vatopaidifriend3
Μ. Κουτσόφτας, Στ. Μαυρομμάτης, Α. Παναγίδης
21 Σεπτεμβρίου 1956
«Γιατί μαυρίζει ο ουρανός κι ας είναι καλοκαίρι
λες κι η αυγή κατάμαυρο χαπάρι θα μας φέρει.
Και να! Χτυπούνε πένθιμα κάθε χωριού καμπάνες
κλαίνε μαζί τρεις μάνες, μαζί των κι όλη η γη.
Κι είναι γλυκό το κλάμα τους, από χαρά λες κλαίνε
λόγια Σουλιώτου λένε στην πένθιμη σιγή.
Ποτέ δε θα πεθάνουνε, όσοι πεθάναν σήμερα.
Και της σκλαβιάς τα σίδερα θα σπάσουν κάποια μέρα
και θ’ ακουστούν ελεύθερα τραγούδια πέρα ως πέρα
στο ελληνικό νησί».
Το 1956 ήταν μια χρονιά που θα μείνει στη θύμηση των απανταχού της γης Ελλήνων ως «η χρονιά της αγχόνης». Έστηνε αγχόνες ο κατακτητής, νομίζοντας πως θ’ αλυσοδέσει τον ήλιο. Εξουσία του το σίδερο κι η φωτιά. Δύναμή του μόνη, η πίκρα κι ο θάνατος…
Ποιο ήταν το αμάρτημα τούτων των παιδιών, ώστε να τους κόψουν τόσο πρόωρα το νήμα της ζωής τους; Τι τους έφταιξαν τα τρία ανήλικα παιδιά του Ανδρέα Παναγίδη, που έχασαν τη θέρμη της πλατύστερνης αγκαλιάς του πατέρα και το γλυκό χαμόγελό του, που θα φώτιζε τη ζωή τους;
Απλώς αγάπησαν τούτη τη γη κι ήθελαν αυτοί και τα παιδιά τους να έχουν λεύτερο τον πλατύ ουρανό μας, λεύτερο το χώμα μας σαν αφέντες να το δρασκελούν, κι ακόμα πιότερο σεριάνιζαν τα όνειρά τους στη γαλάζια πατρίδα μας, την Ελλάδα. Για τούτη την αγάπη, με μια θεϊκή έξαρση, ξεπέρασαν το φόβο του θανάτου, υπερέβησαν τους εαυτούς τους και την αγάπη για τη ζωή, και πέρασαν στο Πάνθεον των Αθανάτων.
Οι δυο φίλοι Κουτσόφτας και Παναγίδης καταδικάστηκαν σε θάνατο, γιατί συμμετείχαν στις 16 Μαίου του 1956 σε επιχείρηση στο αεροδρόμιο Λευκωσίας, στην οποία σκοτώθηκε ένας Άγγλος στρατιώτης. Οι δυο λεβέντες του Παλαιομετόχου, φίλοι καρδιακοί, μας θυμίζουν τον Δάμωνα και τον Φιντία. Ο Κουτσόφτας θα μπορούσε να τρέξει και να γλυτώσει τη ζωή του, όταν τους καταδίωκαν οι Άγγλοι. Και όμως δεν το έκανε, έμεινε μαζί με το φίλο του, για να αποδειχθεί το « ο φίλος τον φίλον εν κινδύνοις γιγνώσκει».
Ο Ανδρέας Παναγίδης ήταν ο μόνος από τους ήρωες της αγχόνης που είχε παιδιά, τον Αριστείδη, τεσσάρων ετών, τη Δέσποινα, δύο και την Αυγή ενός έτους. Παρά τις επανειλημμένες εκκλήσεις προς τον Άγγλο κυβερνήτη και τη βασίλισσα της Αγγλίας για απονομή χάριτος, οι Άγγλοι ανάλγητοι, προχώρησαν στο απαίσιο έργο τους.
Ο Στέλιος Μαυρομμάτης από το Λάρνακα της Λαπήθου, ξάδελφος του Ευαγόρα Παλληκαρίδη,φοίτησε στην Εμπορική Σχολή Σαμουήλ και ανέπτυξε πολυσχιδή δράση μέχρι τη σύλληψή του στις 15 Μαρτίου του 1956, όταν μαζί με δυο συναγωνιστές του πυροβόλησαν δυο Άγγλους στρατιώτες στην οδό Αγίου Παύλου στη Λευκωσία.
Εκείνο που προκαλεί εντύπωση είναι οι επιστολές των μελλοθανάτων προς τις οικογένειές τους, που αποτελούν μνημεία εθνικής έξαρσης και βαθιάς πίστης στο Θεό. Ο Στέλιος Μαυρομμάτης σ’ ένα γράμμα του προς τον αδελφό του Κώστα, που βρισκόταν στα κρατητήρια, στον τελευταίο του αποχαιρετισμό, τονίζει :
«Θέλω να ξέρεις πως ο αδελφός σου πεθαίνει με το χαμόγελο στα χείλη, γιατί ο Θεός τον αξίωσε να φθάσει μέχρι τέλους, χωρίς ποτέ να καμφθεί ή να λιποψυχήσει.Γι’ αυτό πρέπει να’σαι κι εσύ περήφανος για μένα».
Ο άλλος ήρωας που μαζί με τον Μαυρομμάτη και τον Παναγίδη απαγχονίστηκαν στις 21 Σεπτεμβρίου του 1956, ο Μιχαήλ Κουτσόφτας, γράφει στον αδελφό του:
«Έχομε μονάχα τις ελπίδες μας στον Μεγάλο Θεό μας. Κι εσείς, αδελφέ, έχετε θάρρος και ψυχραιμία.Αν είναι να πεθάνουμε για την πατρίδα, Θεία είναι η δάφνη. Μια φορά κανείς πεθαίνει».
Σε γράμμα του προς τη μητέρα του, ο Κουτσόφτας γράφει και τα ακόλουθα :
«Οι μόνες λέξεις που μπορούν ν’ ακούσουν απ’ τα χείλη μας οι δυνάστες είναι αυτές: Ελευθερία ή Θάνατος. Αυτές τις λέξεις τις μάθαν και αυτοί οι τοίχοι των φυλακών. Και αυτές ακόμη οι πέτρες των φυλακών το γνωρίζουν ότι είναι άδικο να κλειδώνονται αθώοι μέσα στα σίδερα με μόνη την κατηγορία ότι είναι Έλληνες της Κύπρου».
Στην τελευταία επιστολή του Ανδρέα Παναγίδη προς τη γυναίκα του και τα παιδιά του, ανεκτίμητη κληρονομιά γι’ αυτούς, αναφέρει και τα πιο κάτω :
«Λατρευτά μου παιδιά. Σας αφήνω για πάντα στην τόσην νεαρήν μου ηλικίαν. Στα 22 μου χρόνια, πεθαίνω, για χάριν μιας μεγάλης ιδέας. Κάποτε η Μάνα σας και οι θείοι σας θα σας αναπτύξουν γιατί εκτελέσθηκα. Σας εύχομαι, αγαπημένα μου παιδιά, να γίνετε καλοί άνθρωποι και καλοί Έλληνες Κύπριοι. Ακολουθήστε πάντα το δρόμο της Αρετής….Αλλά σας αφήνω ένα μεγάλο και τιμημένο όνομα».
Σήμερα, που οι νέοι μας μάταια βγαίνουν δυστυχώς σε αναζήτηση προτύπων, όλοι οι ήρωές μας του απελευθερωτικού αγώνα της Ε.Ο.Κ.Α. πρέπει να αποτελούν γι’ αυτούς τους οδοδείκτες, που θα τους μιλούν για την αρετή τους, για τη φιλοπατρία τους, για την τιμιότητα, για την πίστη τους στο Θεό, για την αγάπη τους τη θυσιαστική. Θα τους δείχνουν το χρέος τους προς τη σκλαβωμένη πατρίδα μας.
Αιωνία η μνήμη τους.
Ζήνα Λυσάνδρου Παναγίδη
Φιλόλογος