Μου έλεγε κάποια μέρα ο πατήρ Πορφύριος:
«Έρχονται σε μένα καμιά φορά και αγόρια και κορίτσια. Τα καημένα τα παιδιά και τι δεν έχουν κάνει, όλες τις αμαρτίες τις σαρκικές τις έχουν κάνει, μα εγώ τα αγαπώ».
Ο Γέροντας δε δικαιολογούσε τις πράξεις των παιδιών τις χαρακτήριζε
ως σαρκικές αμαρτίες ,αλλά συγχρόνως τα αγαπούσε σαν πολύτιμες ψυχές «υπέρ ων Χριστός απέθανε».
Με την αγάπη του, τους προσείλκυε σαν μαγνήτης και τους θεράπευε σταδιακά από τη σαρκολατρεία τους.
Η πατερική αυτή στάση του Γέροντα, παρεξηγήθηκε από μερικούς
πουριτανούς συντηρητικούς, που επένθησαν, και μερικούς ανεύθυνους
προοδευτικούς, που πανηγύρισαν, για την ίδια αιτία: για το ότι τάχα ο
Γέροντας «ανέχεται» τις σαρκικές αμαρτίες.
Δεν καταλάβαιναν, ότι η αμαρτία δεν καταπολεμείται, ούτε με τη
μισαλλόδοξη καταδίκη του αμαρτωλού , ούτε με την ένοχη νομιμοποίηση της
πτώσης.
Ο Γέροντας πολεμούσε αποτελεσματικά την αμαρτία, αγαπώντας τον
αμαρτωλό και βοηθώντας τον στην συνειδητοποίηση της ευθύνης για τις
πτώσεις του, και της δυνατότητας εν Χριστώ της απαλλαγής του και απ’;
αυτές και από την ενοχή, δια της μετανοίας και της συγχωρήσεως και της
εν Χριστώ ζωής.
Ήθελε να οδηγεί στην καινούργια ζωή, και όχι να ταλαιπωρεί τις ψυχές με την παλιά.