+++ Ολοκληρώθηκε η φιλοξενία της Τιμίας κάρας του Οσίου Δαβίδ.Με τη χάρη και την ευλογία του Θεού ολοκληρώθηκε η φιλοξενία της Τιμίας κάρας του Οσίου Δαβίδ στην Ιερά Μονή Παναγίας Χρυσοπηγής Πολυδενδρίου Αττικής από την Παρασκευή 17 έως την Κυριακή 19 Οκτωβρίου .Η Αγία κάρα του Οσίου έφθασε στο μοναστήρι μας την Παρασκευή 17 Οκτωβρίου στις 12 το μεσημέρι όπου ετελέσθη η Ιερά παράκληση .Πλήθος Προσκυνητών ήρθαν με ευλάβεια να προσκυνήσουν την Αγία κάρα και να τον επικαλεσθούν για τις ψυχικές και σωματικές ασθένειες και ανάγκες τους Κατά τη διάρκεια της παραμονής τελέσθηκαν πολλές ακολουθίες και Θείες Λειτουργίες προκειμένου να συμμετάσχουν ακόμα περισσότεροι πιστοί.Είμαστε ευγνώμονες στον Θεό και τον Όσιο Δαβίδ για την ιδιαίρη ευλογία .Ευχαριστούμε και τον καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ του γέροντος Γέροντα Γαβριήλ για την ευλογία της αδείας της φιλοξενίας της αγίας κάρας .Ο Όσιος Δαβίδ ανεχώρησε από το μοναστήρι μας την Κυριακή 19 Οκτωβρίου στις 2 το μεσημέρι.Ευχαριστούμε θερμά τους πατέρες και διακονητές που βοήθησαν στην οργάνωση της ευλογμένης αυτής ευκαιρίας .Χρόνια πολλά σε όλους .+++ Καθημερινά στην Ιερά Μονή Παναγίας Χρυσοπηγής Πολυδενδρίου Αττικής, από το Σάββατο 15 Νοεμβρίου στις 7.00π.μ. έως την ημέρα των Χριστουγέννων, στο παρεκκλήσιο του Αγίου Διονυσίου του εν Ζακύνθω ,θα τελείται η ακολουθία του Όρθρου και η Θεία Λειτουργία,εκτός από τις νυχτερινές Θείες λειτουργίες και τις άλλες ακολουθίες που θα αναγράφονται στο πρόγραμμα. +++Έχει ξεκινήσει η διάθεση των κουμπαράδων της Ιεραποστολής από τo Μοναστήρι της Παναγίας της Χρυσοπηγής Πολυδενδρίου Αττικής όποιον θα ήθελε όπως κάνουμε κάθε χρόνο.Θα δηλαδή μπορεί κάποιος στο χώρο του να έχει αυτό το κουμπαρά και αφού όποτε μπορεί τοποθετήσει το οβολό του θα μπορεί να τον φέρει στη Μονή στα τέλη Μαΐου του 2026 όταν πλέον οργανώνουμε την επόμενη αποστολή μας την Ουγκάντα για να μας ενισχύσει και με αυτό τον τρόπο .Είμαστε ευγνώμονες .Ο Θεός να ευλογεί εσάς και τις οικογένειές σας.Τους κουμπαράδες μπορείτε να τους προμηθευτείτε από τον π.Εφραίμ .

Διαβάστε σήμερα..

"

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2015

Η ΚΥΡΙΑΚΗ (από ένα παλιό αναγνωστικό)

παλιό αναγνωστικό 1


Κυριακή πρωί και η καμπάνα καλεί τα παιδιά στην εκκλησία! Παρακολουθούν με ευλάβεια την Θεία Λειτουργία και ,επιστρέφοντας, η Ελενίτσα δίνει ένα μάθημα αγάπης και συμπόνιας στα αδελφάκια της

Μόλις ὁ ἥλιος ἔριξε τὸ φῶς του πάνω στὸ παράθυρο, ἡ μητέρα, ποὺ εἶχε σηκωθῆ ἀπὸ πολλὴν ὥρα πῆγε νὰ ξυπνήση τὰ παιδιά.
– ῎Ε! παιδιά, σηκωθῆτε. Δὲν ἀκοῦτε τὴν καμπάνα, ποὺ μᾶς φωνάζει;
– Ἀμέσως, μητερίτσα, φώναξαν ὅλα μαζὶ καὶ πετάχτηκαν ἀπὸ τὸ κρεβάτι τους.
Πηγή : Αντέχουμε
.῾
Η μητέρα ἔπλυνε μὲ δροσερὸ νερὸ τὸ Γιάννη καὶ τὸ Μίμη, τοὺς χτένισε κι ἄρχισε νὰ τοὺς ντύνη. Στὸ ἀναμεταξὺ ἡ Ἑλενίτσα ἑτοίμαζε τὴν μπεμπέκα, ὅπως τὸ εἶχε πεῖ ἀποβραδίς. ῎Επειτα ἡ μητέρα της τὴ βοήθησε νὰ ντυθῆ καὶ κείνη. Τὰ παιδιὰ τώρα ἦταν ἕτοιμα. Ροδοκόκκινα, καθαρά, μὲ τὰ γιορτερά τους φορέματα. ῎Ελαμπαν ἀπὸ ὀμορφιά.
Σὲ λίγο ξεκίνησαν γιὰ τὴν ἐκκλησία. ῾Η μητέρα τους κρατοῦσε ἀπὸ τὸ χέρι τὴ μπεμπέκα καὶ τ’ ἄλλα τρία πήγαιναν μπροστά, φρόνιμα κοντὰ τὸ ἕνα στ’ ἄλλο.
Ὅταν μπῆκαν στὴν ἐκκλησία, δὲν ἦταν ἀκόμα πολὺς κόσμος κι ἔτσι πῆραν θέση μπροστὰ μπροστά.
Ὁ παπα – Βαγγέλης, μὲ τὸ χρυσὸ του πετραχήλι, ἄρχισε νά ψάλλη. Τί ὡραία φωνὴ ποὺ εἶχε! ῎Εψαλλε ἀργά, μὲ κατάνυξη, καὶ τὰ παιδιὰ τὸν ἄκουγαν μ’ ἀνοιχτὸ τὸ στόμα.

.
Κοίταζαν τὰ εἰκονίσματα καὶ πότε πότε  σήκωναν τὸ κεφάλι τους κι ἔβλεπαν μὲ θαυμασμὸ  τὸν Παντοκράτορα, ποὺ ἦταν ζωγραφισμένος  ψηλά, στὸ μεγάλο θὸλο. ῾Η μητέρα εἶχε πεῖ, πὼς  ἀπὸ κεῖ πάνω εὐλογεῖ ὅλο τὸν κόσμο καὶ τοὺς  φαινόταν τῶν παιδιῶν σὰ ζωντανός. Μάλιστα ὁ Μίμης κάποτε εἶπε, πὼς εἶδε τὸ χέρι του νὰ σαλεύη. Κι ἡ ῾Ελενίτσα,πὼς τῆς χαμογέλασε μὲ  ἀγάπη, κουνώντας τὸ κεφάλι του. Σὲ λίγο ἀνέβηκε ὁ διάκος στὸν ἄμβωνα, γιὰ νὰ πῆ τὸ Εὐαγγέλιο. Τὸ ἱερὸ βιβλίο ἦταν ἀκουμπισμένο μπροστά του, πάνω σ’ ἕνα χρυσὸ περιστέρι μὲ ἀνοιγμένες τὶς φτεροῦγες του. Δεξιὰ κι ἀριστερά, ἦταν τ’ ἀναλόγια. Κοντὰ στὸ δεξιὸ ἀναλόγιο, σ’ ἕνα ψηλὸ στασίδι, ἔψαλλε ὁ δεξιὸς ψάλτης κι ἀντίκρυ του ἀποκρινόταν ὁ ἀριστερός, ἀπ’ τὸ ψηλό του στασίδι κι αὐτός.
.
Τὰ παιδιὰ θαυμάζουν τοὺς κρυστάλλινους πολυέλαιους, τοὺς χρυσοστολισμένους μὲ τὰ πολλά τους τὰ κεριά, ποὺ δὲ χορταίνουν νὰ τοὺς βλέπουν, κάθε φορὰ ποὺ ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Καμαρώνουν καὶ τ’ ἀσημένια καντήλια, ποὺ κρέμονται ἀναμμένα μπροστὰ στὸ εἰκονοστάσι. Ὅλη ἡ ἐκκλησία μοσκομυρίζει ἀπ᾽ τὸ λιβάνι! ῾Ο παπα – Βαγγέλης λέει σιγὰ σιγὰ εὐχὲς μέσα στὸ ἱερό. ῎Ερχεται καὶ μπροστὰ στὴ μεσιανὴ θύρα τοῦ εἰκονοστασίου καὶ τὸτε τὶς λέει πιὸ δυνατά.Στὸ τέλος, κρατώντας ψηλὰ τὸ ἀσημένιο δισκοπὸτηρο, περνάει ἀνάμεσα ἀπ’ τὸν κόσμο κι ὅλοι τότε σκύβουν τὰ κεφάλια τους πρὸς τὰ κάτω μ’ εὐλάβεια. Μερικοὶ μάλιστα γονατίζουν.
.
Τέλειωσε ἡ λειτουργία. Ὁ παπα – Βαγγέλης μοιράζει τὸ ἀντίδωρο. Τὰ παιδιὰ τοῦ φιλοῦν κι αὐτὰ τὸ χέρι, παίρνουν τὸ ἀντίδωρο, ἀσπάζονται τὶς εἰκὸνες καὶ βγαίνουν ἀπ’ τὴν ἐκκλησία μὲ τὴ μητέρα τους.
Ἀμέσως τρέχουν στὸν κουλουρά, γιατὶ αἰσθάνονται μεγάλη πείνα. Καθένας τους ἔχει στὴν τσέπη τὸ κυριακάτικο φιλοδώρημα, ποὺ τοὺς δίνει ὁ πατέρας καὶ ἡ μητέρα.
Ὅταν προχώρησαν κατὰ τὸ σπίτι, ἡ μητέρα εἶδε, πὼς ἡ ῾Ελενίτσα δὲν ἔτρωγε κουλούρι.
– Δὲν ἀγόρασες κουλούρι, ῾Ελενίτσα;
– Δὲν πεινῶ, μαμά.
– Περίεργο! Εἶπε κείνη καὶ τὴν κοίταξε μὲ κάποια ἀνησυχία.
.
Σὲ λίγο ἔφτασαν στὸ σπίτι. Τὴ στιγμὴ ποὺ ἔμπαιναν μέσα, ἡ μητέρα τους φώναξε τρομαγμένη:
– Ποῦ εἶναι ἡ ῾Ελενίτσα;
Τὰ παιδιὰ ξαναβγῆκαν ἔξω, γιὰ νὰ ἰδοῦν τί συμβαίνει. Κάτω ἐκεῖ στὴν ἄκρη τοῦ δρὸμου, τὴν εἶδαν νὰ στέκεται καὶ νὰ κουβεντιάζη μ᾽ ἕνα παιδάκι.
– Μ’ ἕνα ζητιανάκι μιλεῖ, εἶπε ὁ Γιάννης στὴ μητέρα του. Καὶ τὴν περασμένη Κυριακὴ στὴν ἴδια θέση στεκόταν αὐτὸ τὸ παιδί. Φορεῖ κάτι ροῦχα κουρελιάρικα.
– Αὐτὸ δὲν εἶναι λόγος, παιδί μου, γιὰ νὰ μὴν τοῦ μιλήση, εἶπε ἡ μητέρα. Καὶ καταλαβαίνω πολὺ καλὰ τί τρέχει. ῾Η ἀδερφή σας δὲν πῆρε κουλούρι γιὰ νὰ δώση τὰ λεπτά της σ᾽ αὐτὸ τὸ φτωχὸ ἀγόρι.
– Ναί, μαμά, εἶπε τότε ὁ Μίμης. Μποροῦσε νὰ πάρη κουλούρι καὶ νὰ δώση καὶ χρήματα στὸ ζητιανάκι.
– Καὶ πάλι θὰ περίσσευαν, εἶπε ὁ Γιάννης.
.
Στὸ ἀναμεταξὺ ἡ ῾Ελενίτσα εἶδε, πὼς εἶχαν σταματήσει ἡ μητέρα καὶ τ’ ἀδέρφια της καὶ τὴν κοίταζαν ἀπὸ μακριά.
῎Ετρεξε γρήγορα κοντά τους.
– Ὅλα τοῦ τάδωσες; τὴ ρώτησε μὲ περιέργεια ὁ Γιάννης.
– Γι’ αὐτὸ δὲν πῆρες κουλούρι, ἔ; Σὲ πιάσαμε, κυρά, τῆς εἶπε κι ὁ Μίμης.
Ἡ ῾Ελενίτσα κοκκίνησε. Στεκὸταν μὲ χαμηλωμένα μάτια καὶ φοβόταν νὰ κοιτάξη τὴ μητέρα της. Συλλογιζὸταν: γιὰ νὰ μοῦ μιλοῦν
ἔτσι τὰ παιδιά, θὰ πῆ, πὼς ἡ μαμὰ δὲν εἶναι εὐχαριστημένη μαζί μου. Κι ἔχει δίκιο, γιατὶ τῆς ἔκρυψα τὴν ἀλήθεια. Τῆς εἶπα ψέματα, πὼς δὲν πεινοῦσα.
.
Μὰ νὰ ποὺ ἡ μαμὰ μίλησε καὶ ἡ φωνή της ἦταν γεμάτη χαρά.
– ῾Η ῾Ελενίτσα, παιδιά, ἔκανε κάτι πολὺ ὡραῖο καὶ πολὺ καλὸ. Εἴπατε πρωτύτερα, πὼς μποροῦσε ν’ ἀγοράση κουλούρι καὶ νὰ δώση καὶ χρήματα στὸ φτωχὸ παιδάκι. Ναί, μὰ ἐκείνη αἰσθάνθηκε τὴν ἀνάγκη νὰ κάμη κάτι καλύτερο. Νὰ στερηθῆ αὐτὴ τὴ μικρὴ εὐχαρίστηση, γιὰ νὰ δώση μιὰ μεγαλύτερη ἀκόμη στὸ φτωχό. Κι ἀντὶ νὰ τῆς πῆς, Μίμη, «σε πιάσαμε» ὅπως λένε σ’ αὐτούς,
ποὺ ἔχουν κάμει μιὰ κακὴ πράξη, θὰ ἔπρεπε νὰ τῆς πῆς:
«Ἀδερφούλα μου, τὸ βλέπω, ἔχεις τὴν καλύτερη καρδιὰ άπ’ ὅλους μας!»
Αὐτὰ εἶπε ἡ μητέρα τους καὶ τράβηξαν πάλι κατὰ τὸ σπίτι.
.
Ὅλοι κοίταζαν τώρα μὲ καμάρι τὴν ῾Ελενίτσα, ποὺ πήγαινε μπροστά, κρατώντας ἀπ’ τὸ χέρι τὴν ἀδερφούλα της.
Τὸ πρόσωπό της ἔλαμπε ἀπὸ ὀμορφιὰ κι ἦταν ἀπαράλλαχτη σὰν τ’ ἀγγελούδια, ποὺ εἶχαν δεῖ στὴν ἐκκλησιά, ζωγραφισμένα ἐπάνω στὰ εἰκονίσματα.

ΚΥΡΙΑΚΗ
Τ’ ἀστέρια μόλις εἶχαν δύσει
κι ἄρχισε ἕνα πουλὶ νὰ κελαηδῆ.
Ποιὸν νάθελε νὰ χαιρετίση
ἀπὸ τὸ καταπράσινο κλαδί;
.
Πάνω ἀπ’ τὴ στέγη μας λυγοῦσαν
τοῦ περβολιοῦ τριγύρω τὰ δεντρά,
σὰν κάποιονε νὰ χαιρετοῦσαν
κι ὅλο κοιτάζαν πέρα στὰ μακριά.
.
Σὰ στὸ χορὸ τὰ κοπελούδια,
γιορτιάτικη εἶχαν ὅλα φορεσιὰ
καὶ καμαρῶναν τὰ λουλούδια,
μὲ τὰ μαργαριτάρια στὰ μαλλιά.
.
Τότε τοὺς εἶπα: ῎Ε! σεῖς, μικρούλια,
τί μοῦ στολίζεστε τὸσο πολύ;
«Σιωπή!» μοῦ γνέψαν τὰ ζουμπούλια,
«Τί, δὲν τὸ ξέρεις πούναι Κυριακή;»
.
από τα ΚΡΙΝΟΛΟΥΛΟΥΔΑ
ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΚΟ
γιὰ τὴ δευτέρα τάξη τοῦ δημοτικοῦ σχολείου
ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΣΧΟΛΙ-
ΚΩΝ ΒΙΒΛΙΩΝ
ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ
1948
Recommended Post Slide Out For Blogger