Όταν άρχισαν οι εμφύλιες διαμάχες το 1823 ο Νικηταράς τάχθηκε με το μέρος του θείου του Κολοκοτρώνη και κατά της κυβέρνησης Κουντουριώτη. Πήρε μέρος σε πολλές μάχες, όπως στη μάχη της Αράχοβας, σε μάχες κατά του Ιμπραήμ και πολέμησε στο πλευρό του Καραϊσκάκη στην άτυχη μάχη του Φαλήρου τον Απρίλιο του1827. Με την απελευθέρωση εντάχθηκε στο κόμμα των Ναπαίων ( Ρώσικο )και στήριξε σθεναρά τον Κυβερνήτη Καποδίστρια, του οποίου υπήρξε και στενός συνεργάτης. Στην Δ΄ Εθνοσυνέλευση του Άργους έλαβε μέρος ως πληρεξούσιος Λεονταρίου (Αρκαδίας ).Πέρασε από πολλές θέσεις όπως, Γενικός Αρχηγός της Πολιτικής φρουράς Πελοποννήσου (1830 ), Πρόεδρος του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου των Ελαφρών (1831 ), Γενικός Αρχηγός του στρατοπέδου Κορίνθου και Αρχηγός της Μεσσηνίας (1832 ).Με την άφιξη του Όθωνα στο Ναύπλιο, στις 25 Ιανουαρίου του 1833, ο Νικηταράς αποσύρθηκε από τη δράση, έμεινε αμέτοχος και απομονωμένος γιατί δε συμπαθούσε τους Βαυαρούς. Το 1834 προάγεται σε Συνταγματάρχη, αλλά τον Αύγουστο του ίδιου έτους, μετά το κίνημα της Μεσσηνίας, τον συνέλαβαν και τον φυλάκισαν. Αποφυλακίστηκε για να ξανασυλληφθεί το 1839 γατί θεωρήθηκε ένοχος συνωμοσίας κατά του Όθωνα και φυλακίστηκε στο Παλαμήδι. Το 1840, δικάστηκε, κρίθηκε αθώος και αφέθηκε ελεύθερος. Οι Βαυαροί όμως δε δέχθηκαν την απόφαση του Δικαστηρίου και με υπογραφή του Όθωνα φυλακίστηκε στην Αίγινα. Οι συχνές προσαγωγές και φυλακίσεις του κλόνισαν την υγεία του, με αποτέλεσμα στη δίκη που έγινε στις 18Σεπτεμβρίου 1841 να προσαχθεί καθιστός. Αμνηστεύθηκε και αποφυλακίστηκε σχεδόν τυφλός. Το 1843 προάγεται σε Υποστράτηγο, ενώ μετά την εξέγερση της 3ηςΣεπτεμβρίου του 1847 διορίστηκε Γερουσιαστής, αξίωμα που του εξασφάλισε μια πενιχρή σύνταξη. Πνιγμένος στα χρέη, εκποίησε το μοναδικό του περιουσιακό στοιχείο, ένα κτήμα στο Σερεμέτι για να ξεπληρώσει τους οφειλέτες του.
Ο Νικηταράς υπέφερε πολλά αλλά ποτέ δεν αγανάκτησε και ποτέ δεν είπε πικρή κουβέντα για την πατρίδα του.
Και κάπου εκεί έρχεται στη ζωή του Νικηταρά, ο Ναός της Ευαγγελιστρίας ( ο Ναός με την σημερινή του μορφή δεν υπήρχε τότε-πιθανολογείται η ύπαρξη μικρού ναΐσκου). Η αρμόδια επιτροπή που χορηγούσε θέσεις επαιτείας, του χορήγησε άδεια επαιτείας στον Ναό της Ευαγγελίστριας στον Πειραιά, όπου κάθε Παρασκευή θα μπορούσε να επαιτεί. Κάθε Παρασκευή ο Νικηταράς, κοντά στον Ναό, επαιτούσε για να ζήσει την οικογένειά του, μισότυφλος, γέροντας και ταλαιπωρημένος. Εκεί, δίπλα στο Ναό, κοντά στα σκαλιά, ο Νικηταράς θα δώσει ένα μεγάλο μάθημα εθνικής αλλά και ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
Όταν πληροφορήθηκε ένας πρόξενος ξένης αντιπροσωπείας στην Ελλάδα, ότι ο Νικηταράς επαιτούσε στον Πειραιά, θέλησε να τον επισκεφτεί. Μόλις ο Νικηταράς αντελήφθη τον ξένο μάζεψε αμέσως το απλωμένο χέρι του.
- Τι κάνετε στρατηγέ μου; ρώτησε ο ξένος.
- Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα, απάντησε υπερήφανα ο ήρωας.
- Μα εδώ την απολαμβάνετε, καθισμένος στον δρόμο; επέμενε ο ξένος.
- Η πατρίδα μού έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πως περνάει ο κόσμος, απάντησε περήφανα ο Νικηταράς.
- Απολαμβάνω ελεύθερη πατρίδα, απάντησε υπερήφανα ο ήρωας.
- Μα εδώ την απολαμβάνετε, καθισμένος στον δρόμο; επέμενε ο ξένος.
- Η πατρίδα μού έχει χορηγήσει σύνταξη για να ζω καλά, αλλά έρχομαι εδώ για να παίρνω μια ιδέα πως περνάει ο κόσμος, απάντησε περήφανα ο Νικηταράς.
Ο ξένος κατάλαβε, και διακριτικά, φεύγοντας άφησε να του πέσει ένα πουγκί με χρυσές λίρες.
Ο σχεδόν τυφλός Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί και φώναξε στον ξένο: «Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρε το μην το βρει κανένας και το χάσεις!».
Ο σχεδόν τυφλός Νικηταράς άκουσε τον ήχο, έπιασε το πουγκί και φώναξε στον ξένο: «Σου έπεσε το πουγκί σου. Πάρε το μην το βρει κανένας και το χάσεις!».
Το περιστατικό που μόλις σας ανέφερα με τον Νικηταρά και τον Πρόξενο, μπορείτε να το συγκρίνετε με τη δουλικότητα που δείχνουν σήμερα οι έλληνες πολιτικοί στα σαλόνια της Ευρώπης που παίζεται η τύχη της Ελλάδας, χωρίς να υπολογίζεται ο Λαός της. Τα αποτελέσματα της σύγκρισης τα αφήνω και πάλι στην κρίση σας. Θέλω όμως κάτι άλλο να τονίσω και με αυτό να κλείσω.
Δεν γνωρίζουμε ακριβώς το σημείο που ο Νικηταράς επαιτούσε στην Ευαγγελίστρια. Παρ' όλα αυτά οι υπεύθυνοι της ενορίας( για τη δράση της τα λόγια είναι φτωχά ) έχουν «στήσει», ίσως στο ίδιο σημείο που καθόταν ο Νικηταράς, έναν " Επαίτη της Αγάπης". Τον Άγιο Λουκά τον ιατρό, Επίσκοπο Συμφερουπόλεως. Ένα παρεκκλήσι της αγάπης, εκεί που ο Άγιος περιμένει τον προσκυνητή, για να πάρει τον πόνο του και να τον κάνει μεσιτεία στο Θεό. Αυτό το παρεκκλήσι, δεν είναι μόνο ένας εκκλησιαστικός τόπος, αλλά ένα μνημείο αξιοπρέπειας και θυσίας. Ο Άγιος Λουκάς απλώνει το χέρι στο διαβάτη για να τον τραβήξει στην αληθινή ζωή της αγάπης και της ελευθερίας. Στην Εκκλησία. Εκεί που διασώζεται η αξιοπρέπεια του ανθρώπου και δικαιώνεται ο τυφλός αγωνιστής.