Του Αντώνη Μακατούνη-(από το ένθετο της «Δημοκρατίας» για την Ορθοδοξία)
Σπουδαίο ρόλο στη ζωή κάθε τοπικής Εκκλησίας διαδραματίζει ο επικεφαλής της, ο εκάστοτε επίσκοπός της που αφήνει πίσω του την πνευματική παρακαταθήκη του και την ποιμαντική σφραγίδα του. Η πατρίδα μας είχε και έχει την τύχη να ποιμαίνεται από σπουδαίους επισκόπους, που αφιερώνουν όλη τους την ύπαρξη διακονώντας με ζήλο τους συνανθρώπους τους.
Σπουδαίο ρόλο στη ζωή κάθε τοπικής Εκκλησίας διαδραματίζει ο επικεφαλής της, ο εκάστοτε επίσκοπός της που αφήνει πίσω του την πνευματική παρακαταθήκη του και την ποιμαντική σφραγίδα του. Η πατρίδα μας είχε και έχει την τύχη να ποιμαίνεται από σπουδαίους επισκόπους, που αφιερώνουν όλη τους την ύπαρξη διακονώντας με ζήλο τους συνανθρώπους τους.
Συγκεκριμένα, σε έναν ιστορικό τόπο, στην Αιτωλοακαρνανία (η οποία παρεμπιπτόντως τίμησε χθες τον πολιούχο και προστάτη του Αγρινίου άγιο Χριστόφορο), μια περιοχή αγιασμένη και ποτισμένη από το αίμα των αγίων και των ηρώων της, υπάρχουν πολλά παραδείγματα ιεραρχών - μεγάλων μορφών της Ορθοδοξίας, που έμειναν στην ιστορία για το θυσιαστικό τους έργο αλλά και για την τεράστια συμβολή τους στους απελευθερωτικούς αγώνες των Ελλήνων.
Τρανό παράδειγμα ο μακαριστός Πορφύριος, μια εμβληματική προσωπικότητα, μητροπολίτης για περίπου είκοσι πέντε χρόνια, σε τέσσερις διαφορετικές περιόδους. Είχε μάλιστα τον τίτλο του Μέγα Αρχιδιακόνου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Δούλευε συστηματικά και προετοίμαζε τους πιστούς για τον Μεγάλο Αγώνα (Επανάσταση 1821). Είχε αναπτύξει δε τόσες πολλές δραστηριότητες που ενόχλησαν τους Οθωμανούς, με συνέπεια λόγω της εθνικής δράσης του να συλληφθεί και να εξοριστεί στο Αγιο Ορος. Οταν, όμως, η Επανάσταση ξεκίνησε με στόχο την απελευθέρωση του έθνους από τον τουρκικό ζυγό, εκείνος δραπέτευσε από το Αγιο Ορος και πήγε στο Μεσολόγγι, όπου ένωσε τις δυνάμεις του με τον Ιωσήφ Ρωγών ενάντια στους Τούρκους κατακτητές, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση όλων των περιοχών του νομού Αιτωλίας και Ακαρνανίας, αγωνιζόμενοι και οι δύο υπέρ πίστεως και πατρίδας.
Ειδικότερα, ο μακαριστός επίσκοπος Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ το βράδυ του «μεγάλου χαλασμού» (Παρασκευή, 9 Απριλίου 1826), παραμονή της Εξόδου των Ελεύθερων Πολιορκημένων στο Μεσολόγγι, μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων όλους τους Μεσολογγίτες. Οταν οι Τούρκοι πάτησαν τη νησίδα, ο επίσκοπος έβαλε φωτιά στον ανεμόμυλο και στη συνέχεια συνελήφθη και θανατώθηκε με αποκεφαλισμό στις 13 Απριλίου 1826. Ο ιστοριογράφος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 Σπύρος Τρικούπης γράφει χαρακτηριστικά για το μαρτύριό του: «Εις φυσεκοφόρον πίθον ερρίφθη εις αυτόν, ημιεκάη και ημίκαυστος απεκεφαλίσθη». Η ταφή του έγινε στον αύλειο χώρο του Ιερού Ναού Αγίου Παντελεήμονος.
Παλαιότερα ξεχωρίζει ο μακαριστός Ιωάννης Απόκαυκος (1200-1232), απόγονος της μεγάλης βυζαντινής οικογένειας των Αποκαύκων, που επηρέασαν πάρα πολύ την πνευματική ζωή στο Βυζάντιο κατά τον 13ο αιώνα. Ηταν άριστος γνώστης των δογμάτων και αναδείχθηκε μεγάλος «δάσκαλος της επιστήμης». Υπήρξε σπουδαίος λόγιος βυζαντινός ιεράρχης με έντονη δραστηριότητα και προκαθήμενος του δυτικού βυζαντινού κράτους. Χαρακτηρίστηκε ως η μεγάλη εκκλησιαστική φυσιογνωμία της εποχής του και υπηρέτησε με σθένος την Εκκλησία.
Ο μακροβιότερος επίσκοπος όλων (επί 41 έτη), ο Θεόκλητος Αβραντινής (1922-2007), έμεινε στην ιστορία ως «ο δεσπότης των πολλών και μεγάλων έργων», διαθέτοντας από τους μισθούς της ιερατικής σταδιοδρομίας του και άλλων οικονομιών του το μεγάλο ποσό των 50.000.000 δραχμών, συνιστώντας το κοινωφελές ίδρυμα το οποίο ονόμασε Θεοκλήτειον Κοινωφελές Ιδρυμα Μητροπολίτου Αιτωλίας & Ακαρνανίας, με έδρα το Μεσολόγγι. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι με τη συμπλήρωση τριάντα ετών αρχιερατείας του, ο δήμος του Μεσολογγίου του απέμεινε (με ομόφωνη απόφαση) το χρυσούν μετάλλιο της πόλεως ως ένδειξη τιμής, ευγνωμοσύνης και αναγνώρισης στο μεγάλο έργο του. Φυσικά, οι περιπτώσεις ιεραρχών που άφησαν το προσωπικό τους στίγμα στη γενέτειρα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού είναι ανεξάντλητες.
Το βιβλίο με συγγραφέα τον Χρ. Σιάσο
Στο ερώτημα πώς θα μπορούσε κάποιος να μάθει περισσότερα για αυτές τις άγιες μορφές της Εκκλησίας μας, απάντηση δίνει ο καθηγητής Χρήστος Σιάσος, που με το νέο του σπουδαίο βιβλίο με τίτλο «Οι επίσκοποι Αιτωλίας και Ακαρνανίας από το 343 μ. Χ. έως σήμερα» φωτίζει άγνωστες πτυχές και παρουσιάζει ενδιαφέρουσες για το ευρύ κοινό ιστορίες, βγαλμένες από τον βίο αυτών των μεγάλων πνευματικών προσωπικοτήτων.
Το βιβλίο παρουσιάσθηκε πριν από λίγες ημέρες στην αίθουσα εκδηλώσεων του Επιμελητηρίου Ακαρνανίας παρουσία πλήθους κόσμου, που απέδειξε έμπρακτα ότι διψάει για τέτοιες πρωτοβουλίες.
Πώς, όμως, προέκυψε η σημαντική μελέτη του και η σχετική καταγραφή ώστε να φτάσουμε στο αξιοθαύμαστο αποτέλεσμα της εν λόγω έκδοσης; «Ηταν Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2005 πρωί, μία ημέρα μετά την ενθρόνιση του νέου μητροπολίτη μας κ. Κοσμά, στον Μητροπολιτικό Ι. Ν. του Αγίου Σπυρίδωνος στο Μεσολόγγι, από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο. Πήγα να πάρω την ευχή του και να του δώσω το βιβλίο μου με τίτλο “Οι Αγιοι της Αιτωλοακαρνανίας”. Βγαίνοντας από το γραφείο του και μέσα στις πολλές σκέψεις που είχα στο μυαλό μου για τον φωτισμένο αυτόν ιεράρχη, μου ήρθε η ιδέα να ασχοληθώ με την καταγραφή όλων των επισκόπων της μητροπόλεώς μας, ξεκινώντας από την πρώτη Επισκοπή της Ναυπάκτου.
Αντίστοιχο βιβλίο δεν υπήρχε. Ταξίδεψα σε πολλά μέρη προκειμένου να συλλέξω στοιχεία και πληροφορίες για τον καθένα ξεχωριστά» αναφέρει στη «δημοκρατία» ο συγγραφέας και παράλληλα προσθέτει στην ερώτηση πόσο τον δυσκόλεψε η αναζήτηση πηγών και στοιχείων στη συλλογή του αξιόλογου υλικού. «Οταν ασχολείσαι με τις αγιασμένες μορφές των επισκόπων του τόπου σου, δεν συναντάς δυσκολίες παρά μόνο ευχάριστες στιγμές. Οταν ξεκινάς για ένα τόσο μεγάλο “ταξίδι” με τη βοήθεια φίλων, κληρικών και λαϊκών, φθάνεις στην Ιθάκη σου. Ολες οι πηγές αναφέρονται στη βιβλιογραφία, που πραγματικά είναι πολύ πλούσια. Προσπάθησα να τιμήσω όλες αυτές τις μεγάλες μορφές της Εκκλησίας του τόπου μου και αισθάνομαι υπερήφανος για όσα πρόσφερα και προσφέρω στην ιδιαίτερη πατρίδα μου. Φυσικά, δεν λείπουν και οι στιγμές της συγκινησιακής φόρτισης όταν βλέπεις στο ακροατήριο ανθρώπους να επιβραβεύουν το έργο σου με επευφημίες».
Ενας εκ των ομιλητών που καθήλωσαν το ακροατήριο κατά τη διάρκεια της παρουσίασης ήταν ο πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητρόπολης Αιτωλίας και Ακαρνανίας, αρχιμανδρίτης Επιφάνιος Καραγεώργος.
Τρανό παράδειγμα ο μακαριστός Πορφύριος, μια εμβληματική προσωπικότητα, μητροπολίτης για περίπου είκοσι πέντε χρόνια, σε τέσσερις διαφορετικές περιόδους. Είχε μάλιστα τον τίτλο του Μέγα Αρχιδιακόνου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας. Δούλευε συστηματικά και προετοίμαζε τους πιστούς για τον Μεγάλο Αγώνα (Επανάσταση 1821). Είχε αναπτύξει δε τόσες πολλές δραστηριότητες που ενόχλησαν τους Οθωμανούς, με συνέπεια λόγω της εθνικής δράσης του να συλληφθεί και να εξοριστεί στο Αγιο Ορος. Οταν, όμως, η Επανάσταση ξεκίνησε με στόχο την απελευθέρωση του έθνους από τον τουρκικό ζυγό, εκείνος δραπέτευσε από το Αγιο Ορος και πήγε στο Μεσολόγγι, όπου ένωσε τις δυνάμεις του με τον Ιωσήφ Ρωγών ενάντια στους Τούρκους κατακτητές, αναλαμβάνοντας τη διακυβέρνηση όλων των περιοχών του νομού Αιτωλίας και Ακαρνανίας, αγωνιζόμενοι και οι δύο υπέρ πίστεως και πατρίδας.
Ειδικότερα, ο μακαριστός επίσκοπος Ρωγών και Κοζύλης Ιωσήφ το βράδυ του «μεγάλου χαλασμού» (Παρασκευή, 9 Απριλίου 1826), παραμονή της Εξόδου των Ελεύθερων Πολιορκημένων στο Μεσολόγγι, μετάλαβε των αχράντων μυστηρίων όλους τους Μεσολογγίτες. Οταν οι Τούρκοι πάτησαν τη νησίδα, ο επίσκοπος έβαλε φωτιά στον ανεμόμυλο και στη συνέχεια συνελήφθη και θανατώθηκε με αποκεφαλισμό στις 13 Απριλίου 1826. Ο ιστοριογράφος της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 Σπύρος Τρικούπης γράφει χαρακτηριστικά για το μαρτύριό του: «Εις φυσεκοφόρον πίθον ερρίφθη εις αυτόν, ημιεκάη και ημίκαυστος απεκεφαλίσθη». Η ταφή του έγινε στον αύλειο χώρο του Ιερού Ναού Αγίου Παντελεήμονος.
Παλαιότερα ξεχωρίζει ο μακαριστός Ιωάννης Απόκαυκος (1200-1232), απόγονος της μεγάλης βυζαντινής οικογένειας των Αποκαύκων, που επηρέασαν πάρα πολύ την πνευματική ζωή στο Βυζάντιο κατά τον 13ο αιώνα. Ηταν άριστος γνώστης των δογμάτων και αναδείχθηκε μεγάλος «δάσκαλος της επιστήμης». Υπήρξε σπουδαίος λόγιος βυζαντινός ιεράρχης με έντονη δραστηριότητα και προκαθήμενος του δυτικού βυζαντινού κράτους. Χαρακτηρίστηκε ως η μεγάλη εκκλησιαστική φυσιογνωμία της εποχής του και υπηρέτησε με σθένος την Εκκλησία.
Ο μακροβιότερος επίσκοπος όλων (επί 41 έτη), ο Θεόκλητος Αβραντινής (1922-2007), έμεινε στην ιστορία ως «ο δεσπότης των πολλών και μεγάλων έργων», διαθέτοντας από τους μισθούς της ιερατικής σταδιοδρομίας του και άλλων οικονομιών του το μεγάλο ποσό των 50.000.000 δραχμών, συνιστώντας το κοινωφελές ίδρυμα το οποίο ονόμασε Θεοκλήτειον Κοινωφελές Ιδρυμα Μητροπολίτου Αιτωλίας & Ακαρνανίας, με έδρα το Μεσολόγγι. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι με τη συμπλήρωση τριάντα ετών αρχιερατείας του, ο δήμος του Μεσολογγίου του απέμεινε (με ομόφωνη απόφαση) το χρυσούν μετάλλιο της πόλεως ως ένδειξη τιμής, ευγνωμοσύνης και αναγνώρισης στο μεγάλο έργο του. Φυσικά, οι περιπτώσεις ιεραρχών που άφησαν το προσωπικό τους στίγμα στη γενέτειρα του αγίου Κοσμά του Αιτωλού είναι ανεξάντλητες.
Το βιβλίο με συγγραφέα τον Χρ. Σιάσο
Στο ερώτημα πώς θα μπορούσε κάποιος να μάθει περισσότερα για αυτές τις άγιες μορφές της Εκκλησίας μας, απάντηση δίνει ο καθηγητής Χρήστος Σιάσος, που με το νέο του σπουδαίο βιβλίο με τίτλο «Οι επίσκοποι Αιτωλίας και Ακαρνανίας από το 343 μ. Χ. έως σήμερα» φωτίζει άγνωστες πτυχές και παρουσιάζει ενδιαφέρουσες για το ευρύ κοινό ιστορίες, βγαλμένες από τον βίο αυτών των μεγάλων πνευματικών προσωπικοτήτων.
Το βιβλίο παρουσιάσθηκε πριν από λίγες ημέρες στην αίθουσα εκδηλώσεων του Επιμελητηρίου Ακαρνανίας παρουσία πλήθους κόσμου, που απέδειξε έμπρακτα ότι διψάει για τέτοιες πρωτοβουλίες.
Πώς, όμως, προέκυψε η σημαντική μελέτη του και η σχετική καταγραφή ώστε να φτάσουμε στο αξιοθαύμαστο αποτέλεσμα της εν λόγω έκδοσης; «Ηταν Δευτέρα 7 Νοεμβρίου 2005 πρωί, μία ημέρα μετά την ενθρόνιση του νέου μητροπολίτη μας κ. Κοσμά, στον Μητροπολιτικό Ι. Ν. του Αγίου Σπυρίδωνος στο Μεσολόγγι, από τον μακαριστό Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χριστόδουλο. Πήγα να πάρω την ευχή του και να του δώσω το βιβλίο μου με τίτλο “Οι Αγιοι της Αιτωλοακαρνανίας”. Βγαίνοντας από το γραφείο του και μέσα στις πολλές σκέψεις που είχα στο μυαλό μου για τον φωτισμένο αυτόν ιεράρχη, μου ήρθε η ιδέα να ασχοληθώ με την καταγραφή όλων των επισκόπων της μητροπόλεώς μας, ξεκινώντας από την πρώτη Επισκοπή της Ναυπάκτου.
Αντίστοιχο βιβλίο δεν υπήρχε. Ταξίδεψα σε πολλά μέρη προκειμένου να συλλέξω στοιχεία και πληροφορίες για τον καθένα ξεχωριστά» αναφέρει στη «δημοκρατία» ο συγγραφέας και παράλληλα προσθέτει στην ερώτηση πόσο τον δυσκόλεψε η αναζήτηση πηγών και στοιχείων στη συλλογή του αξιόλογου υλικού. «Οταν ασχολείσαι με τις αγιασμένες μορφές των επισκόπων του τόπου σου, δεν συναντάς δυσκολίες παρά μόνο ευχάριστες στιγμές. Οταν ξεκινάς για ένα τόσο μεγάλο “ταξίδι” με τη βοήθεια φίλων, κληρικών και λαϊκών, φθάνεις στην Ιθάκη σου. Ολες οι πηγές αναφέρονται στη βιβλιογραφία, που πραγματικά είναι πολύ πλούσια. Προσπάθησα να τιμήσω όλες αυτές τις μεγάλες μορφές της Εκκλησίας του τόπου μου και αισθάνομαι υπερήφανος για όσα πρόσφερα και προσφέρω στην ιδιαίτερη πατρίδα μου. Φυσικά, δεν λείπουν και οι στιγμές της συγκινησιακής φόρτισης όταν βλέπεις στο ακροατήριο ανθρώπους να επιβραβεύουν το έργο σου με επευφημίες».
Ενας εκ των ομιλητών που καθήλωσαν το ακροατήριο κατά τη διάρκεια της παρουσίασης ήταν ο πρωτοσύγκελος της Ιεράς Μητρόπολης Αιτωλίας και Ακαρνανίας, αρχιμανδρίτης Επιφάνιος Καραγεώργος.