Στίς 20 Σεπτεμβρίου
1926 στό χωριό
Βαρθολομιό τοῦ Νομοῦ Ἠλείας γεννιέται τό πρῶτο παιδί τοῦ Ἰωάννη καί τῆς
Θεοδώρας Καρούσου . Στή Βάπτισή του πῆρε τό ὄνομα Κωνσταντίνος. Ἀκολούθησαν 3
κόρες: ἡ Εὐγενία, ἡ Παναγιώτα καί ἡ Αἰκατερίνη. Ἔμπορος ὁ πατέρας φιλοδοξοῦσε νά
ἔχει διάδοχό του τό γιό του. Αὐτός ὅμως γιά ἄλλα ἦταν πλασμένος, πού οὔτε ὁ ἴδιος
δέν φανταζόταν.
Σάν ἔφηβος μελετᾶ ἱστορία καί ἐνθουσιάζεται μέ τούς ἥρωες καί
τά κατορθώματά τους. Ἔχει μέσα μου κάτι τό γενναῖο καί προσπαθεῖ νά τό
μορφοποιήσει.
Ἔτος 1940. Δύσκολη χρονιά γιά τήν πατρίδα. Ἀναμετρᾶται
μέ τούς εἰσβολεῖς στά βουνά τῆς Ἀλβανίας. Δόξα γιά τήν Ἑλλάδα, γιά τά
κατορθώματα τῶν παιδιῶν της στά πεδία τῶν μαχῶν, ἀλλά καί τῶν μετόπιθεν. Ἡ ἐπιστροφή
τῶν πολεμιστῶν φέρνουν νέα ἀπό τό μέτωπο, ὄχι μόνο παλληκαριᾶς καί νίκης, ἀλλά κυρίως τῆς θαυμαστῆς παρουσίας τῆς Παναγίας
καί τῶν θαυμάτων της. Ὁ νεαρός Κωνσταντίνος ἀκούει μέ θαυμασμό ὅσα μέ συγκίνηση
ἀφηγεῖται ὁ πρῶτος ξάδελφος, ὁ Κωστῆς Καροῦσος, πού δέν εἶχε πρίν κανένα
θρησκευτικό ἐνδιαφέρον καί τώρα μιλάει μέ τέτοια πίστη.. Μέσα του γίνεται ἕνας
«σεισμός». Ἡ ἁγνή ψυχή του βλέπει καθαρά
τή θεία ἐπέμβαση στήν ὑπόθεση τῆς πατρίδος καί ἀποφασίζει νά στρέψει τό ἐνδιαφέρον
του στό Χριστό καί τήν Ἐκκλησία. Ἀρχίζει νά διαβάζει τήν Καινή Διαθήκη καί
πνευματικά βιβλία. Ἡ δίψα του ἄσβεστη.
Καί μέσα σ’αὐτά τά ἐνθουσιώδη ἐφηβικά χρόνια παίρνει τή μεγάλη ἀπόφαση: Νά ἀφιερωθεῖ
στό Θεό καί νά δώσει ὅλες τίς δυνάμεις του στήν Ἐκκλησία.
Ἔτος 1943. Ἐπισκέπτεται τό Βαρθολομιό γιά πρώτη
φορά ὁ φλογερός ἱεροκήρυκας τῆς «Ζωῆς» ὁ Ἀρχιμανδρίτης π. Ἀχίλλειος
Παπαθανασόπουλος. Πρόσωπο πού τόν ἐμπνέει μέ τή κήρυγμά του, τίς νουθεσίες του
καί τό προσωπικό του ἐνδιαφέρον γιά τόν πολυτάλαντο Κωνσταντίνο.
Ἔτος 1946. φεύγει ὁ πατέρας γιά τόν Οὐρανό. Μένει μέ τή
μητέρα καί 3 ἀνύπαντρες ἀδελφές. Τό ὄνειρό του καί τό σχέδιό του θά πάει λίγο
μακρυά…. Ἐργάζεται φιλότιμα, μέ σκοπό νά ἀποκαταστήσει τίς ἀδελφές καί ἔχει
«λόγο» στήν ἐπιλογή συζύγου γιά τήν κάθε μία. Οἱ ἀδελφές τόν ὑπακούουν σάν
μεγαλύτερο ἀδελφό, ἀλλά καί σάν πατέρα. Ἡ προσευχή του θερμή. Νά τακτοποιηθοῦν
καλά οἱ ἀδελφές. Καί ὁ Θεός ἀπαντᾶ. Σύντομα καμαρώνει τά τρία σπιτικά τῶν ἀδελφῶν
του.
Ἔτη 1946-1948. Νεαρός λαϊκός, 20 ἐτῶν, ἐργάζεται ἱεραποστολικά
στή γενέτειρά του κάνοντας ὁμιλίες σέ ἄνδρες καί γυναῖκες, κατηχητικά σέ παιδιά
καί ἐργαζόμενους νέους, ὑπό τήν πνευματική κατεύθυνση τοῦ πνευματικοῦ π. Ἀχιλλείου.
Ἔτη 1948-1956. Ἐγκαθίσταται στήν Πάτρα καί συνεχίζει
ἐπί 8 χρόνια ὡς λαϊκός τήν ἱεραποστολική προσφορά στά κατηχητικά, ὁμιλίες στή
Χ.Ε.Ε.Ν., μαθήματα σέ ὁμάδες ἀποφοίτων Γυμνασίου, ὑπό τήν πνευματική καθοδήγηση
τοῦ ἱεροκήρυκος τῆς «Ζωῆς» π. Χριστοδούλου Παπαγιάννη καί ἐργασία στό Βιλιοπωλεῖο
τῆς Χριστιανικῆς Ἑστίας Πατρῶν, πού ἀνῆκε στή «Ζωή».
Ἔτος 1956 . Ἦλθε ἡ ὥρα νά πραγματοποιήσει καί
τό δικό του ὄνειρο. Χειροτονεῖται
Διάκονος. Συγχρόνως σπουδάζει στή Θεολογική Σχολή Ἀθηνῶν. Διάκονος στόν Ἱερό
Ναό Ἁγίας Ζώνης Κυψέλης γνωρίζει τό
μαθητή Γυμνασίου Χρῆστο Παρασκευαϊδη καί
τό Φοιτητή Θεολογίας Ἀθανάσιο Λενῆ ἀπό τήν Πάτρα. Τούς ἐκμυστηρεύεται τό ὄνειρό
του: Νά δημιουργήσουν Ἀδελφότητα, στηριγμένη στό μοναχικό ἰδεῶδες καί νά ἐργάζονται
στό ἱεραποστολικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας.
Ἔτος 1959. Χειροτονεῖται Πρεσβύτερος. Ἱδρύεται
ἡ φιλομοναστική καί ἱεραποστολική Ἀδελφότητα «Παναγία ἡ Χρυσοπηγή» καί ξεκινᾶ τό
πρῶτο κοινόβιο στό κτίριο τῆς ὁδοῦ Στέντορος 4 Παγκράτι μέ τά 3 πρῶτα Μέλη: π.
Καλλίνικος, Ἀθανάσιος Λενῆς καί Χρήστος
Παρασκευαϊδης.
Ἔτος 1960. Διορίζεται ἐφημέριος καί Ἱεροκήρυκας
στό Ναό Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν τοῦ Ἀμαλιείου Ἱδρύματος στήν ὁδό Στησιχόχου,
κοντά στά ἀνάκτορα. Κάνει ἑσπερινές ὁμιλίες στόν Ἱερό Ναό Ἀναλήψεως Βύρωνος,
μετόχι τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας Ἁγίου Ὄρους.
Ἔτος 1961. Ἡ μικρή Ἀδελφότητα προσκαλεῖται νά ἐπανδρώσει
τήν Ἱερά Μονή Βαρλαάμ στά Μετέωρα. Δέχονται καί ἀναχωροῦν ἀπό τήν Ἀθήνα. Ἐκεῖ ἀναλαμβάνουν
νά ἀναστηλώσουν τήν ἐρειπωμένη Μονή καί συγχρόνως νά ξεναγοῦν τούς πολυάριθμους
ἐπισκέπτες, νά κηρύττουν καί νά ἐξομολογοῦν στίς πόλεις καί στά χωριά τῆς Ἱερᾶς
Μητροπόλεως Σταγῶν καί Μετεώρων. Ἐκεῖ γίνονται οἱ κουρές τοῦ Χρήστου
Παρασκευαϊδη μέ τό ὄνομα Χριστόδουλος καί τοῦ Ἀθανασίου Λενῆ μέ τό ὄνομα Ἀμβρόσιος
καί στή συνέχεια οἱ χειρονονίες τους εἰς Διάκονον. Ἡ διακονία τους ἐκεῖ θά
διαρκέσει 14 μῆνες.
Ἔτος 1962. Ἐπιστρέφουν στήν Ἀθήνα καί ὁ π.
Καλλίνικος διορίζεται ἱεροκήρυκας μέ
κέντρο τόν Ἱερό Ναό Προφήτη Ἠλία Παγκρατίου, στόν ὁποῖο εἶναι καί ἐφημέριος, μέ
κηρυκτική δραστηριότητα στόν ἅγιο Σπυρίδωμα Παγκρατίου καί ἅγιο Νικόλαο
Καισαριανῆς. Διορίζεται Γενικός Διευθυντής τῶν Κατηχητικῶν Σχολείων τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς,
Καθηγητής τοῦ Φροντιστηρίου Κατηχητικῶν τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας καί τακτικό
μέλος τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τοῦ μοναχισμοῦ. Ὁ π. Χριστόδουλος (Χρῆστος
Παρασκευαϊδης) διορίζεται Προϊστάμενος τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Παλαιοῦ Φαλήρου καί Γραμματέας τῆς Ἱερᾶς
Συνόδου (μετέπειτα Μητροπολίτης Δημητριάδος καί ἀπό τό ἔτος 1998-2008 Ἀρχιεπίσκοπος
Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος) καί ὁ Ἀρχιμανδρίτης π. Ἀμβρόσιος (Ἀθανάσιος Λενῆς) ὑπεύθυνος
τῆς Θρησκευτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Χωροφυλακῆς καί ἀργότερα Γραμματέας τῆς Ἱερᾶς
Συνόδου καί Ἐπίσκοπος Ταλαντίου (νῦν
Μητροπολίτης πρ. Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας).
Ἔτος 1965. Ἱδρύεται Ο ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΑΓΑΠΗΣ Ο ΙΕΡΟΣ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, Οἰκοτροφεῖο γιά τήν προστασία ἀπόρων παιδιῶν μέ στόχο νά σπουδάσουν
καί νά μορφωθοῦν πνευματικά, γιά νά γίνουν χρήσιμοι ἄνθρωποι γιά τήν Ἐκκλησία
καί τήν κοινωνία. Στό χῶρο τοῦ Συνδέσμου γίνονται κηρύγματα, ἁγιογραφικοί κύκλοι, κατηχητικά καί συνάξεις
νέων. Τήν ἴδια χρονιά ἀγοράζεται ἡ ἔκταση στό Καπανδρίτι Ἀττικῆς.
Ἔτος 1970. Προσέρχεται στήν Ἀδελφότητα ὁ Εὐάγγελος
Πιστολῆς, νῦν Μητροπολίτης Σάμου Εὐσέβιος.
Ἔτος 1973. Ἱδρύεται ἡ Ἱερά Συνοδική Μονή Παναγία Χρυσοπηγή μέ ἕδρα τό κτίριο ἐπί
τῆς ὁδοῦ Στέντορος 4 Παγκράτι.
Ἔτος 1974 προσέρχεται στή Μονή ὁ Παναγιώτης
Γεωργακόπουλος, νῦν Μητροπολίτης Δημητριάδος Ἰγνάτιος.
Στήν Ἱερά Μονή προσῆλθαν καί ἐκάρησαν Μοναχοί καί ἀργότερα
χειροτονήθηκαν πρεσβύτεροι οἱ: Δημήτριος Καρακάσης (Ἀρχιμ. Χριστοφόρος),
Σπυρίδων Μπόγρης (Ἀρχιμ. Πολύκαρπος), Γεώργιος Παναούσης (Ἀρχιμ. Ἐφραίμ) καί
Νικόλαος Φαρμάκης (Ἀρχιμ. Νικόδημος).
Ἔτος 1975. Ὁ Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς π.
Καλλίνικος ἐκλέγεται Τιτουλάριος Μητροπολίτης Ρωγῶν καί χειροτονεῖται στίς 25 Ὀκτωβρίου
1975 στόν Προφήτη Ἠλία Παγκρατίου. Λίγο ἀργότερα διορίζεται Γενικός Διευθυντής Ἀποστολικῆς
Διακονίας. Ἐκδίδει τήν ἐφημερίδα «Ἐκκλησιαστική Ἀλήθεια».
Ἔτος 1978. Ἐκλέγεται Μητροπολίτης Πειραιῶς καί
Φαλήρου. Ἐργάζεται ἱεροποστολικά σέ ὅλους τούς τομεῖς τοῦ ποιμαντικοῦ ἔργου καί
τά ἀποτελέσματα εἶναι θαυμαστά. Ἰδιαίτερη βαρύτητα δίνει στή στελέχωση τῶν ἐνοριῶν
μέ ἄξιους καί ἱεραπόστολους κληρικούς καί στήν πνευματική καλλιέργεια τῶν νέων ἱδρύοντας
νεανικά πνευματικά κέντρα,
κατασκηνώσεις, ὁμιλίες, ἐκδρομές. Σπουδαῖο πρωτοποριακό ἔργο εἶναι καί ἡ δημιουργία τοῦ Ραδιοφωνικοῦ Σταθμοῦ «Πειραϊκή Ἐκκλησία», τό Δημοτικό Σχολεῖο τῆς Ἱερᾶς
Μητροπόλεως Πειραιῶς καί τό περιοδικό «Πειραϊκή Ἐκκλησία».
Ἔτος 2006. Μετά ἀπό 28 χρόνια ποιμαντορίας στήν
Ἱερά Μητρόπολη Πειραιῶς ἀποφασίζει νά παραιτηθεῖ ἀπό τή θέση τοῦ Μητροπολίτη γιά
λόγους ὑγείας καί ἀνάγκης προετοιμασίας
γιά τήν ἔξοδό του ἀπό αὐτή τή ζωή.
Μένει στή «σιωπή» γιά 14 χρόνια, προσευχόμενος, νουθετώντας, ἐξομολογώντας,
συγγράφοντας καί ..φιλοσοφώντας…
Παραμένει Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Χρυσοπηγῆς μέχρι τίς 31 Ὀκτωβρίου
2019, ἡμέρα παραιτήσεώς του καί ἐκλογῆς τοῦ νέου Ἡγουμένου, τοῦ π. Ἐφραίμ
Παναούση.
Παραδἰδει ὅσα εἶχε δημιουργήσει, γιά νά συνεχίσουν οἱ ἑπόμενοι
νά ἐργάζονται γιά νά τά διατηρήσουν καί νά τά αὐξήσουν.
1 Φεβρουαρίου 2020. Ἕνα μικρό ἐγκεφαλικό ἐπεισόδειο ἔρχεται
νά προστεθεῖ στά ἤδη ὑπάρχοντα πολλά προβλήματα ὑγείας του. Ὁ ὀργανισμός του
«παλεύει» μαζί μέ τούς πολύ κοντινούς του ἀνθρώπους νά ξεπεράσει κι αὐτή τή
δυσκολία. Οἱ τελευταῖες ἡμέρες περνοῦν μέ θερμή προσευχή, πολλή ὑπομονή, αἴτηση
συγγνώμης ἀπό τό Θεό καί ἀπό τούς ἀνθρώπους, Θεία Κοινωνία καί προσμονή τῆς αἰώνιας
ζωῆς!
29 Φεβρουαρίου 2020. Εἶχε ἔλθει πλέον ἡ ὥρα του. Ὅλοι ὅσοι τόν ἀγαπήσαμε, μᾶς ἀγάπησε, μᾶς εὐργέτησε παντοιοτρόπως, εὐχηθήκαμε μέ τήν καρδιά μας αὐτό πού πάντοτε ἔλεγε ὁ ἴδιος τά τελευταῖα χρόνια: «Ζητῶ ἀπό τό Θεό τό ἔλεός Του καί καλή ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματός Του!»
29 Φεβρουαρίου 2020. Εἶχε ἔλθει πλέον ἡ ὥρα του. Ὅλοι ὅσοι τόν ἀγαπήσαμε, μᾶς ἀγάπησε, μᾶς εὐργέτησε παντοιοτρόπως, εὐχηθήκαμε μέ τήν καρδιά μας αὐτό πού πάντοτε ἔλεγε ὁ ἴδιος τά τελευταῖα χρόνια: «Ζητῶ ἀπό τό Θεό τό ἔλεός Του καί καλή ἀπολογία ἐνώπιον τοῦ φοβεροῦ Βήματός Του!»
Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη
του! Τήν εὐχή του νἄχουμε!