Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Προικοννήσου κ.κ. ΙΩΣΗΦ
Μεγαλωμένος σέ λευϊτική οἰκογένεια, χαιρόμουνα τήν παρουσία τοῦ ῾Ιερέα παπποῦ μου. Φιλακόλουθος καί λειτουργικότατος, μύριζε «παπαδίλα». Μιά γλυκειά αὔρα ἀπό μοσχολίβανο, ἀπό μελισσοκέρι καί λάδι. ῞Ενα ἄρωμα «οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου», πού σέ τραβοῦσε κοντά του κ’ ἤθελες νά τόν βλέπεις μέ τ’ ἄσπρα του γένια, ἱλαρό, γλυκύ, εὐπροσήγορο, κάποτε σύννου καί αὐστηρό, νά τόν ἀκούεις νά μουρμουρίζει ἀπό στήθους τό ψαλτήρι, νά χρησιμοποιεῖ μιλώντας ἐκείνη τήν παπαδίστικη γλῶσσα μέ τίς ἀσυνήθιστες σεβάσμιες λέξεις, ν’ ἀναπνέεις αὐτό τό «κάτι ἄλλο» πού ἐξέπεμπε. ῾Ο παπα-Γιώργης ἤτανε ὁ παπποῦς ὄχι μόνο ὁ δικός μου, ἤτανε ὁ παπποῦς ὅλου τοῦ χωριοῦ.
Πέρασαν χρόνια πολλά, καί ᾿Επίσκοπος πιά συνάντησα στόν Πειραιᾶ ἕ-ναν ἄλλο παπα-Γιώργη, ἕναν ἄλλο γλυκύ «παπποῦ», πού μύριζε κι αὐτός «παπαδίλα», χαιρόσουν νά τόν βλέπεις, γλυκύ κι ἐπιβλητικό ταυτόχρονα, καί νά τόν ἀκοῦς. ῏Ηταν ὁ παπα-Μαρίνος Γεωργακόπουλος, ὁ παπᾶς τῆς Εὐαγγελίστριας. ῞Ενας Παπαδιαμαντικός ἱερωμένος πού ἀνέπνεε τό θυσιαστήριο καί τή λογική λατρεία τῆς ᾿Εκκλησίας. Χωρίς νά πουλάει πολλές εὐσέβειες καί ἁγιωσύνες, χωρίς μεγάλα κομποσχοίνια καί θεαματικές μετάνοιες, δέν μποροῦσε νά κρύψει τόν ἱερό πλοῦτο καί τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς του. ῎Αλλωστε, ὅταν βλέπεις παπᾶ νά μή θέλει νά ξεκολλήσει ἀπ’ τήν ἁγία τράπεζα καθημερινή καί σχόλη, νά μήν τοῦ κάνει καρδιά νά βγάλει τό πετραχήλι, νά θέλει νἆναι ὅλη μέρα στό ναό του, νά γίνεται ἕνα μέ τίς εἰκόνες τοῦ τέμπλου, μέ τ’ ἀναλόγιο καί μέ τούς ἐνορίτες του, πειστικότερες μαρτυρίες δέν χρειάζονται! Κι ὁ παπα-Μαρίνος, χωρίς μεγαλόλογα κηρύγματα, ἐπειδή ἦταν αὐτός πού ἦταν, εἶχε τό χάρισμα νά πείθει καί νά ἐμπνέει. Κι ὄχι μόνο τούς ξένους. Αὐτό εἶναι σχετικά εὔκολο! Μά καί τούς δικούς του, τά ἴδια τά παιδιά του! Αὐτό εἶναι τό δύσκολο! ᾿Εκεῖνοι πού τόν εἶχαν συνέχεια μαζί τους, στό σπίτι τους, στό κεφάλι τους, καί γνώριζαν ὅλες τίς πτυχές τοῦ χαρακτῆρα του, αὐτοί ἀκριβῶς ἐμπνεύσθηκαν τόσο πολύ ἀπό τόν ἱερέα πατέρα τους, πού ἀκολούθησαν κ’ οἱ δυό τό δρόμο του! ῾Ο μεγάλος γιός λαμπρύνει φιλότιμα τήν ἀρχιερωσύνη του μέ ἀγαθή ἐπισκοπική μαρτυρία, κι ὁ δεύτερος πῆρε τή σκυτάλη τῆς ἐφημερίας καί στέκεται ἄξια μπρός στό θυσιαστήριο ὅπου λευκάνθηκε ὁ πατέρας. Καί κοντά τους κι ὁ ἐγγονός, πού μεγάλωσε μέσα στά ράσα τοῦ παπποῦ, μπολιάστηκε ἀπό τήν ἀγάπη του γιά τή διακονία τῆς ᾿Εκκλησίας καί φτερουγίζει ἤδη τό ὁράριό του κοντά στό θεῖο του ᾿Επίσκοπο, εὐγνωμονώντας τόν παπποῦ, τό δάσκαλο, ἐμπνευστή καί ἀλείπτη του.
῾Η ἄξια παπαδιά Θεοδώρα ἔφυγε νωρίτερα. Καί ὁ παπα-Μαρίνος, σάν «τρυγώνι φιλέρημο», ἐμακρύνθη ἀπό τή συζυγική κατοικία κι ἔσπευσε νά βρεῖ μιά ταπεινή κατοικία κοντά στήν Εὐαγγελίστριά του, νά μήν ἀφίσταται «ἡμέρας καί νυκτός» ἀπό τόν ἅγιο τόπο τῆς προσευχῆς καί τῆς λατρείας. Σήμερα νά λειτουργήσει εἰς μνήμην τῆς παπαδιᾶς του, αὔριο γιά νά στηρίζει ὁ Θεός τόν Δεσπότη του στόν ἀγῶνα του, τήν ἄλλη γιά νά ἐνισχύει τόν παπᾶ του, τήν Τρίτη γιά νά φωτίζει καί ν’ ἀποσκεπάζει ἀπ’ τούς κινδύνους καί τούς πειρασμούς τῆς νιότης τό διάκο του καί τ’ ἄλλα τά ἐγγόνια του, τήν παράλλη γιά τούς ἄρρωστους ἐνορίτες του, γιά τούς ἀναγκεμένους, γιά ὅσους τοῦ ζήτησαν νά προσευχηθεῖ γιά λόγου τους... Λειτουργία, Παράκληση, Εὐχέλειο, ῾Αγιασμός, ᾿Εξομολόγηση, ἔννοια γιά τούς μικρούς, ἔννοια γιά τούς μεγάλους, ἔννοια γιά τούς παραστρατημένους, τούς ταλαίπωρους, τούς παραπαίοντες, τά «μωρά καί ἐξουθενημένα» τοῦ κόσμου!
Εἶχε πάντα ἕναν καλό λόγο νά πεῖ καί γιά τόν γράφοντα, κ’ εἶχε τήν ἔννοια μου σάν ἄκουσε γιά κάποια προβλήματα στή μέση, νά μέ πάρει νά πᾶμε κάπου γιά λουτρά, νά μή δυσκολευθῶ τό χειμώνα μέ τά ἀτέλειωτα «πήγαινε - ἔλα» μου. Δεν πρόλαβε. Πῆρε ἐκτάκτως τό φύλλο πορείας διά θαλάσσης. ῎Αμποτε ὁ γλυκύς παπποῦς τῆς θάλασσας, ὁ ἀσπρογένης ῾Αη-Νικόλας, νά τόν ἐπαρουσίασε ἀντάξια στόν Μέγα ᾿Αρχιερέα, στή δούλεψη τοῦ ῾Οποίου ἀφιέρωσε φιλότιμα, ἀδείᾳ καί συνδρομῇ τῆς μακαρίτισσας παπαδιᾶς του, ὅλη τήν ἀπαστράπτουσα ζωή του, καί τόν Παναγιώτη του - τόν ᾿Ιγνάτιο, καί τόν Γιῶργο του, καί τόν Δημητράκη του - τόν Καλλίνικο.
Μαρίνου Πραποπρεσβυτέρου, τοὐπίκλην Γεωργακοπούλου, τοῦ ἀπ’ τό ἁγιοτόκο σόϊ τῶν Γαβράδων, ἐπισκοποπατρός, πρεσβυτεροπατρός, διακονοπάππου, καί πρό παντός πιστοῦ καί φρονίμου οἰκονόμου τοῦ μεγάλου Μυστηρίου τῆς ᾿Εκκλησίας, αἰωνία καί ἁγία ἡ μνήμη!
Πέρασαν χρόνια πολλά, καί ᾿Επίσκοπος πιά συνάντησα στόν Πειραιᾶ ἕ-ναν ἄλλο παπα-Γιώργη, ἕναν ἄλλο γλυκύ «παπποῦ», πού μύριζε κι αὐτός «παπαδίλα», χαιρόσουν νά τόν βλέπεις, γλυκύ κι ἐπιβλητικό ταυτόχρονα, καί νά τόν ἀκοῦς. ῏Ηταν ὁ παπα-Μαρίνος Γεωργακόπουλος, ὁ παπᾶς τῆς Εὐαγγελίστριας. ῞Ενας Παπαδιαμαντικός ἱερωμένος πού ἀνέπνεε τό θυσιαστήριο καί τή λογική λατρεία τῆς ᾿Εκκλησίας. Χωρίς νά πουλάει πολλές εὐσέβειες καί ἁγιωσύνες, χωρίς μεγάλα κομποσχοίνια καί θεαματικές μετάνοιες, δέν μποροῦσε νά κρύψει τόν ἱερό πλοῦτο καί τήν ὀμορφιά τῆς ψυχῆς του. ῎Αλλωστε, ὅταν βλέπεις παπᾶ νά μή θέλει νά ξεκολλήσει ἀπ’ τήν ἁγία τράπεζα καθημερινή καί σχόλη, νά μήν τοῦ κάνει καρδιά νά βγάλει τό πετραχήλι, νά θέλει νἆναι ὅλη μέρα στό ναό του, νά γίνεται ἕνα μέ τίς εἰκόνες τοῦ τέμπλου, μέ τ’ ἀναλόγιο καί μέ τούς ἐνορίτες του, πειστικότερες μαρτυρίες δέν χρειάζονται! Κι ὁ παπα-Μαρίνος, χωρίς μεγαλόλογα κηρύγματα, ἐπειδή ἦταν αὐτός πού ἦταν, εἶχε τό χάρισμα νά πείθει καί νά ἐμπνέει. Κι ὄχι μόνο τούς ξένους. Αὐτό εἶναι σχετικά εὔκολο! Μά καί τούς δικούς του, τά ἴδια τά παιδιά του! Αὐτό εἶναι τό δύσκολο! ᾿Εκεῖνοι πού τόν εἶχαν συνέχεια μαζί τους, στό σπίτι τους, στό κεφάλι τους, καί γνώριζαν ὅλες τίς πτυχές τοῦ χαρακτῆρα του, αὐτοί ἀκριβῶς ἐμπνεύσθηκαν τόσο πολύ ἀπό τόν ἱερέα πατέρα τους, πού ἀκολούθησαν κ’ οἱ δυό τό δρόμο του! ῾Ο μεγάλος γιός λαμπρύνει φιλότιμα τήν ἀρχιερωσύνη του μέ ἀγαθή ἐπισκοπική μαρτυρία, κι ὁ δεύτερος πῆρε τή σκυτάλη τῆς ἐφημερίας καί στέκεται ἄξια μπρός στό θυσιαστήριο ὅπου λευκάνθηκε ὁ πατέρας. Καί κοντά τους κι ὁ ἐγγονός, πού μεγάλωσε μέσα στά ράσα τοῦ παπποῦ, μπολιάστηκε ἀπό τήν ἀγάπη του γιά τή διακονία τῆς ᾿Εκκλησίας καί φτερουγίζει ἤδη τό ὁράριό του κοντά στό θεῖο του ᾿Επίσκοπο, εὐγνωμονώντας τόν παπποῦ, τό δάσκαλο, ἐμπνευστή καί ἀλείπτη του.
῾Η ἄξια παπαδιά Θεοδώρα ἔφυγε νωρίτερα. Καί ὁ παπα-Μαρίνος, σάν «τρυγώνι φιλέρημο», ἐμακρύνθη ἀπό τή συζυγική κατοικία κι ἔσπευσε νά βρεῖ μιά ταπεινή κατοικία κοντά στήν Εὐαγγελίστριά του, νά μήν ἀφίσταται «ἡμέρας καί νυκτός» ἀπό τόν ἅγιο τόπο τῆς προσευχῆς καί τῆς λατρείας. Σήμερα νά λειτουργήσει εἰς μνήμην τῆς παπαδιᾶς του, αὔριο γιά νά στηρίζει ὁ Θεός τόν Δεσπότη του στόν ἀγῶνα του, τήν ἄλλη γιά νά ἐνισχύει τόν παπᾶ του, τήν Τρίτη γιά νά φωτίζει καί ν’ ἀποσκεπάζει ἀπ’ τούς κινδύνους καί τούς πειρασμούς τῆς νιότης τό διάκο του καί τ’ ἄλλα τά ἐγγόνια του, τήν παράλλη γιά τούς ἄρρωστους ἐνορίτες του, γιά τούς ἀναγκεμένους, γιά ὅσους τοῦ ζήτησαν νά προσευχηθεῖ γιά λόγου τους... Λειτουργία, Παράκληση, Εὐχέλειο, ῾Αγιασμός, ᾿Εξομολόγηση, ἔννοια γιά τούς μικρούς, ἔννοια γιά τούς μεγάλους, ἔννοια γιά τούς παραστρατημένους, τούς ταλαίπωρους, τούς παραπαίοντες, τά «μωρά καί ἐξουθενημένα» τοῦ κόσμου!
Εἶχε πάντα ἕναν καλό λόγο νά πεῖ καί γιά τόν γράφοντα, κ’ εἶχε τήν ἔννοια μου σάν ἄκουσε γιά κάποια προβλήματα στή μέση, νά μέ πάρει νά πᾶμε κάπου γιά λουτρά, νά μή δυσκολευθῶ τό χειμώνα μέ τά ἀτέλειωτα «πήγαινε - ἔλα» μου. Δεν πρόλαβε. Πῆρε ἐκτάκτως τό φύλλο πορείας διά θαλάσσης. ῎Αμποτε ὁ γλυκύς παπποῦς τῆς θάλασσας, ὁ ἀσπρογένης ῾Αη-Νικόλας, νά τόν ἐπαρουσίασε ἀντάξια στόν Μέγα ᾿Αρχιερέα, στή δούλεψη τοῦ ῾Οποίου ἀφιέρωσε φιλότιμα, ἀδείᾳ καί συνδρομῇ τῆς μακαρίτισσας παπαδιᾶς του, ὅλη τήν ἀπαστράπτουσα ζωή του, καί τόν Παναγιώτη του - τόν ᾿Ιγνάτιο, καί τόν Γιῶργο του, καί τόν Δημητράκη του - τόν Καλλίνικο.
Μαρίνου Πραποπρεσβυτέρου, τοὐπίκλην Γεωργακοπούλου, τοῦ ἀπ’ τό ἁγιοτόκο σόϊ τῶν Γαβράδων, ἐπισκοποπατρός, πρεσβυτεροπατρός, διακονοπάππου, καί πρό παντός πιστοῦ καί φρονίμου οἰκονόμου τοῦ μεγάλου Μυστηρίου τῆς ᾿Εκκλησίας, αἰωνία καί ἁγία ἡ μνήμη!