της Στέλλας Ν. Αναγνώστου- Δάλλα.
Πολύς λόγος γίνεται για τη χαρά των Χριστουγέννων, των
Γιορτών, για τη χαρά των παιδιών, για τη χαρά που δίνουμε, για τη χαρά που
παίρνουμε, για τι χαρά που μας λείπει, για την χαρά που ζητούμε,….για τη χαρά
γενικώς….
Δεν είμαι ψυχολόγος για να προσεγγίσω ψυχικά το ζητούμενο
της χαράς. Είναι πολύ μεγάλο θέμα και
πολύ ευαίσθητο, γιατί όλοι πονούμε για χαρά.
Μόνον έναν προβληματισμό θα μου επιτρέψω: γιατί πονούμε άραγε; -«γιατί μας έλλειψε», θα
μου πείτε. Κι όμως. Πολλά πράγματα μας έλειψαν ή μας λείπουν, κι
όμως δεν πονούμε, δεν σπαράζουμε γι’ αυτά.
Για την χαρά σπαράζουμε γιατί νοιώθουμε ότι τη δικαιούμαστε, κι αν δεν
την έχουμε, είναι γιατί κάποιος μας την πήρε, κάποιος χρωστάει να μας τη
δώσει. Μας πνίγει το παράπονο, μας
πνίγει και η επιθυμία της. Και τι μας
πνίγει τελικά; Τη χαρά μας!!!!!!!
Δεν είμαι ούτε θεολόγος για να διαπραγματευτώ την «κατά
Χριστόν χαρά», ωστόσο ξέρω τουλάχιστον ότι υπάρχει. Όσο μπορέσω να μελετήσω τους Αποστόλους και
τους Πατέρες, τους βίους των Αγίων και τη χαρά τους την ώρα του μαρτυρίου τους,
ίσως κάτι καταλάβω κι εγώ. Ίσως μπορέσω
κάπως να κατανοήσω αυτό το ψυχικό φαινόμενο, αυτήν την εσωτερική αλλοίωση, που
κάνει τα πρόσωπα «χαρίεντα» μέσα στη θλίψη τους, ευτυχισμένα μέσα στις πιο
δυστυχισμένες περιστάσεις…
Με τα λίγα εργαλεία που έχω στα χέρια μου και που μπορώ
κάπως να χρησιμοποιήσω, αναζήτησα την έννοια της χαράς εκεί απ’ όπου αρχίζω
πάντα: από τη γλώσσα.
«Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις», μου λέει ο
Αντισθένης. «Αρχή σοφίας, φόβος Κυρίου»,
μου λέει ο Ψαλμωδός. Σαν Χριστιανή και
σαν Ελληνίδα, προσπαθώ πάντα και τα δύο μαζί.
Ποτέ χωριστά. Ποτέ δεν βρήκα
αντινομία στο να «ερευνώ τας Γραφάς», και «δια της γλώσσης».
«Χαρά» λοιπόν. Από το
χάρ-jω, από την
αμάρτυρη αρχική ρίζα *gher. Αυτή η ρίζα εξελίσσεται σε δύο μορφές και δύο
σημασίες, που κατά την ταπεινή μου γνώμη, η μία αποτελεί απόρροια της
άλλης. Κατά την πρώτη εξέλιξη, η ρίζα
χερ- σημαίνει άπτομαι, πιάνω/ακουμπώ δηλαδή, δράττομαι (κρατώ στο χέρι),
λαμβάνω κάτι, είτε μόνος μου, είτε γιατί μου το δίνει κάποιος άλλος. Έτσι προκύπτουν όλες οι λέξεις που έχουν
σχέση με την «χείρα», το χέρι δηλαδή.
Κατά τη δεύτερη εξέλιξη, η ρίζα χαρ- σημαίνει επιθυμώ, αγαπώ, γενικά
διακατέχομαι από ένα έντονο και ευχάριστο ψυχικό πάθος. Απ’ αυτήν την δεύτερη εξέλιξη, προκύπτουν
όλες οι λέξεις που σχετίζονται με τη χαρά: χαίρω, χάρμα (αυτό με το οποίο
χαίρει κανείς), χαρίζω(προσφέρω δωρεάν προσφέροντας έτσι ευχαρίστηση), χάρισμα
(αυτό που κάποιος σου προσέφερε και σε «χαροποίησε»), κ.ά.
Χειρ και χαρά, χάρισμα και χαίρω. Τα «χαρίσματα» του Αγίου Πνεύματος και οι
«καρποί» Του. Ίδια ρίζα. Όλα αλληλένδετα. Μια προσφορά, ένα δόσιμο, ένα άπλωμα του
χεριού, ένα άνοιγμα του χεριού, κάτι που μας έλειπε και τώρα το έχουμε, μια
αγαλλίαση. Μια προσφορά από τον Θεό στον
άνθρωπο, από τον άνθρωπο στον άνθρωπο, το ευχάριστο συναίσθημα και για τον δότη
και για τον λήπτη. Χαρά για όλους.
Αυτό είναι για μένα το νόημα των Χριστουγέννων. Η χαρά που μου χαρίζει ο Χριστός και που έχει
χίλια πρόσωπα, όλα τα καλά που μπορείς να φανταστείς. Λέγεται ζωή, λέγεται ελπίδα, αγάπη, ασφάλεια,
λέγεται άφεση, λέγεται θεραπεία, κατανόηση, παρηγοριά, λέγεται αιωνιότητα. Έρχεται μικρός να γεννηθεί, ένα τόσο δα
βρέφος, στη φάτνη, στον στάβλο πες, της καρδιάς μου. Περιμένει να μεγαλώσει μέσα μου, να κάνω την
φάτνη σπίτι, να μείνει εκεί μέχρι να ενηλικιωθεί.. Να Του επιτρέψω μετά να μου μιλήσει, να με
διδάξει, να μου κάνει κι αυτό το δώρο.
Να μείνω δίπλα Του μέχρι ν’ ανέβει στον Σταυρό, κι έτσι να μου φαίνεται
πολύ ο πιο ελαφρύς ο δικός μου, ο μικρούτσικος.
Να είμαι εκεί όταν θ’ αναστηθεί και να χαρώ και τότε. Που θ’ αναστηθεί Εκείνος,
και που μπορεί να μ΄ αναστήσει κι εμένα.
Περιμένει να πάρω το δώρο Του, το Σώμα και το Αίμα Του, το Θεϊκό και το
ανθρώπινο, το αναστημένο, για να μπορέσω να ζήσω κι εγώ, και τώρα και
πάντα. Πιστεύω Κύριε κι ομολογώ… βοήθει
μοι τη απιστία….
Εκεί που γεννιέται ο Χριστός, φέρνει όλα Του τα χαρίσματα,
και όλη τη Χαρά Του. Δόξα Σοι, ο Θεός
ημών. Δόξα Σοι.
Στέλλα Ν. Αναγνώστου- Δάλλα.