Μητροπολίτης Εδέσσης, Πέλλης και Αλμωπίας Ιωήλ
Η φύση της ψυχής είναι να καταστρέφεται η να σώζεται εξ αιτίας των λόγων, λέγει ο ιερός Χρυσόστομος. «Από γαρ λόγων φθείρεσθαι και σώζεσθαι πέφυκε»(εννοείται η ψυχή) (ΕΠΕ,9,74).
Ο ίδιος θα συνεχίσει· «ο λόγος την εξωθεί εις την ορμήν και αυτός
πάλιν την πραύνει· μία αισχρή λέξη της ανάπτει την επιθυμία και πάλι
ένας απλός λόγος γεμάτος σεμνότητα την φέρει στη σωφροσύνη. Κι αν ο
απλούς λόγος έχει τόση δύναμη, πες μου πως περιφρονείς τις Γραφές; Εάν
επιτυγχάνει το αποτέλεσμα αυτό, η παραίνεσις θα είναι ακόμη μεγαλύτερη,
όταν αυτή συνοδεύεται από τη χάρη του Πνεύματος.
Μαλακώνει περισσότερο από ο,τι η φωτιά την πεπωρωμένη ψυχή και προς
όλα τα καλά την κάνει επιτήδεια, «λόγος από των θείων ενηχούμενος
Γραφών»(οπ.π.76), Ο λόγος, που σφραγίζεται και εμπνέεται και βαπτίζεται
μέσα στις θείες Γραφές, έχει μεγάλη δύναμη.
Με τα λόγια διορθώνουμε τους ανθρώπους τους οικείους μας και
τους ξένους. Με τα λόγια διορθώνονται και μεγάλοι άνδρες και γίνονται
καλύτεροι. Π.χ. Θυμάσθε την παραβολή, που είπε ο Νάθαν στον Δαυιδ για
τις αμνάδες; Έκανε τον Δαυιδ να μετανοήσει, να φωνάξει· «Ημάρτηκα τω Κυρίω»(Β΄ Βασιλειών 12,13).
Ακόμη ο απόστολος Παύλος περιγράφοντας τα παθήματα και τα αμαρτήματα
των Εβραίων στην έρημο, όπως π.χ. τους θανάτους από δαγκώματα φιδιών,
την κατασκευή του χρυσού μόσχου κ.α. θα καταλήξει· «Ταύτα δε πάντα τύποι
συνέβαινον εκείνοις, εγράφη δε προς νουθεσίαν ημών»(Α΄Κορ.10,11). Όλα
όσα αναφέρονται μέσα στη Γραφή γράφτηκαν για τη νουθεσία των Χριστιανών
και όλων ημών. «Ώστε ο δοκών εστάναι βλεπέτω μη πέση» (οπ.π.,στιχ.12).Ας
προσέξουν οι άνθρωποι, που νομίζουν πως δεν διατρέχουν κίνδυνο, για να
μην πέσουν. Το λόγο του Θεού άκουσαν και θηριώδεις άνθρωποι και
χαιρόντουσαν.
Ο Ευαγγελιστής Μάρκος περιγράφοντας το φόνο του Ιωάννου του Βαπτιστού
υπό του Ηρώδη γράφει· «ο γαρ Ηρώδης εφοβείτο τον Ιωάννην, ειδώς αυτόν
άνδρα δίκαιον και άγιον, και συνετήρει αυτόν, και ακούσας αυτού πολλά
εποίει και ηδέως αυτού ήκουεν»(Μαρκ.6,20). Άκουγε τον Πρόδρομο ο Ηρώδης
με ευχαρίστηση και μάλιστα εφήρμοζε και μερικά από τα διδάγματά του.
Επίσης ο ίδιος Ευαγγελιστής μας αναφέρει πως οι όχλοι άκουγαν με
ευχαρίστηση το Χριστό· «και ο πολύς όχλος ήκουενηδέως αυτού»(κεφ.12,37).
Ο πολύς ο κόσμος ικανοποιείτο από τις απαντήσεις, που έδινε ο Χριστός.
Ακόμη οφείλουμε να πούμε πως ο λόγος του Θεού δεν ήταν μέσα στην
Εκκλησία μας ξεκομένος από τη λατρεία και την προσευχή. Ο ίδιος ο Κύριος
πολλές φορές κήρυττε στις συναγωγές κατά την ημέρα του Σαββάτου. Η θεία
λατρεία και η διακονία του λόγου πηγαίνουν πάντα μαζί. Ο άγιος μάρτυρας
Ιουστίνος λέγει πως «ο προεστώς διά λόγου την νουθεσίαν…ποιείται» μετά
την ανάγνωση του Ευαγγελίου.
Έχει ακόμη σημασία και το περιεχόμενο του λόγου του Θεού.
Τι θα πούμε στους ανθρώπους. Δεν κηρύττουμε πράγματα που ανήκουν στη
φιλοσοφία, ούτε ιδεολογήματα, αλλά να μεταδώσουμε στους ανθρώπους το
θέλημα του Θεού, όπως αυτό ευρίσκεται μέσα στις Γραφές και το ερμήνευσαν
οι άγιοι Πατέρες παίρνοντας υπόψη και τις ανάγκες της εποχής μας. Η
κατανόηση των ευαγγελικών κηρυγμάτων είναι ένα από τα προτερήματα του
κήρυκος του λόγου του Θεού.
Βέβαια εδώ αναφύεται το πρόβλημα αυτού που κηρύττει. Ο άγιος Ιγνάτιος
ο Θεοφόρος γράφοντας προς τους Εφεσίους λέγει· «Άμεινόν εστιν σιωπάν
και είναι, η λαλούντα μη είναι. Καλόν το διδάσκειν, εάν ο λέγων ποιή.
Έίς ούν διδάσκαλος, ος “είπεν και εγένετο” και α σιγών δε πεποίηκεν,
άξια του πατρός εστιν.
Ο λόγον Ιησού κεκτημένος αληθώς, δύναται και της ησυχίας αυτού
ακούει, ίνα τέλειος η, ίνα δι᾿ ων λαλεί πράσσει και δι᾿ ων σιγά
γινώσκηται» (ΒΕΠΕΣ 2,12 σελ. 267). Δηλ. προτιμότερο να σιωπάς και να
είσαι παρά να μιλάς και να μην είσαι.
Ένας ήταν ο διδάσκαλος, που όσα είπε τα έκανε και ήταν σιωπηλός, για
όσα έκανε. Εκείνος που έχει αποκτήσει τον λόγο του Χριστού μπορεί να
καταλάβει και να ακούσει και την ησυχία του Χριστού, για να γίνει
τέλειος, ώστε εκείνα που λέγει τα εφαρμόζει και για κείνα που σιωπά να
γνωρίζεται. Ο διδάσκαλος του Ευαγγελίου κηρύττει και με τα λόγια του και
με τη σιωπή του.
«Περί των διδασκάλων ο Κύριος λέγει ότι «ο ποιήσας και διδάξας μέγας
κλιθήσεται…» Έτσι καθορίζεται η σχέσις μεταξύ των λόγων και των έργων
των ιερών διδασκάλων, ότι ευγλωττότερα είναι τα έργα παρά τα λόγια, και
διά τούτο μάλλον πρέπει να προηγήται ο βίος και να έπεται ο λόγος του
κήρυκος του Ευαγγελίου.
Μεγάλη η ευθύνη των κηρυττόντων τον λόγον του Θεού να κηρύττουν ανελλιπώς τον λόγον του Θεού.
Ακόμη θα μπορούσαμε να πούμε πως έχει μεγάλη σημασία ο διά πείρας
λόγος.« Η διά πόνων πείρα διδάσκαλος», γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο
Παλαμάς(Φιλ. τ.δ΄. σελ. 128). Ο λόγος του Θεού, που επιβεβαιώθηκε με την
καθημερινή πείρα της ασκήσεως και του αγώνος έχει μεγάλη σημασία και
αξία. Ο Παύλος θα το πεί αυτό χαρακτηριστικά· «ο λόγος υμών πάντοτε εν
χάριτι, άλατι ηρτυμένος»(Κολ.4,6).
Όπως τα φαγητά, που τρέφουν το σώμα, δεν είναι νόστιμα χωρίς αλάτι,
έτσι και ο λόγος, που προσφέρουμε στους ανθρώπους πρέπει για να γίνει
αποδεκτός και να τους θρέψει πνευματικά να έχει μέσα του τη χάρη του
Θεού. Ο λόγος του Θεού κρύβει μέσα του το Λόγο, δηλ. το δεύτερο πρόσωπο
της αγίας Τριάδος, γι᾿ αυτό και είναι θρεπτικός, είναι ζωή για τον
άνθρωπο, είναι διδάσκαλος για την αιώνια ζωή. Δεν είναι δελτίο
θρησκευτικών ειδήσεων,ούτε εγκεφαλικός λόγος και διανοητικός.
Είναι χάρη Θεού. Στο τροπάριο του αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου λέμε·
«Η του στόματός σου, καθάπερ πυρσός εκλάμψασα χάρις, την οικουμένην
εφώτισεν· αφιλαργυρίας τω κόσμω θησαυρούς εναπέθετο· το υψος ημίν της
ταπεινοφροσύνης υπέδειξεν…». Από το στόμα του αγίου Χρυσοστόμου έβγαινε
χάρη, που δώριζε στους ανθρώπους θησαυρούς, όπως π.χ. της αφιλαργυρίας,
της ταπεινοφροσύνης, φωτισμό θεογνωσίας. Γνωστό είναι και το παράδειγμα
του αγίου Ευφραίμ, που πήγε να συναντήσει τον μέγα Βασίλειο και είδε να
βγαίνει από στόμα του αγλαόμορφος περιστερά. Ο λόγος του ήταν ενέργεια
του αγίου Πνεύματος.
Μερικοί από τους κήρυκες του Ευαγγελίου ήταν τόσο λεπτοί, που
φρόντιζαν να μην δώσουν ποτέ αφορμή να τους κουβεντιάσουν και να τους
κατηγορήσουν. Παράδειγμα ο Παύλος, ο οποίος γράφει στους Κορινθίους πως
δεν έκανε χρήση του αποστολικού του αξιώματος για να απολαύσει γήινα και
σαρκικά αγαθά· «ουκ εχρησάμεθα τη εξουσία ταύτη, αλλά πάντα στέγομεν
ίνα μη τινα εγκοπήν δώμεν τω ευαγγελίω του Χριστού»(Α΄ Κορ. 9,12).
Ήθελε να κηρύξει το ευαγγέλιον «αδάπανον». Είναι γνωστό πως δούλευε
χειρωνακτικά· «και κοπιώμεν εργαζόμενοι ταίς ιδίαις χερσίν»(οπ.π. 4,12).
Από τον βίο του αγίου Σεραφείμ του Σαρώφ πληροφορούμαστε ένα
περιστατικό· Πήγε να τον επισκεφθεί ένας θεολόγος και ο άγιος του έκανε
τις εξής παρατηρήσεις· «Είσαι καλός για να κάνεις ωραίους λόγους.
Μοιάζεις με έναν, που είναι ανεβασμένος στο καμπαναριό και πετάει πέτρες
στους ανθρώπους. Το πιο δύσκολο είναι να ανεβάσεις εσύ τις πέτρες επάνω
στο καμπαναριό».
Όταν συγκεντρωνόμαστε να ακούσουμε τον λόγο του Θεού έχουμε και την
ανθρώπινη παρηγοριά. Βλέπει ο ένας τον άλλον και ευχόμαστε ο ένας για
τον άλλο και δεχόμαστε την ανθρώπινη συμπαράστασή. Όταν οι Αντιοχείς
έσπασαν τα αγάλματα των αυτοκρατόρων και επρόκειτο να υποστούν την
τιμωρία του αυτοκράτορος, ο Χρυσόστομος μάζευε κάθε μέρα τους
Χριστιανούς και τους μιλούσε και τους παρηγορούσε. «Αυτό γαρ το καθ᾿
ημέραν συλλέγεσθαι και της των θείων Γραφών ακροάσεως απολαύειν, και
αλλήλοις βλέπειν, και προς αλλήλους οδύρεσθαι και ευχομένους και
ευλογίας δεχομένους, ούτως οίκαδε απιέναι, το πλέον ημίν υποτέμνεται της
οδύνης» (τομ. 6ος του Λόγου, σελ.116).
Πολλές φορές συνέβη να πάμε στην Εκκλησία και να ακούσουμε
τον λόγο του Θεού και να νοιώσουμε μέσα μας ειρήνη, παρηγοριά, ελπίδα,
ανακούφιση. Πήγαμε με θλίψη και φύγαμε ενισχυμένοι. Πήγαμε με
οργή και φύγαμε κατεσταλμένοι. Πήγαμε κουρασμένοι από τα προβλήματά μας
και φύγαμε έχοντας συμπαραστάτη τον ίδιο το Θεό.
Ο λόγος του Θεού είναι μυστηριώδης. Δεν ενεργεί το ίδιο σε όλους.
Ανάλογα με την υποδοχή, που θα βρεί, τη διάθεση που θα συναντήσει, με τι
πάθη θα προσκρούσει μέσα μας, ανάλογα με την πνευματική μας καλλιέργεια
καρποφορεί. Μπορεί να ακούμε το λόγο του Θεού χρόνια και να μην
ωφελούμαστε καθόλου. «Σκληροκάρδιοι και απερίτμητοι ταίς καρδίαις και
τοις ωσίν»(Πράξεις.7,51), όπως λέγει ο πρωτομάρτυρας Στέφανος, δύσκολα
δεχόμαστε να ακούσουμε και να εφαρμόσουμε το λόγο του Θεού.
Μας φαίνεται ανιαρός, πληκτικός, έχουμε την εντύπωση, πως τα έχουμε
ξανακούσει χιλιάδες φορές. Δεν τα παραδεχόμαστε εύκολα, τα απορρίπτουμε
με τη λογική μας, τα κριτικάρουμε. Δύσκολα λέμε· «λάλει Κύριε και ο
δούλος σου ακούει». Ιδίως τα πάθη μας και μάλιστα στη νεανική ηλικία,
εμποδίζουν να καρποφορήσει ο λόγος του Θεού.
Ο Χριστός εταλάνησε αυτούς, που θεωρούσαν τον εαυτό τους χορτάτο·
«ουαί υμίν, οι εμπεπλησμένοι νυν, ότι πεινάσετε»(Λουκ.6,25). Αντίθετα
μακαρίσθησαν από τον ίδιο «οι ακούοντες τον λόγον του Θεού και
φυλάσσοντες αυτόν»(Λουκ.11,28).
Πηγή: Βήμα Ορθοδοξίας