε το επάγγελμα του σκηνοποιού. Οι άγιοι Ακύλας και Πρίσκιλλα συνδέθηκαν μαζί του και έγιναν έμπιστοι φίλοι και συνεργάτες του. Ήταν γι’ αυτούς απλανής διδάσκαλος και φωτισμένος πνευματικός Πατέρας.
Το ότι δεν είχαν σαρκικά παιδιά τούς διευκόλυνε, σίγουρα, στις μετακινήσεις τους και τούς έδωσε την δυνατότητα να τον ακολουθήσουν σε διάφορες περιοδείες του. Τον διακονούσαν και συγχρόνως τρέφονταν με τα ζωήρρυτα νάματα της θεόπνευστης διδασκαλίας του. Σε μερικές επιστολές του, όπως στην Α' προς Κορινθίους και στην Β' προς Τιμόθεον, τούς στέλλει χαιρετισμούς. Στην προς Ρωμαίους επιστολή του τούς επαινεί και τούς ευχαριστεί ο ίδιος προσωπικά, αλλά και εκ μέρους των κατά τόπους Εκκλησιών, για την αυταπάρνηση και την ανιδοτελή τους αγάπη. «Χαιρετήστε την Πρίσκιλλαν και τον Ακύλαν, τούς συνεργάτας μου εν Χριστώ Ιησού, οι οποίοι χάριν της ζωής μου εκινδύνευσαν να αποκεφαλισθούν και τούς οποίους όχι μόνον εγώ ευχαριστώ, αλλά και όλαι αι Εκκλησίαι των εθνών» (κεφ. ιστ', 3-4).
Μελετώντας τις Πράξεις των Αποστόλων, που συνέγραψε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, τούς βλέπουμε μαζί με τον Απόστολο Παύλο στην Συρία και κατόπιν στην Έφεσο. Μάλιστα στην Έφεσο συναντήθηκαν με τον Απολλώ, τον οποίον επήραν κοντά τους και του ανέπτυξαν ακριβέστερα την «οδόν του Θεού». Ο Απολλώ ήταν φλογερός κήρυκας του Ευαγγελίου, αλλά δεν γνώριζε τα περί της ελεύσεως του Αγίου Πνεύματατος, «δι’ επιθέσεως των χειρών των Αποστόλων», στους βαπτιζομένους. Αυτός εγνώριζε μόνον το βάπτισμα του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, το οποίο όμως ήταν βάπτισμα μετανοίας.
Λαμβάνοντας αφορμή από τον βίο και την πολιτεία του αγίου αυτού ανδρογύνου πολλά μπορούμε να αναπτύξουμε. Περιοριζόμαστε όμως στα παρακάτω:
Πρώτον, το γεγονός ότι δεν είχαν αποκτήσει παιδιά δεν έπαιξε αρνητικό ρόλο στην ζωή τους και δεν στάθηκε ικανό να παγώση την αγάπη τους και να ψυχράνη τις μεταξύ τους σχέσεις, όπως συμβαίνει, δυστυχώς, σε πολλές περιπτώσεις. Και τούτο γιατί η ποιότητα της αγάπης τους ήταν τέτοια, που δεν ήταν δυνατόν να επηρεασθή από αυτό το γεγονός. Ήταν αληθινή αγάπη, ανιδιοτελής και όχι σαρκική και εμπαθής. Αγαπούσαν και οι δύο τον Θεό και αυτή η αγάπη τούς ένωνε και μεταξύ τους. Το γεγονός ότι δεν τεκνοποίησαν το είδαν σαν θέλημα του Θεού και έκαναν υπακοή, διατηρούντες έτσι την εσωτερική ειρήνη και την ενότητα μεταξύ τους.
Βέβαια, τα παιδιά είναι καρπός της συζυγίας και η απουσία τους δημιουργεί ίσως κάποια προβλήματα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι η παρουσία των παιδιών στον γάμο είναι χωρίς προβλήματα. Πρέπει να συνειδητοποιηθή από τούς συζύγους ότι τα παιδιά είναι καρπός και όχι σκοπός του γάμου. Γιατί σκοπός του κατά Χριστόν γάμου, όπως και της κατά Χριστόν παρθενίας, είναι η θέωση, η σωτηρία της ψυχής. Ο γάμος, όπως και η παρθενία είναι δύο δρόμοι που οδηγούν στο ίδιο τέλος. Όταν τίθεται η τεκνοποι|α ως ο σκοπός του γάμου, τότε είναι φυσικόν στην αντίθετη περίπτωση να υπάρχη απογοήτευση με όλα τα επακόλουθα. Εάν θεωρείται πρόβλημα και δοκιμασία η απουσία των παιδιών στον γάμο, η παρουσία και η ανατροφή τους είναι στην πραγματικότητα γολγοθάς και σταυρός. Η αποδοχή του θελήματος του Θεού, σε κάθε περίπτωση, διασφαλίζει την εσωτερική ειρήνη και την ενότητα μεταξύ των συζύγων. Η ανιδιοτελής προσφορά και η διακονία προς τούς «ελαχίστους αδελφούς του Χριστού», συμβάλλει τα μέγιστα στην απόκτηση εσωτερικής πληρότητος.
Δεύτερον, το ότι δέχονταν την καθοδήγηση και τις συμβουλές του Αποστόλου Παύλου στα διάφορα προβλήματα που αναφύονταν στις μεταξύ τους σχέσεις, αυτό είχε σαν αποτέλεσμα να διασφαλίζεται η μεταξύ τους ενότητα και να αυξάνη η αγάπη. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό, το να μη φθίνη, δηλαδή, και να ξεθωριάζη η αγάπη με το πέρασμα του χρόνου, αλλά αντίθετα να αυξάνεται και να δυναμώνη. Τό να έχουν οι σύζυγοι πνευματικό Πατέρα και να τον συμβουλεύονται, αυτό δεν δεσμεύει την ελευθερία τους. Αντίθετα, μάλιστα, την διασφαλίζει και τούς βοηθά να αποφεύγουν τα μεγαλύτερα και σοβαρότερα λάθη και να φθάνουν στην, κατά το δυνατόν, ορθότερη λύση των διαφόρων προβλημάτων, που αντιμετωπίζουν, κατά καιρούς, στην ζωή τους. Ο πνευματικός Πατέρας έχει την δυνατότητα να βοηθά ουσιαστικά, επειδή το κάνει με τον φωτισμό του Θεού, αλλά και επειδή είναι έξω από το πρόβλημα και γι’ αυτό έχει την δυνατότητα να βλέπη τα πράγματα καθαρότερα και να τα αντιμετωπίζη με νηφαλιότητα και ψυχραιμία.
Κατά την διάρκεια του μυστηρίου του γάμου, όταν ψάλλεται ο «χορός του Ησαΐα», ο Ιερεύς προπορεύεται των Νεονύμφων κρατώντας στα χέρια του το Ευαγγέλιο. Αυτό σημαίνει ότι ο Ιερεύς, ως πνευματικός Πατέρας, πρέπει να προπορεύεται και οι νεόνυμφοι να τον ακολουθούν, δηλαδή να τον συμβουλεύονται και να τον υπακούουν. Και, βέβαια, αυτός θα πρέπη να τούς καθοδηγή όχι βάσει δικών του σκέψεων και στοχασμών, αλλά σύμφωνα με το πνεύμα του ιερού Ευαγγελίου.
Τα λόγια του Αποστόλου Παύλου για τούς αγίους Ακύλα και Πρίσκιλλα: «χάριν της ζωής μου εκινδύνευσαν να αποκεφαλισθούν», φανερώνουν το μεγαλείο της ψυχής των Αγίων, τον τρόπο της ζωής τους και την ποιότητα της αγάπης τους, που δοκιμάστηκε και άντεξε στις πιο αντίξοες συνθήκες και που με το πέρασμα του χρόνου αυξανόταν συνεχώς και δυνάμωνε.