Του Κώστα Παπά
Από την εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια που κυκλοφορεί στα περίπτερα
Από την εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια που κυκλοφορεί στα περίπτερα
Υπάρχουν στιγμές στην ανθρώπινη Ιστορία που οι λέξεις αδυνατούν να περιγράψουν τον πόνο και τη φρίκη που έζησαν κάποιοι άνθρωποι.
H φράση «μια εικόνα, χίλιες λέξεις» μοιάζει ανίσχυρη να αποδώσει τον φόβο και το άδικο.
Τα ρεπορτάζ, αλλά ακόμα και οι ιστορικοί δυσκολεύονται να περιγράψουν τις πολλές μικρές παράλληλες ιστορίες προσώπων που εγκλωβίζονται στα θανατηφόρα γρανάζια της Κατοχής.
Υπάρχουν ώρες και στιγμές που δεν περιγράφονται εύκολα, σκηνές που κάνουν τον άνθρωπο να μοιάζει με θήραμα κι άλλες φορές με άγριο θηρίο.
Πηγή : Ρομφαία
Μια τέτοια περίπτωση στην παγκόσμια Ιστορία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είναι και το Δίστομο, όπου 218 άνθρωποι βρήκαν φρικτό θάνατο στις 10 Ιουνίου του 1944 από τα γερμανικά στρατεύματα.
Για τον μαρτυρικό αυτόν τόπο έχουν γραφτεί πολλά και έχουν ειπωθεί περισσότερα, για να περιγράψουν τη σφαγή των κατοίκων.
Μόνο που το υφάδι με το οποίο υφαίνεται η Ιστορία αναφέρεται περισσότερο στο βίωμα και δευτερευόντως στην όποια περιγραφή του.
Οπως σε κάθε μαρτυρική στιγμή για την Ελλάδα, στις διηγήσεις υπάρχει σχεδόν πάντα και η μορφή ενός ιερέα, που ταυτίζει απόλυτα τη δική του ζωή με τους ανθρώπους που αποτελούν το ποίμνιό του.
Εχει αποδειχτεί περίτρανα ότι κάθε τοπική Εκκλησία υπέφερε και μαρτύρησε μαζί με τους πιστούς.
Μια τέτοια περίπτωση είναι κι αυτή του ιερέα του Διστόμου π. Σωτήριου Ζήση, το δράμα του οποίου ενώνεται με τις δεκάδες άλλες τραγικές μαρτυρίες του χωριού.
Ομως η ιστορία αυτού του ήρωα ιερέα είναι άγνωστη και ξεχασμένη! Κι όμως, είναι βγαλμένη μέσα από εκείνες τις στιγμές που εύχεσαι να μη ζήσει ξανά η ανθρωπότητα.
Το Δίστομο ήρθε πάλι στην επικαιρότητα έπειτα από τις ενέργειες που έγιναν πρόσφατα για να ανακινηθεί το ζήτημα των αποζημιώσεων των θυμάτων των θηριωδιών των ναζί, τις οποίες αδίκως αρνείται η Γερμανία.
Πέρα όμως από αυτή τη χρονική συγκυρία, στέκει εκεί για να αφηγείται τη δική του μαρτυρική ιστορία για όσα δεν μπορούν και δεν πρέπει να ξεχαστούν.
Οχι για να διατηρείται η μνήμη ως μίσος για τους άλλους, αλλά πολύ περισσότερο ως χρέος για θύματα και επιζώντες, οι οποίοι θεώρησαν υποχρέωση να μη μείνουν σιωπηλοί.
Αλλωστε με ή χωρίς αποζημιώσεις το χωριό συγκαταλέγεται σε όλους αυτούς τους χώρους-μνημεία που θα μας θυμίζουν πάντα ότι ο άνθρωπος χωρίς Θεό μπορεί να γίνει θηρίο, εγκλωβισμένος σε ολοκληρωτικές ιδεολογίες που μόνο πόνο και θάνατο μπορούν να σκορπίσουν.
Τα αντίποινα
Η «ορθόδοξη Αλήθεια» ερεύνησε σε βάθος (και για καιρό) την άγνωστη ιστορία του ήρωα ιερέα. Επικοινώνησε με τον σημερινό ιερέα του ναού του Αγίου Νικολάου στο Δίστομο π. Απόστολο Σταυρόπουλο, ο οποίος μίλησε για τον μακαριστό π. Σωτήρη Ζήση, αλλά και για το ιστορικό βάρος που σηκώνουν όλοι όσοι έχουν την τιμή να κατάγονται ή να υπηρετούν σε αυτή τη μαρτυρική γωνιά της Ελλάδας.
Ο π. Απόστολος ανέφερε χαρακτηριστικά για εκείνα τα γεγονότα: «Ηταν 10 Ιουνίου, όταν ήρθε η γερμανική φάλαγγα από τη Λιβαδειά γιατί έψαχνε αντάρτες.
Μόλις φτάσανε στην πλατεία, φωνάξανε τον παπα-Σωτήρη και τον πρόεδρο της κοινότητας, προκειμένου να ρωτήσουν αν έχουν περάσει ή αν έχουν μπει οι αντάρτες μέσα στο χωριό.
Ο παπα-Σωτήρης απάντησε στους Γερμανούς ότι δεν έχουν δει αντάρτες στην περιοχή του Διστόμου και ότι στο χωριό αυτό ζουν φιλήσυχοι άνθρωποι. Στη συνέχεια κινήθηκαν προς την περιοχή Στείρι.
Εκεί δέχθηκαν πυρά από αντιστασιακούς που τους είχαν στήσει ενέδρα. Τότε ήταν που τραυματίστηκε ο επικεφαλής τους αξιωματικός Τεό.
Γυρίζοντας προς τα πίσω, οι αντιστασιακοί πέρασαν από την περιοχή του Διστόμου. Τότε ο Γερμανός αξιωματικός έδωσε εντολή να θανατωθεί ό,τι κινείται στο χωριό.
Ηταν τα γνωστά αντίποινα που συνήθιζαν τότε οι Γερμανοί με αφορμή την επίθεση που δεχτήκανε από τους αντάρτες» λέει ο ιερέας.
Ο π. Απόστολος επισημαίνει: «Ο παπα-Σωτήρης ήταν από τους πρώτους που δολοφονήθηκαν σε εκείνη τη γειτονιά. Η παπαδιά του γλίτωσε γιατί έφυγε από το παράθυρο, αλλά το παιδί που κράταγε στην αγκαλιά σκοτώθηκε. Ο παπα-Σωτήρης δέχτηκε φρικτά βασανιστήρια, που δεν μπορεί να τα συλλάβει ανθρώπου νους, όπως λένε οι μαρτυρίες των κατοίκων. Του έβγαλαν τα μάτια και έπειτα τον έσυραν σκοτωμένο στην πλατεία του χωριού, σύμφωνα με όσα καταγράφονται από όσους επέζησαν. Μάλιστα», προσθέτει συγκινημένος, «μέχρι να γίνει η ανακαίνιση του σπιτιού του, υπήρχε μια επιγραφή που έγραφε: "Εδώ εφονεύθη ο παπα-Σωτήρης, ιερέας της ενορίας του Διστόμου". Αυτό ήταν το τραγικό τέλος του ιερέα. Οι ναζί όχι μόνο δεν σεβάστηκαν το σχήμα του, αλλά τον περιέφεραν σαν... λάφυρο».
«Περιμένουν όλοι οι κάτοικοι τη δικαίωσή τους»
Ο π. Απόστολος Σταυρόπουλος μίλησε για το πώς αισθάνεται ο ίδιος για το γεγονός ότι διακονεί στο Δίστομο, καθώς και για τα ζητήματα των αποζημιώσεων: «Είμαι στην ενορία από τον Μάρτιο του 2012. Η πρώτη μου συγκλονιστική εμπειρία ήταν η ημέρα της επετείου της 10ης Ιουνίου, όπου στο χωριό υπήρχε νεκρική σιγή, βουβαμάρα, μια κατανυκτική σιωπή. Ο κόσμος εδώ μαθαίνει όσα δραματικά συνέβησαν από τους παλαιότερους, τα οποία πολύ δύσκολα μπορούν να φύγουν από τη μνήμη τους». Και συνεχίζει: «Οι πωρωμένοι Γερμανοί με μίσος και χυδαιότητα μπήκαν και αφαίρεσαν ζωές από απλούς ανθρώπους. Ολα αυτά τα γεγονότα σε διδάσκουν ότι πρέπει να μιλάς και να στέκεσαι σε τέτοιες στιγμές με διάκριση και λεπτότητα. Οι άνθρωποι εδώ, από τότε που το θέμα ήρθε ξανά στην επικαιρότητα, περιμένουν μια δικαίωση. Ηθική πρώτα και μετά υλική. Αυτά δεν ξεχνιούνται, είναι ανεξίτηλα στις μνήμες τους».
«Τα χρήματα και οι αποζημιώσεις δεν μπορούν να πουν πολλά σε ανθρώπους που έχουν χάσει τους γονείς τους ή δικούς τους ανθρώπους. Υπάρχουν κάποιοι που ορφάνεψαν και από πατέρα και από μητέρα και τώρα είναι σε ηλικία περίπου 80 χρονών».
Ο π. Απόστολος Σταυρόπουλος μας αφηγείται στη συνέχεια το μνημόσυνο που τελέστηκε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου στο Δίστομο λίγο πριν από τη σφαγή. «Εκείνες τις μέρες», είπε, «οι κάτοικοι ετοιμάζονταν να κάνουν μνημόσυνο για κάποιους άλλους που είχαν εκτελέσει στο Καρακόλιθο.
Ηταν μέρες καλοκαιριού και όλος ο κόσμος ήταν έξω στα χωράφια. Αλλωστε αυτή η περιοχή έξω από τη Λιβαδειά ήταν εκτελεστικό κέντρο, στο οποίο οι ναζί εκτελούσαν τους αιχμαλώτους.
Μάλιστα είναι ανατριχιαστικές οι στιγμές που περιγράφουν οι παλαιότεροι για τις ώρες μετά τη σφαγή.
Ηταν απόγευμα πια όταν φύγανε οι Γερμανοί και, όπως λένε οι μαρτυρίες, η μέρα είχε μια σκοτεινή όψη, κοράκια γυρόφερναν στο χωριό, μια νεκρική σιωπή παντού.
Οι άνθρωποι, φοβισμένοι καταφύγανε, όσοι σώθηκαν, σε σπηλιές-κρυψώνες στην περιοχή του Αγίου Μάμα».
Ο ηλικιωμένος που ήταν τότε παπαδάκι της Εκκλησίας
Η «ορθόδοξη Αλήθεια» εντόπισε και τον άνθρωπο που γνώριζε καλά τον πατέρα Σωτήρη Ζήση, αφού ήταν τότε παπαδάκι στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Διστόμου.
Ο 87χρονος σήμερα Γιάννης Μίχας μίλησε για τον παπα-Σωτήρη που γνώρισε, και συγκινημένος επιβεβαίωσε την άγνωστη ιστορία του. «Τον παπα-Σωτήρη τον γνώριζα πολύ καλά, γιατί εγώ ήμουνα από μικρό παιδί παπαδάκι στην εκκλησία» αναφέρει, ανασύροντας από τη μνήμη του τα φρικιαστικά γεγονότα των ημερών.
«Ηταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος, έβαζε τους άλλους πάνω από τον εαυτό του. Οπου πήγαινε ο παπα-Σωτήρης να αγιάσει με έπαιρνε μαζί του. Τον σκότωσαν στην κάτω πλατεία, αφού τον βασάνισαν πρώτα. Ηταν αρκετά χρόνια ιερέας εδώ στο Δίστομο. Ηταν γέννημα θρέμμα του χωριού. Με έπαιρνε μαζί του για να τον βοηθήσω, όταν λειτουργούσε στο Στείρι, γιατί δεν υπήρχε παπάς εκεί. Οι γυναίκες μάς έδιναν κατιτίς και, όπως θυμάμαι, όταν γύριζα στο Δίστομο ο παππούλης μού έλεγε "Γιάννη, μη φεύγεις" και μου έδινε χαρτζιλίκι για τον κόπο μου».
Στη συνέχεια ο κ. Μίχας θυμάται τις συγκλονιστικές στιγμές από την ημέρα της σφαγής: «Ο πατέρας μού είχε πει να πάω στα χωράφια να μαζέψω φρύγανα. Ευτυχώς για μένα, οι Γερμανοί δεν πέρασαν το πρωί. Είχα πάρει ένα μονοπάτι να πάω στο χωράφι. Εκεί με συναντά ένας και μου λέει "Γιαννάκο, πού πας, θα σε σκοτώσουν οι Γερμανοί", οι οποίοι δεν είχαν μπει ακόμα στο Δίστομο αλλά πλησίαζαν. Πήγα στον παππού μου στη Δαύλεια και κάθισα εκεί δύο μέρες. Οι πληροφορίες για ό,τι έγινε στο Δίστομο έφτασαν γρήγορα. Οπως μου έχει πει η μάνα μου, οι γυναίκες εκείνα τα χρόνια είχαν εικονοστάσι στα σπίτια. Ετσι και στο δικό μας. Είχαμε το καντηλάκι και κάτι αβγά κόκκινα που κρατάγαμε από το Πάσχα. Μόλις οι Γερμανοί είδανε τα κόκκινα αβγά, φωνάξανε "κομουνίστ, κομουνίστ", πήρανε τον πατέρα μου και τον ξεκοιλιάσανε στην πλατεία μπροστά από ένα καφενείο, μαζί με 218 άτομα. Αγρια πράγματα, ξεκληρίσανε ολόκληρες οικογένειες».
Πώς περιγράφει η πρεσβυτέρα τον θάνατο της κόρης της
Οπως αναφέρει ο θεολόγος και συγγραφέας Νίκος Νικολάου, «ο π. Σωτήρης υπήρξε συνειδητός λειτουργός και μεγάλος πατριώτης. Πάντα φρόντιζε για την πνευματική προκοπή του ποιμνίου του και αγωνιζόταν για την πολυπόθητη ελευθερία της πατρίδας του. Στις 10 Ιουνίου του 1944 οι χιτλερικοί συνέλαβαν 10 κατοίκους του μαρτυρικού Διστόμου, με σκοπό να τους εκτελέσουν. Ο π. Σωτήρης, μόλις πληροφορήθηκε τη σύλληψη, έτρεξε κοντά τους. Γονατισμένος, με δάκρυα στα μάτια, παρακαλούσε τους θηριώδεις χιτλερικούς Γερμανούς να τους αφήσουν ελεύθερους. Οι ναζί Γερμανοί, παρότι προσποιήθηκαν πως πείσθηκαν, αθέτησαν την υπόσχεσή τους. Και όχι μόνο τους σκότωσαν, αλλά έβγαλαν και τα μάτια του π. Σωτήρη, του έκοψαν το κεφάλι και σκότωσαν το μόλις δύο ετών κοριτσάκι του παπά».
Παρακάτω αναφέρουμε την πραγματικότητα (ζητώντας συγγνώμη για την ωμή και φρικαλέα περιγραφή, που όμως δείχνει το μέγεθος της θηριωδίας), έτσι όπως την περιγράφει και την έζησε μέσα στο ίδιο της το σπίτι η πρεσβυτέρα του: «Εγώ τη στιγμή που μας βάλανε στο τουφεκίδι βύζαινα το κοριτσάκι μου, ενός χρόνου. Μου ρίξανε τρεις σφαίρες. Η μια μού χάλασε το ζερβί χέρι, η άλλη με πήρε ξώπετσα κάτω από τ' αυτί. Η τρίτη χτύπησε τη Μαργαρίτα μου. Της άνοιξε το κεφάλι και, όπως την κράταγα στην αγκαλιά μου, τα μυαλά της πεταχτήκανε στα μούτρα μου».
Η μαρτυρία-σοκ του Θεοδωράκη
Οι μαρτυρίες όμως για τις φρικαλεότητες στο Δίστομο δεν έχουν τέλος. Ακόμα μία καταθέτει και ο σπουδαίος μουσικοσυνθέτης Μίκης Θεοδωράκης, ο οποίος παραθέτει σε ένα γαλλικό ντοκιμαντέρ για το Δίστομο όσα του ανέφερε ένας χωροφύλακας ο οποίος έζησε από κοντά τη σφαγή «Θυμάμαι», αναφέρει, «ήταν ένας αξιωματικός της Χωροφυλακής και περιγράφει την εξής σκηνή. Οι Γερμανοί μπήκανε στο σπίτι του παπά, ο οποίος είχε σύζυγο, μια δεκαοκτάχρονη κόρη και άλλα παιδιά. Εγδυσαν τον παπά και την κόρη του. Ολοι οι άλλοι ήταν εκεί. Εκοψαν τα στήθη της κόρης και τα έβαλαν στο στόμα του πατέρα, έκοψαν τα γεννητικά όργανα του πατέρα και τα έβαλαν στο στόμα της κόρης. Μπροστά στην οικογένεια και ύστερα τους σκότωσαν».