Μην ξεχνάς γέροντα,
να ικετεύεις το Χριστό,
οι νέοι ιερείς να νιώσουν
το λατρευτικό χτυποκάρδι
της τράπεζας της Αγίας.
π. Σπυρίδων Βασιλάκος, Θήβα
Δυνατό γεγονός η μνήμη. Δώρο Θεού θαυμαστό.
Να μην ξεχνάς. Έτσι μετανοείς.
Να μην ξεχνάς. Έτσι συνειδητοποιείς.
Να μην ξεχνάς. Έτσι κατανοείς.
Να μην ξεχνάς. Έτσι δοξολογείς.
Να μην ξεχνάς. Έτσι ευχαριστείς.
Να μην ξεχνάς. Έτσι ευγνομωνείς.
Θυμάμαι το λόγο ένος γέροντα στο Άγιο Όρος.
Έτσι σήμερα, ένα χρόνο ύστερα από την ταπεινή σου έξοδο από το βίο και την θριαμβευτική σου είσοδο στην ευλογημένη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, η μνήμη κινητοποιεί την ευχαριστία και ενεργοποιεί την ευγνωμοσύνη στο ιερό σου πρόσωπο.
Θυμάμαι την 11η Δεκεμβρίου των παιδικών μου χρόνων. Νιώθω την ζεστή αίσθηση του χεριού της γιαγιάς στο χέρι μου. Φεύγαμε από την Υπαπαντή με τα πόδια με προορισμό τους αγίους Αναργύρους και την ακολουθία του αγίου Σπυρίδωνος. Πολλές φορές ο καιρός βροχερός, δύσκολος. Θέλαμε να είμαστε εκεί κοντά σου. Η τιμή, ο σεβασμός, η αγάπη σου στον άγιο, η σχέση σου μαζί του, συγκλόνιζε τις ψυχές.
Μια δοκιμασμένη, ασκητική, γεροντική ψυχή και η καθαρότητα ενός παιδιού μπορούσαν να το ζήσουν αυτό. Όταν βγαίναμε από το ναό, η φράση είχε γίνει παράδοση:
- - Παιδί μου, και φέτος ο π. Γεώργιος μας έφερε τον άγιό μας από την Κέρκυρα!
Θυμάμαι αρκετές ομιλίες σου. Όταν η προσοχή μου έπαιρνε το λογισμό μου και έφευγαν τρέχοντας, ένα χάδι στο πρόσωπο και ο γλυκός λόγος της γιαγιας με επανέφερε. «Άκου τι λέει ο παπούλης. Αυτό είναι θησαυρός κι αν τον ακούσεις θα γίνεις πλούσιος».!
Όντως πλούσιος ο λόγος του γέροντα. Λόγος που κατηχήθηκε στη μελέτη. Βαπτίσθηκε στην εμπειρία. Φωτίστηκε από τη λειτουργική ζωή.
Θυμάμαι την περίοδο της εφηβείας. Άβατος κυμαινομένη θάλασσα. Όλα αγρίεψαν! Ακόμα κι ο ενθουσιασμός που καλλιεργήθηκε στο κλίμα της εκκλησίας. Ήρθα ένα απόγευμα να σε δω. Δεν θα ξεχάσω την προσοχή σου, στην κάθε λέξη μου. Πόσο ανάγκη την είχα. Κανείς δεν άκουγε τις ανωριμότητες ενός εφήβου. Όλοι έλεγχαν, κατέκριναν, νουθετούσαν, μιλούσαν. Κανείς δεν άκουγε και μάλιστα με την προσοχή, που αποκαλύπτει σεβασμό στο πρόσωπο που προσπαθεί να εκφραστεί. Δεν θα ξεχάσω τον διακριτικό χειρισμό, την τέχνη με την οποία προσπάθησες να βάλεις τον χείμμαρο του νεανικού ενθουσιασμού στο ποτιστικό αυλάκι του ζήλου που κινείται με την ταχύτητα της επίγνωσης.
Θυμάμαι, μετά την εις διάκονον χειροτονία μου από τον επίσκοπό μας, τον γέροντα Καλλίνικο, άρχισα καθημερινά να κατεβαίνω με λεωφορείο από τον Κορυδαλλό στον Πειραιά. Πάντα γέροντα σταματούσες με το αυτοκίνητο, με οδηγό πνευματικό σου παιδί και με μετέφερες και εμένα. Μέχρι τους αγίους Αναργύρους, μέσα σε πέντε λεπτά προσπάθησες να μου δώσεις, να με ταΐσεις με τη γλύκα, με το μέλι της πνευματικής ζωής.
- - Διάκο μου, να μην αφήσεις την ακολουθία, τον όρθρο, τον εσπερινό. Δεν έχει βάρδιες η λατρεία του Θεού. Στην ακολουθία, δε χάνεις χρόνο, κερδίζεις αιωνιότητα. Η ακολουθία, σε ακολουθεί παντού.
Φτάναμε στους αγίους Αναργύρους. Σε αφήναμε και με δική σου προτροπή το αυτοκίνητο συνέχιζε την πορεία του μέχρι το δικό μου προορισμό. Αργότερα έμαθα ότι άλλαξες και την ώρα που έφευγες από το σπίτι για να μη μένει ο διάκος μέσα στο κρύο του χειμώνα η τον καύσωνα του καλοκαιριού. Για να μη δυσκολεύεται μέσα στο λεωφορείο με τόσο κόσμο.
Θυμάμαι στην πρώτη αγρυπνία, μετά την αγιοκατάταξη του αγίου ιερέως Νικολάου του Πλανά. Μέσα στο ιερό Βήμα, σε ένα λεπτό έγραψες και μας έδωσες απολυτίκιο του αγίου. Τόσο ζυμωμένη η ψυχή, η διάνοια, η ύπαρξη με την τιμή των αγίων και τη λατρεία του Θεού.
Θυμάμαι ένα πρωινό μετά την ακολουθία, μου έδειξες ένα τετράδιο, ονόματα, τηλέφωνα ασθενών, ανθρώπων που βρίσκονταν μέσα σε δοκιμασίες, πειρασμούς, καταστάσεις δύσκολες.
- - Τώρα που θα γίνεις παπάς, να φτιάξεις ένα τέτοιο τετράδιο. Να είναι ο καθημερινός τηλεφωνικός σου κατάλογος. Έχουν ανάγκη οι άνθρωποι, να ακούσουν τη φωνή σου. Είναι η φωνή του Θεού για εκείνους. Στηρίζονται, παρηγορούνται, πλησιάζουν το Χριστό. Να τους μιλάς και να προσεύχεσαι. Σε παρακαλώ μην το ξεχάσεις…
Θυμάμαι όταν ηρθα να πάρω την ευχή σου, για να φύγω για τη Θήβα. Εκείνο το διάστημα είχε φύγει κι ο π. Αυγουστίνος ο Κύπριος.
- - Στεναχωριέμαι για τον π. Αυγουστίνο και για σένα. Αλλά σημασία όμως δεν έχει πώς νιώθω εγώ ή εσύ, αλλά το θέλημα του θεού. Αυτό μας σώζει. Τι μπορούμε εμείς να δούμε. Τίποτα. Ο Θεός βλέπει, ξέρει, αποφασίζει. Να πας. Το χέρι του Θεού σου ανοίγει ένα δρόμο. Να πας και κάποια στιγμή θα το θυμάσαι αυτό. Θα καταλάβεις το γιατί. Θα στο πει, θα στο αποκαλύψει Εκείνος και θα τον ευχαριστείς μέρα και νύχτα, για την αγάπη του.
Λόγος που σε κάνει να πέσεις, με εμπιστοσύνη στον ωκεανό του θελήματος του Θεού.
Θυμάμαι γέροντα, εκείνο το Σάββατο που ήρθες με προσκυνητές στον Ευαγγελιστή Λουκά στη Θήβα. Τον τρόπο που προσκύνησες τον τάφο και τα λείψανα του αγίου. Μπήκες στο ιερό. Προσκύνησες την Αγία Τράπεζα και προσπάθησες, σαν παιδάκι μικρό, το χέρι μου να φιλήσεις. Κάθησες σε ένα μικρό σκαμνί. Είχα άγχος. Μήπως κάτι δεν κάνω σωστά. Νέος, άπειρος, αρχάριος λειτουργός. Σηκώθηκες. Ήρθες κοντά μου. Τρόμαξα. Έκανα λάθος, μου φώναξε δυνατά ο λογισμός μου. Έσκυψες και μου είπες, σα να μου είχες πιάσει το σφιγμό της αγωνίας:
- - Μη φοβάσαι παιδί μου! Όλα καλά. Όλα όμορφα τα κάνεις. Ήξερες να στηρίζεις, να δίνεις θάρρος, να ενδυναμώνεις. Η εμπειρία σου, δεν έλεγχε αλλά στήριζε και δίδασκε την απειρία μας. Μετά τη θεία Λειτουργία μας έδωσες το πνευματικό στίγμα του χώρου, που όσοι καθημερινά ζούσαμε σε αυτόν δεν είχαμε νιώσει, δεν είχαμε αντιληφθεί.
- - Η παρουσία του αγίου εδώ είναι έντονη. Η ευωδία του την προδίδει. Είμαστε μέσα σε γνόθο πνευματικό. Αναπνέουμε την ατμόσφαιρα της εκκλησίας των κατακομβών. Κι εσύ πάτερ πρόσεχε. Έχεις μεγάλη ευλογία και μεγάλη ευθύνη. Έχεις συλλειτουργό έναν ευαγγελιστή, έναν απόστολο, ένα μάρτυρα. Αυτόν που πολύ αγάπησε την Παναγία μας και μαθήτευσε κοντά της.
- Πολλοί περιηγητές περνούν από τον τάφο του Ευαγγελιστού, γέροντα εσύ όμως, ήσουν από τους ελάχιστους αληθινούς προσκυνητές που έζησες, αισθάνθηκες, ανέπνευσες την ιερότητα του χώρου και ένιωσες την παρουσία του αγίου.
Θυμάμαι το θερμό σου γράμμα, για ένα φυλλάδιο που έγραφαν τα παιδιά μιας συνάντησης κατηχητικής. Το σχολίασες θετικά, αφού το διάβασες προσεκτικά. Το θεώρησες ωφέλιμο, για εκείνους που το έγραφαν και για εκείνους που το διάβαζαν. Θερμή και η προτροπή σου για την συνέχεια της προσπάθειας. Ίσως διαβάζοντας κάποιος το γεγονός συλλογιστεί ότι δεν έκανες και κάτι σπουδαίο. Ας σκεφτεί όμως ότι αφιέρωσες χρόνο πολύτιμο, ίσως και αυτόν της ανάπαυσής σου για να μελετήσεις να ασχοληθείς, να ενθαρύνεις, να γράψεις. Ας σκεφτεί ότι συνήθως στον εκκλησιαστικό χώρο πετροβολούμε ότι δεν έχει την υπογραφή μας, ότι δεν έχει την προσωπική μας σφραγίδα. Εσύ επαινούσες, βοηθούσες, στήριζες όποια προσπάθεια στόχευε στη συνάντηση ψυχής και Χριστού.
Θυμάμαι τη συναντησή μας στη Βέροια σε γάμο πνευματικού σου παιδιού και φίλου μου. Το βράδυ είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε. Ανέφερα πολλές πτυχές του ποιμαντικού σου έργου. Με ταπεινό και συνάμα αρχοντικό τρόπο θεωρούσες υπεύθυνη την πρεσβυτέρα που πριν λίγους μήνες είχε φύγει για τον ουρανό.
- - Ό,τι υπάρχει στη ζωή μου εκείνη το έφτιαξε. Η αφανής ηρωίδα. Πολύ αγωνίστηκε. Πολύ κουράστηκε. Πολύ αγάπησε. Όλο σου τον αγώνα, τον τοποθέτησες ταπεινά στη δική της παρουσία. Ο έγγαμος βίος σου πρότυπο. Η ασκητική πορεία σου παράδειγμα. Όντως «εγγάμων τύπος και μοναστών».
Θυμάμαι τους κεραυνούς της δοκιμασίας που έπεσαν στη ζωή σου. Έτσι όπως ευχαριστιακά τους βίωσες, δεν σε έκαψαν αλλά σε φώτισαν περισσότερο. Θυμάμαι, όταν σε παρακάλεσα, γέροντα, να έρθεις στη Θήβα, να μιλήσεις, να ποτίσεις τις ψυχές μας. Τα χρόνια είχαν βαρύνει τον βηματισμό του σώματος αλλά όχι της ψυχής τον ζήλο. Πώς να αρνηθείς; Το κάλεσμα για σένα ήταν ανταπόκριση στη φωνή του Θεού. Πώς να δεχτείς αφού το σώμα δεν ακολούθησε της ψυχής την ταχύτητα. Την άλλη μέρα έστειλες τρεις κασέτες με ηχογραφημένη ομιλία σου για το θέμα της εξομολόγησης που σου ζητήθηκε να αναπτύξεις. Έγραψες λόγο για την μετάνοια. Ζήτησες συγγνώμη που δεν μπορούσες να έρθεις. Παρακάλεσες ό,τι χρειαστούμε να στο ζητήσουμε και θα βρεις τρόπο να ανταποκριθείς.
Θυμάμαι την ημέρα της εξοδίου ακολουθίας σου. Πώς να την ξεχάσω… Πόσο σε ζήλεψα. Στα σκαλιά του ναού δύο νέα παιδια συζητούν. Μια φράση ήχησε δυνατά μέσα μου.
- - Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου χωρίς τον παπούλη.
Περίμενα στη σειρά να προσκυνήσω το άγιο χέρι σου. Μπροστά ένα ζευγάρι με το μωρό στην αγκαλιά. Όταν έφτασαν μπροστά σου, το έριξαν, να πάρει, ευλογία, μέσα στο φέρετρο. Εκείνο σε χάιδευε και γελούσε. Πώς αλήθεια, επικοινωνούν όταν σμίγουν οι άγιοι με τα παιδιά!!! Άρρητα ρήματα για εμάς που σπουδάσαμε πως τον εγωισμό να ικανοποιούμε και την ύλην να κυνηγούμε. Κόλλησα τα χείλη στο χέρι σου γέροντα. Το ζεστό σου χέρι. Το χέρι που άγγιζε με λατρεία και πίστη το Χριστό. Δεν τόλμησε να το αγγίξει με την ψυχρότητα της παρουσίας του ο θάνατος. Το στόμα έτοιμο να μιλήσει. Να ξεχειλίσει και πάλι τον έρωτα του για Χριστό, την αγωνία του και τον πόνο του για τη σωτηρία των ανθρώπων. Όχι την ελπίδα, αλλά την πεποίθηση ότι εύχεται για όλους. Στα χαρακτηριστικά του προσώπου σου, αναπαυόταν η ειρήνη, είχε ενθρονιστεί η μακαριότητα και οι εκφράσεις είχαν αγιογραφηθεί από χρώματα της χαρμολύπης, της σταυραναστάσιμης ζωής σου. Στο τέλος της εξοδίου ακολουθίας, το νεκροκρέβατο που δεν είχε ίχνος σκιάς θανάτου, περνούσε από ώμο σε ώμο. Όλοι ήθελαν να σε αγγίξουν, όπως εσύ άγγιξες τις ψυχές τους. Όλοι ήθελαν να σε σηκώσουν, όπως εσύ χρόνια ολόκληρα σήκωνες αγόγγυστα τα φορτία της αμαρτίας τους. Τα βάρη της ζωής τους. Ήταν το φως μεσημεριού, στην καρδιά θερμού καλοκαιριού. Αυτό ήταν ολόκληρη η ζωή σου. Κατεύθυνση, πόθος, λαχτάρα, αγώνας για το φως. Το φως το άκτιστο. Το αιώνιο της παναγίας Τριάδος. Πυρφώρος και ζηλωτής σαν τον θεσβίτη Ηλία τον μεγάλο και συγκλονιστικό προφήτη, που τη μέρα της γιορτής του σε υποδέχονταν στου ουρανού τα λημέρια. Πραγματικά σε ζήλεψα. Έτσι είναι ο θάνατος του δικαίου. Έτσι είναι η κοίμηση του παπά που είναι, όπως τον θέλει ο Χριστός.
Μην ξεχνάς γέροντα, να ικετεύεις το Χριστό, οι νέοι ιερείς να νιώσουν το λατρευτικό χτυποκάρδι της τράπεζας της Αγίας. Να αναπνεύσουν την ατμόσφαιρα την πνευματική του μυστικού δείπνου, της θ. Λειτουργίας. Τα δάκρυα στην εξομολόγηση να ποτίσουν την μετάνοια των πνευματικών τους παιδιών. Ο λόγος τους, να αρωματιστεί από το Ευαγγέλιο, να εκφραστεί με πόνο ψυχής, απόσταγμα και της δικής τους εμπειρίας οι λέξεις.
Μην ξεχνάς γέροντα, τώρα που κάθεσαι στο τραπέζι της Βασιλείας με τον αγαπημένο σου άγιο Σπυρίδωνα και τον άγιο Πορφύριο, το γέροντά σου, να τους λες δυο λογάκια για μας.
Σε ευχαριστώ για όλα, σε ευγνωμονώ για όλα.
Την ευχή σου γέροντα!