vatopaidifriend5
Μακαριότατε και φιλογενέστατε δέσποτα[1].
Ο φιλογενέστατος κύριος Δημήτριος Ύπατρος με εβεβαίωσε περί της γενναίας συνεισφοράς, την οποίαν η υμετέρα μακαριότης υπεσχέθη προς αυτόν δια το σχολείον της Πελοποννήσου[2]. Όθεν ως γενικός έφορος του σχολείου τούτου κρίνω χρέος μου απαραίτητον να ευχαριστήσω την υμετέραν μακαριότητα και να την ειδοποιήσω ότι η έναρξις του σχολείου εγγίζει. Διά τούτο λοιπόν στέλλω εξεπίτηδες τον κύριον Αντώνιον Πελοπίδαν, άνδρα ενάρετον, φιλογενή και πάσης πίστεως άξιον,
διά να βεβαιώση και διά ζώσης φωνής την οσονούπω ανέγερσιν του ιερού τούτου καταστήματος. Ας ταχύνη λοιπόν η υμετέρα μακαριότης να εμβάση τόσον της υμετέρας μακαριότητος τας συνεισφοράς, όσον και των λοιπών αυτού ομογενών, είτε χρηματικός είναι, είτε ζωοτροφίας προς τον εν Παλαιά Πάτρα της Πελοποννήσου κύριον Ιωάννην Παππά Διαμαντόπουλον, συντροφεύουσα αυτάς ή με ανθρωπόν της επίτηδες ή με τον κομιστήν του παρόντος μου.
Ών δε εύελπις, ότι η υμετέρα μακαριότης θέλει φιλοτιμηθή να δείξη την συνεισφοράν αξίαν του μεγάλου ζήλου και πατριωτισμού[3] αυτής τε και όλου της του ποιμνίου, εξικετεύω τάς μακαρίας αυτής ευχάς και μένω με βαθύσέβαςΟ φιλογενέστατος κύριος Δημήτριος Ύπατρος με εβεβαίωσε περί της γενναίας συνεισφοράς, την οποίαν η υμετέρα μακαριότης υπεσχέθη προς αυτόν δια το σχολείον της Πελοποννήσου[2]. Όθεν ως γενικός έφορος του σχολείου τούτου κρίνω χρέος μου απαραίτητον να ευχαριστήσω την υμετέραν μακαριότητα και να την ειδοποιήσω ότι η έναρξις του σχολείου εγγίζει. Διά τούτο λοιπόν στέλλω εξεπίτηδες τον κύριον Αντώνιον Πελοπίδαν, άνδρα ενάρετον, φιλογενή και πάσης πίστεως άξιον,
διά να βεβαιώση και διά ζώσης φωνής την οσονούπω ανέγερσιν του ιερού τούτου καταστήματος. Ας ταχύνη λοιπόν η υμετέρα μακαριότης να εμβάση τόσον της υμετέρας μακαριότητος τας συνεισφοράς, όσον και των λοιπών αυτού ομογενών, είτε χρηματικός είναι, είτε ζωοτροφίας προς τον εν Παλαιά Πάτρα της Πελοποννήσου κύριον Ιωάννην Παππά Διαμαντόπουλον, συντροφεύουσα αυτάς ή με ανθρωπόν της επίτηδες ή με τον κομιστήν του παρόντος μου.
της υμετέρας μακαριότητος τέκνον ευπειθές
Αλέξανδρος Υψηλάντης.
Ισμαήλ, την 8ην Οκτωβρίου 1820.Επί του νώτου: Προς τον μακαριώτατον και θεοπρόβλητον μητροπολίτην της νήσου Κύπρου κύριον Κυπριανόνπροσκυνητώς εις Κύπρον.
Παραπομπές:
1. Ε. Πρωτοψάλτη, Η Κύπρος εις τον αγώνα τον 1821, Αθήναι 1971, σ. 15. Γ. Παπαχαραλαμπουσ, «Εγκύκλιος του αρχιεπισκόπου Κυπριανού αναφερομένη εις τα εν Κύπρω γεγονότα του 1821», ΚΣ, ΚΗ’ (1964) 177-178.
2. Υπό τον όρο «σχολείον της Πελοποννήσου» εννοείται η προετοιμασία για την έναρξη της ελληνικής επανάστασης του 1821.
3. Διάφοροι συγγραφείς κατηγορούν τον Κυπριανό για την μη συμμέτοχη της Κύπρου στην ένοπλη εξέγερση του έθνους (βλ. π.χ. Α. Παυλίδη, «Κυπριανός αρχιεπίσκοπος», ΜΚΕ, τ. Ζ’, απ., σσ. 380-381). Επί τούτου έχουμε να παρατηρήσουμε τα εξής: α) Ούτε στην επιστολή του Υψηλάντη προς τον Κυπριανό, ούτε στο απόσπασμα σχεδίουτης Φιλικής Εταιρείας (βλ. σ. 276 του παρόντος τόμου), ούτε στην επιστολή προς τον Αντώνιο Πελοπίδα (ενταύθα, σ. 279) φαίνεται οποιαδήποτε δυσαρέσκεια των Φιλικών για την μη συμμετοχή της Κύπρου στον ένοπλο αγώνα. Σε περίπτωση τέτοιας δυσαρέσκειας, ο Υψηλάντης, δεν θα επαινούσε τον Κυπριανό ως έχοντα ζήλο και πατριωτισμό, β) Η απόφαση για υλική μόνο βοήθεια σ’ εκείνη την φάση της ιστορίας της Κύπρου, δεν σήμαινε ότι αποκλειόταν η οποιαδήποτε ετοιμασία μελλοντικής εξεγέρσεως. Η αποθήκευση πυρομαχικών σε ναούς και μονές (βλ. ενταύθα, σσ.338. 344), άλλα και η πληροφορία που δίνει ο Θεόδουλος Κωνσταντινίδης, ότι με εικονικές κηδείες, ο Κυπριανός,μετέφερε οπλισμό και τον έκρυβε στην Αρχιεπισκοπή, αποδεικνύουν του λόγου το αληθές (ΙΩ. Τςικνοπούλλού, Η ιερά βασιλική και σταυροπηγιακή μονή, δ.π., σ. 126). γ) Παρόμοιες κατηγορίες διατυπώθηκαν και για τον πατριάρχηΓρηγόριο Ε’ όταν αφόρισε τον Υψηλάντη. Όμως είναι γνωστό ότι ο πατριάρχης προσπαθούσε να παραπλανήσει τουςτούρκους σχετικά με την επικείμενη εξέγερση της Πελοποννήσου, και όταν μετά την έναρξη της επανάστασης, οσουλτάνος το κατάλαβε, τον αποκεφάλισε. Και βέβαια ο σκοπός του ιεράρχη, δηλ. να θυσιασθεί μόνο ο ποιμένας και όχι τα πρόβατα, είχε επιτευχθεί. Το ίδιο ισχύει και για τον Κυπριανό (βλ. ενταύθα, σσ. 311, 315). δ) Η τελική έκβαση των πραγμάτων δικαίωσε τον Κυπριανό. Αν η απλή διανομή επαναστατικών προκηρύξεων ήταν αρκετή για να χυθεί τόσο αίμα, τι θα γινόταν αν υπήρχε πραγματική εξέγερση; ε) Κατά τα έτη 1824-1825, όταν κύπριοι αγωνιστές στην Ελλάδα (Κυπριανός Θησέας, Χαράλαμπος Μάλης κ.ά.) προσπάθησαν να πείσουν την ελληνική κυβέρνηση για επέκταση της επανάστασης και στην Κύπρο, το αίτημα απορρίφθηκε ως παράτολμο, δεδομένης της θέσης της Κύπρου και του ότι ο πόλεμος στην ίδια την Ελλάδα μαινόταν (Α. Παυλίδη, «Ελληνική επανάσταση και Κύπρος»,ΜΚΕ, τ. Ε’, δ.π., σσ. 79-80). Επομένως, γιατί κατηγορείται ο Κυπριανός όταν είπε το ίδιο λίγα χρόνια πριν; στ) Ποιάλογική έχει το να αποδίδονται αντεθνικά κίνητρα στις αποφάσεις του Κυπριανού, την ίδια στιγμή που καταβάλλεται προσπάθεια να παρουσιασθεί ως εθνομάρτυρας και όχι ως ιερομάρτυρας;
Πηγή: Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός· Ο Μάρτυρας της Πίστεως και της Πατρίδος – Αρχείον Κειμένων», Έρευνα-Σπουδή-Επιμέλεια: Πατέρες Ιεράς Μονής Μαχαιρά, Έκδοση Ιεράς Βασιλικής Σταυροπηγιακής Μονής Μαχαιρά 2009