του Ιεροδιακόνου Σιλουανού Πεπονάκη
Οκτώ ημέρες μετά την μεγάλη Δεσποτική εορτή των Χριστουγέννων, την μητρόπολη των εορτών σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο, η Εκκλησία μας γιορτάζει άλλη μία μεγάλη Δεσποτική εορτή, την Περιτομή του Χριστού.
Η εικόνα της εορτής στην οποία θα αναφερθούμε προέρχεται από την Ιερά Μονή του αγίου Παντελεήμονος (Ρωσσικόν), του Αγίου Όρους. Ο οκταήμερος κατά την Μητέρα, και άναρχος κατά τον Πατέρα, ως βρέφος Χριστός εικονίζεται ξαπλωμένος ανάμεσα στην Παναγία, τον Ιωσήφ, και τούς Ιερείς του ναού να δέχεται από αγάπη και φιλανθρωπία για το ανθρώπινο γένος όχι μόνο την περιβολή των σπαργάνων, αλλά και αυτή την περιτομή της σαρκός.
Η εντολή του Θεού που δόθηκε αρχικά στον Αβραάμ προέβλεπε την περιτομή σε κάθε αρσενικό παιδί, «περιτμηθήσεται υμών πάν αρσενικόν, και περιτμηθήσεται την σάρκα της ακροβυστίας υμών, και έσται εις σημείον διαθήκης ανά μέσον εμού και παιδίον οκτώ ημερών περιτμηθήσεται υμών, πάν αρσενικόν εις γενεάς υμών».(Γεν. κεφ. ιζ 1).
Η περιτομή αν και τρομερά επώδυνη και αιματηρή πράξη, ήταν απαραίτητη για να δηλώση τον πιστό και καθαρό Ισραηλίτη. Ωστόσο ο βαθύτερος λόγος για τον οποίο γινόταν η περιτομή φαινεται από τον λόγο του Θεού στον Αβραάμ, «και έσται εις σημείον διαθήκης ανά μέσον εμού και υμών». Έχει να κάνη δηλαδή με συμφωνία, με διαθήκη, ανάμεσα στον Θεό και τούς πιστούς Του. Αλλωστε περιτομή είχαν και άλλοι λαοί, οπως οι ειδωλολάτρες και οι ιερείς των Αιγυπτίων, οι Σαρακηνοί, οι Ισμαηλίτες και άλλοι, αλλά οι περισότεροι από αυτούς δεν την έκαναν από θεοσέβεια, αλλά χάριν συνηθείας (Σεβ. Μητρ. Ιεροθέου: «Οι Δεσποτικές Εορτές»).
Η περιτομή ήταν προτύπωση του Βαπτίσματος που θα δινόταν με την ενανθρώπηση του Χριστού. Ο Χριστός ήταν εκείνος που έδωσε τον Νόμο στην Παλαιά Διαθήκη, και ο ίδιος έπρεπε να τον εφαρμόση και στον εαυτό Του. Έτσι ώστε να τον συμπληρώση και να τον υπερβή. Είναι πολύ χαρακτιριστικό το πρώτο στιχηρό ιδιόμελο του εσπερινού της εορτής «Συγκαταβαίνων ο Σωτήρ, τώ γένει των ανθρώπων, κατεδέξατο σπαργάνων περιβολήν ουκ εβδελύξατο σαρκός την περιτομήν», διότι δείχνει ότι ο Χριστός δέχτηκε την περιτομή από φιλανθρωπία και αγάπη για τον άνθρωπο, καθώς και για να αποδείξη ότι προσέλαβε αληθινή ανθρώπινη φύση, και όχι όπως υποστήριζαν οι Δοκιτιστές κατά δόκησιν και κατά φαντασίαν.Ο Χριστός απέδειξε με την Περιτομή Του, ότι το Σώμα του δεν ήταν ομοούσιο με την θεότητα. Τό σώμα αφού θεώθηκε από την θεότητα του Λόγου, έγινε ομόθεο όχι όμως ομοούσιο με τον Θεό. Αυτό σημαίνει ότι και το Σώμα του Χριστού είναι πηγή της ακτίστου Χάριτος του Θεού, αλλά δεν έχει την ίδια ουσία με την θεότητα.( Μητροπολίτου Ιεροθέου ένθ. ανωτ.).
Σύνφωνα με τον άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό η περιτομή ήταν τύπος του Βαπτίσματος, της αχειροποιήτου δηλαδή περιτομής όπου ο άνθρωπος αποβάλλει την αμαρτία.
Είναι έκδηλη στην εικόνα η ευλάβεια των γονέων αλλά και των ιερέων. Ο ένας από τούς ιερείς κρατά ανοικτό βιβλίο, υποδηλώνοντας έτσι τον νόμο που ήταν δοσμένος από τον Θεό, και ο άλλος με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο πλησιάζει προς τον Ιησού. Η τελετή λαμβάνει χώρα εντός του ναού, ενώ μπροστά από τον Χριστό εικονίζεται ο άγιος Βασίλειος ο Μέγας, που εορτάζει την ίδια μέρα. Είναι ενδεδυμένος με περίτεχνο φαιλόνι όπως και τα άμφια των ιερέων. Φοράει ωμόφορο χρυσοκέντητο, κρατάει χρυσό ευαγγέλιο, ενώ με το άλλο χέρι ευλογεί.
Πρέπει να τονίσουμε την σπουδαιότητα αυτής της μεγάλης Δεσποτικής εορτής, διότι αποτελούσε προεικόνιση του μεγάλου μυστηρίου του Βαπτίσματος. Ο Θεός εδωσε τον νόμο στην Παλαιά Διαθήκη για να προετοιμάση τον λαό για την υποδοχή του Χριστού. Ο άγιος Ιωάννης ο Ευαγγελιστής λέγει «ο νόμος διά Μωϋσέως εδόθη, η χάρις και η αλήθεια διά Ιησού Χριστού εγένετο». Η θέωση του ανθρώπου δεν επιτυγχάνεται διά της εξωτερικής τηρήσεως του νόμου, αλλά διά της κοινωνίας με το Πρόσωπο του Σωτήρος Χριστού.
Σημειώνη ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας πως η περιτομή δεν είχε την δύναμη να καταργήση τον θάνατο, σε αντίθεση με το βάπτισμα όπου ο άνθρωπος γίνεται μέρος του αναστημένου Σώματος του Χριστού, υπερβαίνει τον νόμο και κατατάσσεται στα τέκνα του θεού.
Γιά το θέμα της περιτομής και της ακροβυστίας έγινε μεγάλο ζήτημα στην Εκκλησία, όταν μετά την Πεντηκοστή τέθηκε ο προβληματισμός για το αν οι προσήλυτοι στον Χριστιανισμό έπρεπε να περιτέμνονται. Εκεί, οι Ιουδαίοι υποστήριζαν ότι άνευ περιτομής «ου δύνασθαι σωθήναι». Η απόφαση της Αποστολικής εκείνης Συνόδου ήταν να μή περιτέμνονται όσοι προσέρχονται εκ των εθνών, αλλά να απέχουν από ειδωλόθυτα, αίμα, πνικτό και πορνεία.. Οδηγήθηκαν σ’ αυτή την απόφαση ακριβώς διότι, εφ όσον η περιτομή ήταν προτύπωση του Βαπτίσματος προετοιμάζοντας τον λαό για την παρουσία του Σωτήρος, δεν ήταν απαραίτητο να υπάρχη.
Η όλη παράσταση διακρίνεται για την λιτότητα και την σεμνότητά της, καθώς και για μία μεγαλοπρέπεια που κρύβεται πίσω από τις κινήσεις των προσώπων, ενώ κεντρικό παραμένει πάντοτε το σώμα του μικρού Χριστού.