Πρωτοπρεσβύτερου Ιωάννη Ζόζουλακ
O απόστολος Πέτρος ήταν Ιουδαίος και καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίος. Ό αδελφός του ήταν ό απόστολος Ανδρέας ό πρωτόκλητος μαζί με τον όποιον ασκούσαν το επάγγελμα του ψαρά στη λίμνη Γεννησαρέτ. Είναι γνωστό ότι ό Πέτρος ήταν έγγαμος αλλά για τη γυναίκα του στην Καινή Διαθήκη δεν αναφέρεται τίποτε. Από το Ευαγγέλιο ξέρουμε πώς ό Χριστός θεράπευσε την πεθερά του.
Ό Πέτρος ήταν από τους πρώτους πού ακολούθησαν τον Κύριο. Πρώτα ό αδελφός του Ανδρέας παρουσίασε τον Πέτρο στον Χριστό. Όταν ό Χριστός έφθασε στη λίμνη της Γεννησαρέτ συνάντησε τούς δύο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα οι όποιοι έριχναν τα δίχτυα τους. Αμέσως μετά την κλήση τους, άφησαν τα δίχτυα και τις οικογένειες τους και τον ακολούθησαν.
Ό απόστολος Πέτρος ήταν υιός του Ιωνά. Το όνομα του ήταν Σίμωνας και ό Ιησούς Χριστός τον ονόμασε Πέτρο (στα ελληνικά), δηλαδή Κηφάς (στα άραμάίκά) πού σημαίνει πέτρα. Ό Χριστός με αυτόν τον τρόπο ήθελε να τονίσει τη σταθερότητα του χαρακτήρα του.
Ό Απόστολος Πέτρος ήταν μάλλον στην ηλικία ό μεγαλύτερος από τούς μαθητές του Κυρίου. Στον χαρακτήρα του ήταν πολύ ενθουσιώδης και είχε φλογερό ζήλο για τον Χριστό. Ήταν εκφραστικός και δυναμικός χαρακτήρας, ενεργητικός και πολλές φορές αναλάμβανε πρωτοβουλίες. Διακρίνεται ανάμεσα στους συμμαθητές τους για τον αυθορμητισμό και τη θερμότητα του. Συχνά σπεύδει να εκφράσει αυτό πού όλοι σκέπτονται. Ή αγάπη και ή αφοσίωση του προς τον Κύριο ήταν υποδειγματική. Ξεχώριζε για το θάρρος και την τόλμη του. Ακολούθησε το Χριστό πιστά και την ώρα της σύλληψης Του αντέδρασε βίαια.
Τον ακoλούθησε επίσης γεμάτος αγωνία και θλίψη στο ανίερο δικαστήριο του ιουδαϊκού ιερατείου, παρ' όλο ότι σε μία στιγμή αδυναμίας και φόβου Τον αρνήθηκε τρεις φορές με όρκο. Μετά το λάλημα του πετεινού θυμήθηκε τα λόγια του Χριστού, πού του είχε προαναγγείλει την πτώση του στο αμάρτημα της άρνησης. Βγήκε έξω και έκλαψε πικρά και μετανόησε. Ό Χριστός, μετά την Ανάσταση Του, τον αποκατάστησε στο αποστολικό αξίωμα, αφού τον ερώτησε τρεις φορές αν τον αγαπά. Έπειτα του έδωσε την εντολή να ποιμαίνει τα λογικά Του πρόβατα
Πρέπει να προσέξουμε τούς λόγους του Κυρίου στον απόστολο Πέτρο πού αυθόρμητα ομολόγησε και γρήγορα μετανόησε για την άρνηση του Κυρίου: «...συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησία, ...δώσω σοι τας κλεις της βασιλείας...» και «Σίμων Ιωνά αγαπάς με πλείον τούτων; λέγει αύτώ. ναι. Κύριε, σύ οίδας ότι φιλώ σε Λέγει (=ό Κύριος) αύτώ(=τω Πέτρω). Βόσκε τα αρνιά μου...».
Ό Κύριος είπε στον Πέτρο ότι θα οικοδομήσει την Εκκλησία «επί ταύτη τη πέτρα» όταν ό Πέτρος ομολόγησε ότι ό Χριστός είναι «ό Υιός του Θεού του ζώντος». Ή οικοδόμηση - θεμελίωση της Εκκλησίας γίνεται στην ομολογία της ορθής πίστεως, «επί ταύτη τη πέτρα» πού εξασφαλίζει την ενότητα και στην περίπτωση εδώ εκφράζεται από τον Πέτρο.
Ό Στυλιανός Παπαδόπουλος υπογραμμίζει: «Δεν είναι ό Πέτρος ό θεμέλιος επί του οποίου στηρίζεται και οικοδομείται ή Εκκλησία, θεμέλιος είναι ή ορθή πίστη και αποδοχή της, ή ομολογία. Δεν γίνεται δηλαδή ό Πέτρος θεμέλιος ένεκα της ομολογίας του, αλλά θεμέλιος είναι ή ίδια ή ομολογία».
Ή πίστη στη θεότητα του Ιησού Χριστού είναι ή πέτρα, πάνω στην οποία οικοδομείται ή Εκκλησία, της οποίας θεμέλιο μοναδικό και αναντικατάστατο είναι το πρόσωπο του Θεανθρώπον, όχι ό Πέτρος ούτε κανείς άλλος άνθρωπος. «Θεμέλιον γάρ άλλον ουδείς δύναται θείναι παρά τον κείμενον, ος εστίν Ιησούς Χριστός», λέει ό απόστολος Παύλος. Αλλά και ό ίδιος ό Πέτρος με έμφαση θα διακηρύξει τον Ιησού Χριστό ως «λίθον ζώντα».
Από κοινού ανέθεσε ό Χριστός σε όλους τούς αποστόλους τη διδαχή και διαποίμανση όλης της οικουμένης όταν τούς απέστειλε με την εντολή «πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη». Δεν φαίνεται πουθενά να αναθέτει ό Κύριος στον απόστολο Πέτρο κάποια ιδιαίτερη δικαιοδοσία όπως δεν έκανε και για κανέναν άλλο από τούς δώδεκα αποστόλους.
Προφανώς την πίστη του Πέτρου διαθέτουν και οι άλλοι μαθητές, γι' αυτό και σ' εκείνους ό Κύριος αναθέτει απαράλλακτα την ίδια εξουσία «Αμήν λέγω υμίν, όσα εάν δήσητε επί της γης, έσται δεδεμένα εν τώ ούρανώ, και όσα εάν λύσητε επί της γης, έσται λελυμένα έν τώ ούρανώ». Ό Χριστός θα επαναλάβει την ανάθεση και θα την κάνει ακόμη πιο συγκεκριμένη μετά την ανάσταση. Θα δώσει σ' όλους τούς μαθητές του το Άγιο Πνεύμα, για να μπορούν να συγχωρούν τις αμαρτίες ως δικοί του εντεταλμένοι.
Στους δώδεκα αποστόλους υπόσχεται ό Χριστός ότι κατά τη Δευτέρα Παρουσία του, «όταν καθίση ό υιός του ανθρώπου επί θρόνου δόξη αυτού, καθίσεσθε και υμείς επί δώδεκα θρόνους, κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ». Δεν κάνει κάποια διάκριση στον Πέτρο, προς το όποιο, μάλιστα, απευθύνεται ό λόγος. Ή ίδια υπόσχεση επαναλαμβάνεται στην προφητεία για την ουράνια πόλη της Αποκαλύψεως, όπου φαίνεται «το τείχος της πόλεως έχον θεμέλιους δώδεκα και έπ' αυτών δώδεκα ονόματα των δώδεκα Αποστόλων τον Άρνίου».
Ό ίδιος ό απόστολος Πέτρος δεν είχε ποτέ τη συνείδηση ότι σε κάτι υπερτερεί των άλλων αποστόλων. Για αυτό, στη ζωή της πρώτης Εκκλησίας, τίποτε δεν αποφασίζει μόνος του. Εισηγείται τα θέματα στο σώμα των δώδεκα, όπως κάνουν και όλοι οι άλλοι, και από κοινού λαμβάνονται οι αποφάσεις. Αυτό βλέπουμε κατά την εκλογή του Ματθία, ό όποιος αντικατέστησε τον Ιούδα, στη διευθέτηση του παραπόνου των ελληνιστών με την εκλογή των επτά διακόνων, στην αποστολική σύνοδο και σε άλλα περιστατικά.
Ή ενότητα της Εκκλησίας εξαρτάται από το γεγονός ότι όλοι οι απόστολοι συνιστούν μέλη του σώματος του Κυρίου, έχουν κεφαλή τον ίδιο τον Κύριο και είναι μεταξύ τους «ομότιμοι» και «ισότιμοι». Γι' αυτό, άλλωστε, ό Παύλος μπορεί να ελέγχει τον Πέτρο και γι' αυτό ό Πέτρος δεν έκρινε σκόπιμο να επιβάλει εξουσιαστικά τις απόψεις του στην Αποστολική Σύνοδο, όπου του εξηγήθηκε ότι σφάλλει. Επιπλέον δεν είναι τυχαίο ότι ό Χρυσόστομος, πού με τόσες αφορμές τονίζει την εξωτερική, ένεκα του αυθορμητισμού, ύπεροχικότητα του Πέτρου, δεν χρησιμοποιεί γι' αυτόν τον όρο «πρωτείο» και φυσικά δεν του τον αποδίδει.
Δεν λέει και δεν γράφει ότι ό «κορυφαίος του χορού» των αποστόλων είχε πρωτείο, μολονότι γνωρίζει τον όρο και μάλιστα τον χρησιμοποιεί για τον διάκονο Στέφανο τον πρωτομάρτυρα, πού λόγω αυξημένης πνευματικής ετοιμότητας είναι «πρόκριτος» και τού δόθηκε περισσότερη χάρη, αν και ή «χειροτονία» των επτά διακόνων ήταν «κοινή».
Όπως λέει ό Ν. Σάκκου, τη συνείδηση της ισότητας του Πέτρου προς τούς άλλους μαθητές επιβεβαιώνει ή ταπείνωση, με την οποία δέχεται αδιαμαρτύρητα τον έλεγχο από τον Παύλο στην Αντιόχεια ,επειδή ή συμπεριφορά του Πέτρου έδινε αφορμή επάρσεως στους εξ Ιουδαίων Χριστιανούς «κατά πρόσωπον αύτώ άντέστην», λέει ό απόστολος Παύλος. Ό Παύλος έπιπλήττει και ό Πέτρος ανέχεται και συμμορφώνεται προς την υπόδειξη. Αυτό σημαίνει αγιότητα και συναίσθηση της ιερής του αποστολής. Την ίδια άγια συναίσθηση βλέπουμε και στις Επιστολές τού αποστόλου Πέτρου, όπου συστήνεται ως «δούλος και απόστολος Ιησού Χριστού». Απευθύνεται προς τούς υφισταμένους του πρεσβυτέρους ως «ό συμπρεσβύτερος». Αναγνωρίζει στο πλήρωμα της Εκκλησίας, στους απλούς Χριστιανούς, την «ισότιμον ημίν λαχούσι πίστιν» και τούς παροτρύνει «την ταπεινοφροσύνη έγκομβώσασθε».
ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒ. ΙΩΑΝΝΗΣ ΖΟΥΖΟΥΛΑΚ
ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΤΟΥ
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΡΕΣΩΒ ΣΛΟΒΑΚΙΑΣ.