Η σημασία της
Και τί είναι αυτό που θέλει να δείξει με τη
Μεταμόρφωσή του ο Χριστός; Ότι πραγματικά και κατά κυριολεξία είναι «το φως το αληθινόν», και έχει συνεπώς
τη δύναμη να φωτίζει «πάντα άνθρωπον
ερχόμενον εις τον κόσμον».
Και πάλι αποφεύγει να δείξει όλη τη
λαμπρότητά του ο Χριστός. Φανερώνει μόνο όση μπορούν να αντέξουν τα μάτια των
μαθητών του, «καθώς ηδύναντο» και «ως εχώρουν». Και μόνο αφού προηγουμένως
τα έχει δυναμώσει με τη Θεία Χάρη και έχει διευρύνει τη φυσική τους δυνατότητα.
Γιατί κανένας δεν μπορεί να δει το πρόσωπο του Θεού, την πραγματική του δόξα,
και να ζήσει, κατά τον λόγο του Κυρίου στον Μωυσή. «Ου γαρ μη ίδη άνθρωπος το πρόσωπόν μου και ζήσεται» (Εξ. 33, 20· πρβλ. και Κριτ. 6, 23).
Ο άνθρωπος φυσιολογικά πεθαίνει, λειώνει όπως
το κερί στη φωτιά, όταν βρεθεί μπροστά στο φοβερό μεγαλείο του Θεού. Είναι σαν
το άχυρο, που αναπόφευκτα αναφλέγεται και γίνεται στάχτη αν πλησιάσει στη
φωτιά. Γι’ αυτό και ο Χριστός ενίσχυσε τους μαθητές του, ώστε το άυλο πυρ της
θεότητάς του να μην καταφλέξει τα υλικά τους σώματα. Έτσι στο Θαβώρ δεν
μεταμορφώνεται μόνο ο Χριστός, αλλά και οι μαθητές του, ώστε να γίνουν ικανοί
να τον ιδούν στη θεϊκή του δόξα.
Το συγκλονιστικό γεγονός της Μεταμορφώσεως
δείχνει τη λάμψη, τη δόξα της θεότητας. Για πρώτη φορά ο Χριστός παρουσιάζει
στα μάτια των ανθρώπων «το αρχέτυπον κάλλος της εικόνος», την αληθινή δηλαδή ομορφιά
την οποία είχε αρχικά και στην οποία τώρα μπορεί να ξαναφτάσει ο άνθρωπος, αφού
πλάσθηκε «κατ’ εικόνα» του Θεού. Η
ανθρώπινη φύση του Χριστού, επειδή είχε ενωθεί απ’ τη στιγμή της συλλήψεώς του
τέλεια και αδιάρρηκτα με τη θεϊκή του φύση, είχε ήδη το κάλλος αυτό, αλλά στα
μάτια των ανθρώπων παρέμενε ακόμα συνεσκιασμένο, κρυφό.
«Μόνο ο άνθρωπος φανερώνει τον Θεό», λέγει
κάποιος. Και αυτός ο άνθρωπος είναι ο Χριστός, ο πρώτος αληθινός, πλήρης,
τέλειος άνθρωπος που υπήρξε, αφότου πλάστηκε το ανθρώπινο γένος. Ο Χριστός,
μοναδικός Υιός του Ανθρώπου, απέβη ως νέος Αδάμ το πρότυπο, η πραγματική εικόνα του ανθρώπου. Γι’ αυτό και εξ αρχής «το
θείο σχέδιο της δημιουργίας του ανθρώπου κρύβει μέσα του εν σπέρματι τη
μέλλουσα ενανθρώπηση του Λόγου. Δημιουργία
και ενανθρώπηση αλληλοεξαρτώνται. Η μία ολοκληρώνει την άλλη. Για τον λόγο
αυτό, κατά τους ανατολικούς Πατέρες, η ενανθρώπηση θα γινόταν ακόμη και χωρίς
την πτώση του ανθρώπου, σαν έκφραση της θείας αγάπης και έσχατο τέλος της
κοινωνίας μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου» (Paul Evdokimof, Το Άγιο Πνεύμα στην Ορθόδοξη παράδοση, σσ.
18 καὶ 23). Ο Χριστός, μοναδικός Υιός του Θεού, «σφραγίς
ισότυπος, εν εαυτώ δεικνύς τον Πατέρα», θα ερχόταν οπωσδήποτε στον κόσμο
για να φανερώσει την πραγματική εικόνα του Θεού, την πλήρη αγαθότητα του
Πατέρα, ότι «οικτίρμων και ελεήμων εστί,
μακρόθυμος και πολυέλεος» (Ψαλμ. 102,
8).
Η πραγματική ένωση μεταξύ Θεού και ανθρώπου,
που στο εξής θα λαμβάνει χώρα στην ευχαριστιακή Θεία Κοινωνία, πραγματοποιείται
πρώτα και πλήρως στον Χριστό, ο οποίος μεταμορφώνεται, για να φανερώσει αυτήν
ακριβώς την ένωση. Τη στιγμή εκείνη το πρόσωπό του ήταν ταυτόχρονα η αληθινή
εικόνα του ανθρώπου και η αληθινή εικόνα του Θεού. Με τη Μεταμόρφωσή του ο
Χριστός δείχνει καθαρά ότι, αν και είναι ένα πρόσωπο, μία υπόσταση,
ένα ον, ο Υιός και Λόγος του Θεού, όμως έχει επάνω του δύο φύσεις, θεϊκή και ανθρώπινη, ενωμένες μεν και
αδιαίρετες, ασύγχυτες όμως και διακριτές μεταξύ τους (όρος Δ΄ Οἰκουμ.
Συνόδου). Είναι ο αληθινός Θεάνθρωπος.
Τη
διπλή του αυτή διάσταση ακριβώς ήθελε να κάμει γνωστή στους ανθρώπους ο Χριστός
πριν από τη Σταύρωσή του. Δεν μεταμορφώθηκε τη στιγμή εκείνη σε κάτι που δεν ήταν
πριν. Αλλά έδειξε στους μαθητές του αυτό που είχε πάντα, τη δόξα της
θεότητάς του, που στα μάτια των ανθρώπων παρέμενε αφανής, κρυμμένη απ’ τη
στιγμή της συλλήψεώς του κάτω από τη σάρκα του.
Στο Θαβώρ
έχουμε, όπως και στον Ιορδάνη, πανηγυρική φανέρωση του Τριαδικού Θεού. Ο Υιός φανερώνεται
μέσα στη θεϊκή του λαμπρότητα, ο Πατέρας τον αναγνωρίζει ως γνήσιο Υιό του και
η άκτιστη Χάρη του Αγίου Πνεύματος κατεβαίνει και επισκιάζει ως νεφέλη φωτεινή.
Γ΄.
Προτυπώσεις
Τα τροπάρια της εορτής συνδέουν άμεσα τη
Μεταμόρφωση με κάποια περιστατικά της Παλαιάς Διαθήκης. Αυτό είναι γενικός κανόνας
στην Ιερά Ιστορία. Όσα δηλαδή συμβαίνουν κατά την προ Χριστού
εποχή, είναι σύμβολα, εικόνες και προτυπώσεις για όσα θα λάβουν χώρα κατά την
ενανθρώπησή του. Μ’ αυτή την έννοια η Παλαιά Διαθήκη είναι η πνευματική
προετοιμασία της ανθρωπότητας για να κατανοήσει και να δεχθεί την Καινή
Διαθήκη.
Το φως, η δόξα και η
λαμπρότητα του Χριστού που άστραψαν στο Θαβώρ, προτυπώθηκαν με αρκετά γεγονότα,
κυρίως απ’ τη ζωή των προφητών Μωυσή και Ηλία. Οι δύο προφήτες παρίστανται τώρα
στο μεγαλειώδες γεγονός του Θαβώρ, διότι είναι αυτοί που και παλαιά είχαν αξιωθεί
να φτάσουν σε θεοπτία. Ο μεν Μωυσής στη φλεγομένη βάτο και στο Σινά, «ψηλαφωμένω όρει και κεκαυμένω πυρί, και
γνόφω και σκότω και θυέλλη και σάλπιγγος ήχω και φωνή ρημάτων». Ήταν τόσο
φοβερό το φαινόμενο, που ο Μωυσής αναφώνησε, «έκφοβός ειμι και έντρομος» (Εβρ. 12,
18-22· Εξ. κεφ. 19).
Και ο προφήτης Ηλίας είχε
αντίστοιχη εμπειρία της θείας παρουσίας στο όρος Χωρήβ. «Και
ιδού πνεύμα μέγα κραταιόν διαλύον όρη και συντρίβον πέτρας ενώπιον Κυρίου, ουκ
εν τω πνεύματι Κύριος· και μετά το πνεύμα συσσεισμός, ουκ εν τω συσσεισμώ
Κύριος· και
μετά τον συσσεισμόν πυρ, ουκ εν τω πυρί Κύριος· και μετά το πυρ
φωνή αύρας λεπτής, κακεί Κύριος» (Γ΄ Βασ.
19, 11-12).
Οι
θεοπτίες βέβαια εκείνες δεν είχαν την αίγλη της Μεταμορφώσεως. Τότε έβλεπαν
ενέργεια μόνο του Θεού, τώρα ενσαρκωμένο τον ίδιο τον Θεό.
Από τις
προεικονίσεις του γεγονότος της Μεταμορφώσεως στην Παλαιά Διαθήκη θα δούμε μία
μόνο, τον στύλο του πυρός και της νεφέλης. Τί ήταν ο στύλος αυτός;
Η διάβαση της Ερυθράς
Μετά τις δέκα πληγές της Αιγύπτου ο Μωυσής
πήρε απ’ τον φαραώ την άδεια να φύγουν και οδήγησε τους Ισραηλίτες, δυό περίπου
εκατομμύρια ψυχές, στην Ερυθρά θάλασσα. «Ο
Θεός ηγείτο αυτών, ημέρας μεν εν στύλω νεφέλης δείξαι αυτοίς την οδόν, την δε
νύκτα εν στύλω πυρός» (Εξ. 13,
21). Προπορευόταν την ημέρα σαν στήλη νεφέλης, που τους έριχνε σκια και τους
έδειχνε τον δρόμο. Τη νύχτα γινόταν στύλος πυρός φωτεινός για να τους φέγγει.
Έτσι μπορούσαν να οδοιπορούν, αν ήταν ανάγκη, και μέρα και νύχτα. Σαράντα
ολόκληρα χρόνια που οι Ισραηλίτες ήταν στην έρημο, η νεφέλη την ημέρα και ο
πύρινος στύλος τη νύχτα δεν έφυγαν ποτέ από κοντά τους.
Η διάβαση της Ερυθράς συγκαταλέγεται στα πιο απίστευτα
συμβάντα της ανθρώπινης ιστορίας. Στο γεγονός αυτό ο στύλος της νεφέλης και του
πυρός έπαιξε πρωτεύοντα ρόλο. Μετανοιωμένοι οι Αιγύπτιοι καταδίωξαν τους
Ισραηλίτες και τους έφτασαν μπροστά στη θάλασσα. Ο προπορευόμενος στύλος της
νεφέλης έφυγε από μπροστά και πήρε θέση πίσω απ’ τους Ισραηλίτες. Μπήκε ανάμεσα
στα δυό στρατόπεδα. Προς τους Αιγυπτίους δημιουργούσε σκοτάδι, ενώ φώτιζε την
πλευρά των Ισραηλιτών. Δεν επέτρεψε να πλησιάσουν μεταξύ τους τα δυό αντίπαλα
μέρη. Εν συνεχεία ο λαός του Θεού πέρασε τη θάλασσα που χωρίστηκε στα δύο με
θαύμα, όταν ο Μωυσής τη χτύπησε σταυροειδώς με το ραβδί του, ενώ οι Αιγύπτιοι
πνίγηκαν, καθώς ξαναενώθηκαν τα νερά (Εξ. κεφ. 14).
Η δόξα της Σκηνής
Αργότερα στο όρος Σινά ο Θεός έδωσε τις δέκα
εντολές. Τότε έδωσε και εντολή για την κατασκευή της Σκηνής του Μαρτυρίου, που
δεν ήταν παρά ένας λυόμενος ναός. Ο Μωυσής την έστησε μπροστά, έξω και μακριά
απ’ το στρατόπεδο των Ισραηλιτών. Όταν στα Άγια των Αγίων της Σκηνής
τοποθετήθηκε η Κιβωτός της Διαθήκης με τις θεόγραφες πλάκες του νόμου, η
φωτεινή νεφέλη κατέβηκε στη Σκηνή και τη σκέπασε και η δόξα Κυρίου τη γέμισε. Ο
Μωυσής δεν μποροῦσε να εισέλθει στη Σκηνή για όση ώρα ήταν καλυμμένη και γεμάτη
από τη δόξα του Κυρίου.
Ο Μωυσής έμπαινε στη Σκηνή κάθε φορά που ήθελε
για κάτι να ρωτήσει τον Θεό. Τότε όλος ο λαός σηκωνόταν και στεκόταν ο καθένας
μπροστά στη σκηνή του, κοιτάζοντας τον Μωυσή ώσπου να μπει στη Σκηνή του
Μαρτυρίου. Μετά την είσοδο του Μωυσή κατέβαινε ο στύλος της νεφέλης και
στεκόταν στις θύρες της Σκηνής. Βλέποντάς το αυτό ο λαός όλος προσκυνούσε,
καθένας απ’ τη θύρα της σκηνής του.
Ο Κύριος εμφανιζόταν μέσα σε νεφέλη στα Άγια
των Αγίων, ανάμεσα στα δύο χρυσά ομοιώματα των Χερουβίμ, που άπλωναν τις
φτερούγες τους πάνω από το ιλαστήριο, το χρυσό σκέπασμα της Κιβωτού της
Διαθήκης. Από ’κεί ο Θεός μιλούσε στον Μωυσή «πρόσωπον προς πρόσωπον», όπως μιλάει ο καθένας με τον φίλο του. Η
νεφέλη σκέπαζε επίσης τη Σκηνή και όσες φορές κατέφευγε εκεί ο Μωυσής, για να
γλυτώσει από τις απειλητικές διαθέσεις των Εβραίων.
Όταν η νεφέλη υψωνόταν από τη Σκηνή, οι Ισραηλίτες
σηκωνόντουσαν και προχωρούσαν. Αν όμως δεν σηκωνόταν η νεφέλη, περίμεναν όλοι
στρατοπεδευμένοι μέχρι τη στιγμή που εκείνη θα υψωνόταν. Στον τόπο που
σταματούσε η νεφέλη, στρατοπέδευε ξανά ο λαός. Παρέμεναν στο στρατόπεδο ακόμα
και πολλές μέρες, βδομάδες η μήνες. Αν δεν έδινε το σύνθημα ο Θεός δια μέσου
της νεφέλης, δεν ξεκινούσαν. Όταν όμως ανέβαινε η νεφέλη από τη Σκηνή, ακόμα κι
αν ήταν νύχτα, σηκωνόταν όλος ο λαός και προχωρούσε με συγκεκριμένη πάντα τάξη
και σειρά, κατά φυλές. Αυτά είχαν ορισθεί με εντολές του Θεού (Εξ. κεφ. 19-40).