Της Στέλλας Αναγνώστου Δάλλα
Για μέρες σαν κι αυτήν, τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, και
ποτέ δεν φτάνουν στο ύψος της περίστασης, πόσω μάλλον όταν η περίσταση είναι
διπλή σαν αύριο, με δύο εορτασμούς μεγαλειώδεις και πολυδιάστατους στην ουσία
τους.
Γι’ αυτό, πολύ ταπεινά αναδημοσιεύω δυό ποιηματάκια. Το πρώτο είναι από τα σχολικά χρόνια κάποιων
από μας, τότε που σκοπός των δασκάλων και όλου του εκπαιδευτικού συστήματος,
ήταν μας ενισχύσει την πίστη στον Θεό, την αφοσίωση στην Εκκλησία, την αγάπη
στην Πατρίδα. Τότε που σκοπός τους ήταν
να επενδύσουν το θρησκευτικό μας συναίσθημα με ψυχική συγκίνηση, και το
πατριωτικό με ενθουσιασμό και αυτοθυσία.
Τι να κάνω; Μου λείπει εκείνη η
εποχή… Είχαν όλα πολύ περισσότερο
νόημα. Είχαν άρωμα ψυχής, μια αγνότητα,
και μια ευθύνη που στεκόταν στο ύψος των ιδεών και των μεγάλων στιγμών της
Ιστορίας μας, κι έκαναν την ζωή, όχι πιο πλούσια με υλικά μέτρα, αλλά πιο
απολαυστική με όλα τ’ άλλα.
Το δεύτερο ποιηματάκι, είναι από μιαν άλλην εποχή, πιο
παληά. Από τότε που η Ελλάδα, οι Έλληνες,
λαός και ηγέτες, διαπνέονταν από ένα τόσο ισχυρό φρόνημα θρησκευτικής και
εθνικής αυτοσυνειδησίας, που τους έσπρωχνε σε πράξεις υπεράνθρωπες. Πράξεις, που στα μάτια του Δυτικού κόσμου
φάνταζαν παράφρονες, αλλά στα μάτια κάθε Ορθόδοξου Χριστιανού και κάθε γνήσιου
πατριώτη απανταχού της Γης, φαίνονταν ως απολύτως δικαιολογημένα υπέρλογες. Ο παγκόσμιος θαυμασμός που προκαλούσαν, όχι
μόνο ξυπνούσε συνειδήσεις, αλλά άλλαζε και τον ρου της Ιστορίας. Οι Περσικοί πόλεμοι, το ’21, και το ’40,
είναι από τα πιο προφανή παραδείγματα.
Η 25η
Μαρτίου
Τέτοιαν ημέρα διάλεξεν η σπλαχνική Μαρία,
να πεί στον Κύριο του παντός που τα’ άψυχα εμψυχώνει:
«Κοίτα στην γή τους χριστιανούς, που μ’ άπειρη λατρεία
Εμέ γιορτάζουν σήμερα, πόση σκλαβιά πλακώνει!».
Και Πνεύμα Θείο χύθηκε μεμιάς εις την αγία
ψυχή του ενδόξου Γερμανού, που ατρόμητος απλώνει
το ξακουστό το λάβαρο, κι από την εκκλησία,
πρώτος προβαίνει αγωνιστής, και πρώτος ξεσπαθώνει.
Φεύγουν απ’ όλες τις μεριές οι Τούρκοι τρομαγμένοι,
ενώ προφέρει ο Γερμανός κι ηχολογούν οι άλλοι,
τον όρκο, π’ όλην έσεισε βαθειά την Οικουμένη.
Μέρα γλυκειά, μέρα λαμπρή, μέρα χαριτωμένη,
κάθε φορά που η λάμψη σου στην εκκλησιά προβάλλει,
πάντα με δάφνη, ελεύθερη, θα την ιδείς σπαρμένη!
(… … τα σχόλια περιττεύουν…)
Εις την Ελλάδα.
Εμπρός, Ελλάς επαναστάτισσα, στάσου όρθια, κράτα με τα γερά
τα όπλα την δύναμίν σου.
Δεν εγέρθηκε ένας Όλυμπος του κάκου, η Πίνδος σου κι οι
Θερμοπύλες, η τιμή σου.
Επετάχθηκε από των σπλάχνων σου τα βάθη η ελευθερία σου,
δυνατή,
κι απ’ του Θησέως και του του Περικλή τους τάφους, και τα
πάντα νέα ιερά των Αθηνών.
Θραύσε τώρα, γη θεών και ηρώων, της σκλαβιάς τις αλυσίδες,
την μαύρην μοίρα,
με τις γλυκόηχες ωδές από του Τυρταίου, και του Ρήγα, και
του Βύρωνος την λύρα».
(Πούσκιν)
Χρόνια πολλά, καλύτερα από τα σημερινά…
Στέλλα Ν.
Αναγνώστου-Δάλλα.