Στα
1905, ο Μαντέμ αγάς της Στρατονίκης έστειλε στο χωριό [Γομάτι
Χαλκιδικής] Τούρκους στρατιώτες για να πάρουν τους άνδρες να δουλέψουν
στα μεταλλεία της περιοχής. Οι κάτοικοι του χωριού, στην αντίδραση τους
να μην δουλέψουν στον Τούρκο, σκότωσαν τους στρατιώτες. Η διαταγή του
Σουλτάνου ήταν να καεί το χωριό για τιμωρία. Ξεκίνησε στρατός από
Θεσσαλονίκη για το σκοπό αυτό. Όταν πλησίασαν στο χωριό ο αξιωματικός σα
ν’ άλλαξε γνώμη και είπε:
– Είναι πολύ σκληρή αυτή η τιμωρία.
Πηγή : Διακόνημα
Στο χοροστάσι του χωριού συγκέντρωσε όλους τους κατοίκους, οι οποίοι περίμεναν την τιμωρία τους, αλλά αντί για κακό τους ρώτησε.
– Ποια είναι η Εκκλησία στην αρχή του χωριού;
– Οι Σαράντα Μάρτυρες, του απάντησαν.
–
Μπορεί να είμαι Τούρκος, αλλά κατάγομαι από τη Σεβάστεια, το μέρος που
μαρτύρησαν οι Άγιοι Τεσσαράκοντα. Η μάνα μου δεν έκανε παιδιά και έταξε
στους Αγίους και αυτοί της έδωσαν εμένα και μ’ έταξε σ’ αυτούς. Να
ξέρετε, οι προστάτες μου Άγιοι, αυτοί σας έσωσαν και σας προστάτεψαν.
Εκεί, κοντά στην εκκλησία άλλαξα γνώμη.
Πήγε
στο Ναό και προσκύνησε και οι χωριανοί μαζί του ευχαρίστησαν τους
Αγίους για το μεγάλο θαύμα και το πως το Γομάτι σώθηκε. Λένε οι παλιοί
πως έβγαλε από το πουγγί του ένα μεγάλο χρυσό νόμισμα και το αφιέρωσε
στην εικόνα των Αγίων – κάποιοι κάποτε το έκλεψαν. Μετά τη διάσωση του
χωριού, οι Άγιοι έγιναν οι πολιούχοι και προστάτες του.
Από το βιβλίο του Ιερομόναχου Αναστασίου, “Από το Σεπτέμβριο ως τον Αύγουστο – Εορτές και πανηγύρεις στο Γομάτι”.