Της Στέλλας Αναγνώστου -Δάλλα
Τους τρεις μεγίστους φωστήρας της τρισηλίου Θεότητος… Την ξέρετε τη συνέχεια. Κάποτε στο σχολείο το μαθαίναμε αυτό το
απολυτίκιο μηχανικά, τώρα ήρθε η ώρα να ανιχνεύσουμε την ουσία του. Είναι δική μας ευθύνη. Δεν μπορούμε να τρώμε πάντοτε μασημένη
τροφή. Ούτε δικαιούμαστε να μένουμε
πεισματικά αιώνια νήπια και να περιμένουμε «έξωθεν» την εξήγηση, τη διδασκαλία,
τη βοήθεια, τη σωτηρία. Τώρα δεν είμαστε
πια μαθητές, τώρα πρέπει πρώτα να σηκώσουμε εμείς ψηλά τα μανίκια, και μετά να
περιμένουμε από την Εκκλησία ή την Πολιτεία.
Εκτός από λίγες εξαιρέσεις, η γλώσσα της Εκκλησίας είναι κατανοητή. Πρέπει να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε, κι
όπου σκοντάψουμε, εκεί να ζητήσουμε βοήθεια.
Η Κατήχηση πρέπει να είναι μια ώριμη απαίτηση και μια συνεργατική
διαδικασία.
Μια άλλη υπεύθυνη θέση που πρέπει να πάρουμε, είναι η θέση
μας απέναντι στα αυτονόητα. Σ’ αυτά που
εμείς, σήμερα, θεωρούμε αυτονόητα, μόνο και μόνο επειδή μας παρέχονταν για
αιώνες, και παγιώθηκαν μέσα μας ως δικαιώματα και ως απαιτήσεις. Το δικαίωμα στην Παιδεία, το δικαίωμα στην
Υγεία, στην Ιστορία μας, στα Μνημεία μας, στην πολιτιστική μας κληρονομιά, την
ελληνορθόδοξη υπόστασή μας με λίγα λόγια.
Θα υπήρχαν όλ’ αυτά αν δεν υπήρχαν οι Τρεις Ιεράρχες, και μετά απ’
αυτούς οι μαθητές τους, κι όλες οι γεναιές των εκκλησιαστικών ανδρών, στο έργο
των οποίων χρωστούμε αυτό το ήθος;
Ας προβληματιστούμε πάνω στα αυτονόητα. Θα υπήρχε κρατική υγεία αν δεν υπήρχε ο Μέγας
Βασίλειος; Θα υπήρχε κλασσική παιδεία αν
δεν είχε γράψει εκείνον τον περίφημο λόγο «Για τους νέους, πως θα μπορούσαν να
ωφεληθούν από τα Ελληνικά Γράμματα»; Θα
σώζονταν οι αρχαίες τραγωδίες, οι Ιστορίες του Ηρόδοτου, του Θουκυδίδη, του
Ξενοφώντα και άλλες, οι ρητορικοί λόγοι, όλη η Λυρική και η Επική ποίηση, αν
δεν είχαν υπάρξει αυτοί οι Τρεις Ιεράρχες, που κανένα παιδί δεν πήγε σήμερα από
μόνο του να προσκυνήσει;
Διότι αυτοί οι άνθρωποι, μ’ όλη τους τη μεγάλη αγάπη και
αφοσίωση στον Χριστό, πριν δώσουν τη ζωή τους στην άσκηση και τη διακονία,
αφιέρωσαν τα νειάτα τους στη μελέτη, τέτοια μελέτη που δεν έχει κάνει
κανείς. Κι έμαθαν και κατάλαβαν, αλλά
πιο πολύ αγάπησαν. Αγάπησαν την
ομορφιά. Την ομορφιά της Αρχαιότητας,
αυτήν που ξυπνάει τον νου και τις αισθήσεις και εξευγενίζει τον άνθρωπο. Είχαν τη διαύγεια να ξεχωρίσουν το ωφέλιμο
από το βλαβερό, και πάλεψαν με όλες τους τις δυνάμεις, να σώσουν το ωραίο. Αυτό που ήξεραν ότι και ο Χριστός το ήθελε να
σωθεί, γιατί είναι μια ομορφιά ανθρώπινη που ετοιμάζει την ψυχή να δεχτεί την
ομορφιά τη δική Του.
Σαν Έλληνες, δεν θα μας είχαν μείνει και πολλά να
καμαρώσουμε, αν δεν ήταν Εκείνοι να τα σώσουν.
Σαν νεοφώτιστοι Χριστιανοί, θα τα είχαμε καταδικάσει, αποβάλει, και
ξεχάσει, σαν την αρχαία Θρησκεία.
Κι όλη αυτή η ποίηση, κι η ομορφιά του λόγου; Τι ποίηση και τι λογοτεχνία θα είχαμε σήμερα,
αν Εκείνοι δεν ήξεραν ν’ αγαπούν, να εκφράζουν και να υπερασπίζονται τον
Χριστό, με λόγια που θυμίζουν Πίνδαρο, και Σαπφώ, και Δημοσθένη; Πόσο θα άντεχε η δική μας αγάπη, αν Εκείνοι
δεν την μπόλιαζαν στην ίδια τη ρίζα της φυλής μας;
Και τέλος πού θα ήταν η Ορθοδοξία μας, που θα ήταν η υπόθεση
της σωτηρίας μας, αν Εκείνοι δεν τα είχαν βάλει με αυτοκράτορες, με στρατούς,
με μανιασμένα πλήθη αιρετικών, με συκοφαντίες, με διώξεις κι εξορίες, αν δεν
είχαν κρατήσει την Ορθοδοξία μέχρι θανάτου;
Εκείνοι γνώρισαν καλά και τον Χριστό και την Ελλάδα. Σ’ αυτές τις αγάπες στάθηκαν πιστοί μέχρι
τέλους, όχι με λόγια, αλλά με πράξεις, με αίμα.
Σήκωσαν ψηλά το λάβαρό τους, κι εκείνο πέρασε, από χέρι σε χέρι, από γενιά
σε γενιά, μέχρι σ’ εμάς, σήμερα.
Τώρα εμείς έχουμε την ευθύνη για το τι θα πάρουν οι
επόμενοι. Θα ‘χουμε λάβαρο; Θα το περάσουμε; Αυτό κάνει η Εκκλησία, κι αυτόν τον δρόμο μας
δείχνει.
Στέλλα Ν. Αναγνώστου-
Δάλλα.