«Η αμοιβή δεν δίδεται εις τον άνθρωπον δια την εργασίαν της αρετής, αλλά δια την ταπείνωσιν αυτού».
Ο άγιος Ισαάκ ο Σύρος ξεκάθαρα αναφέρει ότι ο άνθρωπος ασκείται όχι για να αμειφθεί λόγο των πνευματικών κατορθωμάτων των οποίων έπραξε αλλά η αμοιβή του, δηλαδή η έλξης της Χάριτος θα πραγματωθεί λόγο της ταπείνωσης η οποία καλλιεργείται δια της ασκήσεως.
Είναι πολύ σημαντικό να καταλάβουμε ότι η ασκητική ζωή που μας προτείνει η Εκκλησία, δεν είναι μία ζωή κανόνων, στερήσεων, «πρέπει», ώστε να είμαστε αρεστοί στον Θεό.
Ο Θεός μας αγαπά ακόμα και στην αμαρτία μας. Η αγάπη του Θεού δεν εκπίπτει. Όμως για να νιώσουμε αυτήν την αγάπη του Θεού στην ζωή μας θα πρέπει εμείς να διαμορφώσουμε την ύπαρξή μας έτσι ώστε η Χάρις να γίνεται αποδεκτή, να βρει χώρο μέσα μας να ενεργήσει ώστε ο Θεός να γίνεται αντιληπτός και «κατανοητός» όχι νοησιαρχικά αλλά βιωματικά.
Η ταπείνωση, δηλαδή η αίσθηση του ανθρώπου ότι είναι χρεώστης απέναντι στον κόσμο και στον Θεό, η παραδοχή του ανθρώπου ότι κάθε προσπάθεια αυτονομίας του θα καταλήξει σε αποτυχία, η αποδοχή της ανεπάρκειας του ανθρώπου για επίτευξη του αγαθού χωρίς την Χάρη είναι το ζητούμενο στην πνευματική ζωή.
Ακόμα όμως και αυτό, δηλαδή η απόκτηση της ταπείνωσης δεν πρέπει να γίνει αυτοσκοπός. Καμία αρετή δεν πρέπει να γίνεται αυτοσκοπός. Καμία αρετή δεν πρέπει να παίρνει την θέση του Χριστού. Αυτό που επιδιώκει ο ταπεινός άνθρωπος δεν είναι να μείνει στην ταπείνωση, αλλά να αποκτήσει σχέση με τον Χριστό. Τον Χριστό ποθεί, τον Χριστό αναζητά. Η ταπείνωση λοιπόν του δείχνει τον δρόμο προς τον Χριστό, του δείχνει τον δρόμο της Αγάπης.
Λέγει ο Άγιος Ιωάννης της Κλίμακος: «Αγάπη και ταπείνωσις! Ιερό ζεύγος! Η μία υψώνει και η άλλη συγκρατεί όσους υψώθηκαν και δεν τους αφήνει ποτέ να πέσουν».
Μεγάλος ο λόγος του Αγίου Ιωάννου. Μας φανερώνει το πόσο ωφελείται κάποιος από την αγάπη αλλά και το πόσο ασφαλισμένος είναι κανείς με την ταπείνωση.
Ποιος είναι τελικά ταπεινός; Είναι εκείνος που δεν γνωρίσαμε ποτέ, που μάλλον δεν θα γνωρίσουμε ποτέ γιατί ξέρει καλά να κρύβεται. Κρύβεται γιατί δεν θα αντέξουμε την ζωή του, θα τον πούμε τρελό, χαζό, ανόητο. Όχι ότι θα νιώσει προσβολή, δεν φοβάται μήπως αμφισβητήσουμε την ζωή του, τις επιλογές του, την νοοτροπία του. Θέλει να μας προφυλάξει από αυτά που θα σκεφτούμε, για την κατάκριση και την αλαζονεία που θα θεριέψει μέσα μας. Γι’αυτό και τον ταπεινό δεν θα τον ακούσουμε να μιλά, προτιμά την σιωπή, δεν θα τον δούμε να διεκδικεί πρωτοκαθεδρίες γιατί αναπαύεται στις σκιές της αφάνειας.
Οι περισσότεροι από εμάς πασχίζουμε να αφήσουμε το επίγειο σημάδι μας στην γη. Ποθούμε μανιωδώς να μας θυμούνται καλά οι άνθρωποι και τώρα και μετά τον θάνατό μας. Ματαιοδοξία.
Πολλοί άνθρωποι ταπεινοί αγίασαν και έγιναν γνωστοί καθώς η Χάρις του Θεού τους ανέδειξε φωτεινά παραδείγματα για όλους μας. Σίγουρα όμως υπάρχουν αναρίθμητοι που μείνανε ως ανύπαρκτοι στην γνώση μας, μείνανε μακριά από την άδοξη δόξα που πολλές φορές προσφέρουμε εμείς οι άνθρωποι. Ανύπαρκτοι για εμάς οι όντως υπαρκτοί. Άδοξοι, οι όντως δοξασμένοι από τον Θεό.
Η πείρα της ζωής μας διδάσκει ότι όσο κι αν οι άνθρωποι πετύχουν στον κόσμο τούτο καμία ωφέλεια δεν έχουν εάν δεν αποκτήσουν ταπεινή καρδιά και αγάπη. Αυτό λοιπόν μας προτρέπει η Εκκλησία μας με το στόμα τον Θεοφόρων Πατέρων της, να ζήσουμε δια της ασκητικής ζωής ταπεινά και με αγάπη. Δεν είναι εύκολη η εν Χριστώ ζωή, δεν είναι όμως και ακατόρθωτη. Δεν είναι για λίγους, είναι για όλους. Δεν είναι ακίνδυνη, πάντα υπάρχει ο κίνδυνος της υπερηφάνειας, των δεξιών λογισμών που προέρχονται από την τάση μας για αυτοθέωση.
Θέλει βία του εαυτού μας για να γίνουμε πράοι και ταπεινοί όπως ο Κύριος.
Σε έναν τοίχο στον δρόμο διάβασα το εξής: «Η ειρήνη τους είναι πόλεμος. Γι’ αυτό πόλεμο στην ειρήνη τους». Θέλει να πολεμήσεις με τα πάθη σου για να ειρηνεύσεις, θέλει να κουραστείς για να αναπαυτείς, θέλει να μισήσεις για να αγαπήσεις, θέλει να σιωπήσεις ώστε να ακούσεις, θέλει να υποταχθείς ώστε να κυριαρχήσεις, θέλει να αγωνιστείς ώστε να στεφανωθείς, θέλει να ταπεινωθείς ώστε να υψωθείς.
Όλα αυτά μπορεί να γίνουν. Όλα αυτά μπορεί να επιδιώκονται. Μην ξεχνάμε όμως τον λόγο που τα κάνουμε όλα αυτά.
Γιατί προσπαθούμε; Γιατί κουραζόμαστε; Γιατί ζούμε;
Για να βρούμε τον Χριστό, μάλλον για να δούμε επιτέλους τον Χριστό που στέκει μπροστά μας από την αρχή και μας καλεί να μείνουμε μαζί Του μέχρι το τέλος. Ένα τέλος που δεν έχει τέλος μα μόνο αρχή.
αρχιμ.Παύλος Παπαδόπουλος