της Στέλλας Δάλλα -Αναγνώστου
Πώς γίνεται πάντα, και κάνει η Ιστορία κύκλους, κι αυτό που
έλεγες πως δεν θα σου συμβεί, τελικά γίνεται, και δεν υπάρχει τίποτε να κάνεις
για να το αποτρέψεις, μόνο να το υπομείνεις, «εξαγοραζόμενοι τον καιρόν, ότι αι
ημέραι πονηραί εισι…», όπως μας λέει κι ο Απόστολος Παύλος (Εφ. ε΄, 17).
Έλεγαν οι Έλληνες, μετά τους Περσικούς πολέμους, «δεν θα
ζήσουμε άλλο τέτοιο κακό», «να μην ζήσουμε άλλο τέτοιο κακό», κι όμως το
έζησαν, κι ακόμη χειρότερο, γιατί τον εμφύλιο σπαραγμό του Πελοποννησιακού
Πολέμου, τον προκάλεσαν μόνοι τους.
Και προχώρησε η Ιστορία, άλλοτε με σελίδες ένδοξες, κι
άλλοτε θλιβερές, πότε το ένα και πότε το άλλο.
Είπε κι η σύγχρονη Ελλάδα πως άλλον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, κι άλλη
Μικρασιατική Καταστροφή δεν θα ξαναζήσει, κι όμως ήρθε κι άλλος Παγκόσμιος Πόλεμος,
χειρότερος από τον Πρώτο, κι ένας σπαραγμός μετά, που ρήμαξε τον τόπο. Πάντα η ίδια αιτία στο βάθος: η απληστία.
Και τώρα, μπορεί να μην έχουμε κηρυγμένο πόλεμο, έχουμε όμως
ακήρυχτο, εθνικό, θρησκευτικό, οικονομικό.
Πάλι χάνεται η Πατρίδα με χίλιους τρόπους. Έχει ήδη χαθεί, γιατί αυτή που ψηφίζει το
διαζύγιό της από την Ορθοδοξία και την Εκκλησία, από τον ίδιο της, δηλαδή, τον
εαυτό, αυτή που χαρίζει το όνομά της και πολλά άλλα στον κάθε σφετεριστή, δεν
είναι η Πατρίδα μας. Είναι κάποιο άλλο
μόρφωμα, όχι όμως αυτό που αναγνωρίζουμε και αγαπούμε. Αλήθεια, δεν ξέρω πού βρίσκεται πια αυτό, …αν
βρίσκεται κάπου.
Και πάλι όπως παλιά, άνθρωποι πεινούν, περιουσίες χάνονται,
οι Έλληνες όλο και λιγοστεύουν, οι νέοι ξενητεύονται, «… φροντίδων επιπλοκαί,
πραγμάτων επιδρομαί, τα των φίλων άπιστα,
έρρει τα καλά, γυμνά τα κακά, ο πλούς εν νυκτί, πυρσός ουδαμού, Χριστός
καθεύδει. Τι χρη παθείν;», λέει ο Άγιος
Γρηγόριος ο Θεολόγος. (…τα προβλήματα όλο
και δυσκολεύουν, όλο και προβάλλουν καινούργιες συμφορές, οι φίλοι δεν είναι
αξιόπιστοι,…χάθηκαν τα καλά, απόμειναν μόνον απροκάλυπτα τα δεινά, βαδίζουμε
στα σκοτεινά, φώς πουθενά, ο Χριστός κοιμάται.
Τι άλλο μου μένει να πάθω;).
Δύσκολο να βρεί κανείς λόγια πιο περιεκτικά απ’ αυτά, να περιγράφουν μια
κατάσταση που μοιάζει όλο και χειρότερη, όλο και πιο αδιέξοδη, όπως η σημερινή.
Ο Θουκυδίδης έβαλε στο στόμα του Περικλή, τα εξής σοφά
λόγια: «…έχουν περισσότερο όφελος, νομίζω, οι πολίτες από μια πόλη, όταν
ολόκληρη στέκεται καλά και προοδεύει, παρά όταν ο καθένας έχει μεγάλη προσωπική
περιουσία και περνάει καλά, η πόλη όμως στο σύνολό της δυστυχεί. Γιατί, όσο καλά και να περνάει κανείς στην
ιδιωτική του ζωή, «διαφθειρομένης της πατρίδος», αν δηλαδή η πατρίδα του καταστρέφεται,
τότε κι εκείνον τον συμπαρασύρει τελικά η καταστροφή της. Αντίθετα, αν ο ίδιος υποφέρει αλλά η πόλη του
στέκεται όρθια και προοδεύει, τότε έχει πολλές περισσότερες ελπίδες ότι τελικά
θα σωθεί κι εκείνος.»
Τα συμπεράσματα δικά μας…
Έχει ο Θεός. Εξ άλλου, κι εκείνο
το βράδυ στη λίμνη της Γεννησαρέτ που έβλεπαν οι μαθητές τον Χριστό να κοιμάται
αμέριμνος, το πλοίο να χάνεται στα κύματα, και τους εαυτούς να πνίγονται από
στιγμή σε στιγμή, τελικά κατάλαβαν πως εφόσον ήταν ο Χριστός στη βάρκα τους, ή
εφόσον εκείνοι βρίσκονταν στην ίδια βάρκα που ήταν κι ο Χριστός, δεν είχαν λόγο
να φοβούνται…
Στέλλα Ν.
Αναγνώστου-Δάλλα.