Νικόλαος Γεωργαντώνης, θεολόγος – ιεροψάλτης
1. Μιχ. Γαλάνου, «Οι Βίοι των Αγίων», σελ. 115 – 116.
Στις 30 Ιανουαρίου, η Εκκλησία
μας τιμά τους τρείς Ιεράρχες, τον Μέγα Βασίλειο (+379 μ.Χ.), τον Αγ.
Γρηγόριο τον Θεολόγο (+390 μ.Χ.) και τον Αγ. Ιωάννη τον Χρυσόστομο (+407
μ.Χ.). Είναι μια σημαντική εορτή που δημιουργήθηκε με συγκεκριμένο
λόγο. Σε μια εποχή που η παιδεία ολοταχώς οδεύει στην απώλεια ψυχών από
τον δρόμο του Θεού αλλά και συσκότηση των νέων, χρειάζεται να υπάρχουν
γερά πρότυπα για να σταματήσει αυτό το κακό. Αυτό το παράδειγμα είναι οι
Τρείς Ιεράρχες. Μπορεί η κοινωνία να κάνει ότι θέλει στην Παιδεία αλλά
όφελος έχει να μάθει ο καθένας το σωστό και να το μεταφέρει στις
νεώτερες γενεές.
Πηγή :Πεμπτουσία
Η εορτή αυτή, δεν υπήρχε στην πρώτη
χιλιετία της Εκκλησίας. Ο κάθε άγιος δεν έζησε μονάχα κοντά χρονικά ο
ένας με τον άλλον, αλλά και δίπλα όπως ο Μέγας Βασίλειος με τον Αγ.
Γρηγόριο τον Θεολόγο. Γύρω στο 1100 μ.Χ., επί βασιλείας του Αλεξίου του
Κομνηνού, ξεκίνησε μια φιλονικία για το ποιός άγιος από τους τρείς είναι
ανώτερος[1]. Η μία μερίδα των ανθρώπων, έλεγε ότι ο Μέγας Βασίλειος
είναι αυτός που ήταν ο ανώτερος επειδή ερεύνησε την φύση των όντων και
με τις αρετές του, έμοιασε με τους Αγγέλους. Επίσης ήταν αυστηρός στον
βίο και δεν συγχωρούσε εύκολα τους αμαρτωλούς. Τον Αγ. Ιωάννη Χρυσόστομο
θεωρούσαν κατώτερο επειδή ήταν αντίθετος στον Μέγα Βασίλειο και εύκολα
συγχωρούσε τον αμαρτωλό και το ήθος του προσέλκυε τους πιστούς σε
μετάνοια. Αυτή η ομάδα λεγόταν Βασιλείτες.[2] Η δεύτερη ομάδα, οι
Ιωαννίτες, ύψωνε τον Αγ. Ιωάννη Χρυσόστομο, επειδή χρησιμοποίησε πιο
κατανοητές διδασκαλίες για τον κόσμο. Και η Τρίτη ομάδα, οι Γρηγορίτες,
έλεγαν ότι ο Αγ. Γρηγόριος ο Θεολόγος είναι ο ανώτερος των άλλων δύο
επειδή είχαν κομψό και υψηλό νόημα οι λόγοι του, δείχνοντας ότι είχε
ξεπεράσει όλους τους σοφούς. Με αυτόν τον τρόπο, χωρήστηκαν οι
Χριστιανοί σε τρείς ομάδες και φιλονικούσαν.
Λόγω αυτού, εμφανίστηκε ο καθένας άγιος
χωριστά και μετά όλοι μαζί στον τότε επίσκοπο Ευχαϊτών, Ιωάννη, που
βρισκόταν στην Γαλατία, υπαγόμενος στην Μητρόπολη Γαγγρών. Ο Ιωάννης
ήταν άνθρωπος λόγιος, φωτισμένος και έχοντας φτάσει στην κορυφή των
αρετών. Σε αυτόν εμφανίστηκαν οι τρείς Άγιοι και του εξήγησαν, «Εμείς
ένα είμαστε κοντά στον Θεό, καθώς βλέπεις, και καμμία αντίθεσι ή διαμάχη
δεν έχουμε, αλλά στους διαφόρους καιρούς, που ζήσαμε, έτσι ο καθ’ένας
από εμάς από την χάρι του θείου κινούμενος Πνεύματος, διαφορετικές
διδασκαλίες συνέγραψε. Και εκείνα που διδαχθήκαμε από το Άγιο Πνεύμα,
αυτά και εκδώσαμε για την σωτηρία των ανθρώπων. Και πρώτος ανάμεσα σε
εμάς δεν υπάρχει, ούτε δεύτερος, αλλά εάν πής τον ένα, αμέσως και οι
άλλοι δύο ακολουθούν. Γι’αυτό να διατάξης αυτούς που φιλονεικούν, να μη
χωρίζωνται εξ αιτίας μας. Διότι εμείς, όσο μπορούσαμε φροντίζαμε, τόσο
όταν είμασταν ζωντανοί, όσο τώρα που βρισκόμαστε στους ουρανούς, το να
ειρηνεύουμε και να οδηγούμε τον κόσμο στήν γνώσι και στήν ομόνοια και
όχι να τον χωρίζουμε. Αλλά και σε μία ημέρα ένωσε και τους τρείς εμάς
και να συνθέσης και τα τροπάρια και τα άσματα της εορτής μας, όπως
αρμόζει στην δική σου σύνεσι, και κατόπιν να αναφέρης στούς Χριστιανούς,
ότι ένα είμαστε κοντά στον Θεό. Βέβαια και εμείς μαζί θα συνεργήζουμε
για την σωτηρία εκείνων, που εκτελούν την κοινή μνήμη μας. Επειδή και
εμείς φαινόμαστε, ότι έχουμε κάποια παρρησία και δύναμι κοντά στον
Θεό».[3] Με αυτό τον τρόπο, καθησυχάστηκε ο κόσμος και αποκαταστάθηκε η
ειρήνη και ομόνοια μεταξύ των Χριστιανών. Και με θεία φώτιση σκέφτηκε
αυτός ο μακάριος Ιωάννης, να βάλει την εορτή στο τέλος του μήνα
Ιανουαρίου, όπου μέσα στο αυτό μήνα έχουνε ήδη εορτάσει οι τρείς άγιοι
ξεχωριστά.
Οι Τρείς Ιεράρχες είναι πρότυπο για την
παιδεία γιατί όχι μόνο έγιναν πραγματικά επιστήμονες αλλά έδειξαν και
τον τρόπο συνύπαρξης την επιστήμης και της πίστεως. Πέραν από αυτό,
δείχνουν ότι στην Εκκλησία, δεν υπάρχουν διακρίσεις και πρωτεία. Όλοι
είναι ίσοι ενώπιον του Χριστού. Αυτά τα παραδείγματα πρέπει να έχουνε οι
νεότερες γενεές γιατί δείχνουν τον δρόμο για όλους μας. Οι μέθοδοι και η
αποφασιστηκότητα τους είναι διαχρονική. Ζώντας σε μια εποχή που δεν
υπάρχει η φλόγα της μαθήσεως τόσο των διαφόρων επιστημιών αλλά και της
Ορθοδόξου πίστεως μας, κρίνεται αναγκαίο να επιστρέψουμε στον Ιησού
Χριστό και στους αγίους της Εκκλησίας μας για να πάρουμε δύναμη. Να
αντιστρέψουμε αυτή την αρνητικότητα και αφέλεια που υπάρχει και να
οδέυσουμε προς εκεί που πρέπει, προς τον Θεό. Μόνο εάν ατενίσουμε προς
τον Ουρανό, θα μπορούμε να γίνουμε σωστοί επιστήμονες και πιστά μέλη της
Ορθοδόξου Χριστιανικής Εκκλησίας μας!