Κάποτε ο Όσιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης ταξίδεψε από τη Θεσσαλονίκη
στην Ιερισσό, με προορισμό το Άγιον Όρος. Όταν έφθασε στο πρακτορείο,
δεν βρέθηκε θέση για εκείνον και αναγκάστηκε να μείνει όρθιος, ενώ δίπλα
του κάθονταν μερικοί νεαροί, χαριεντιζόμενοι.
Ένας κύριος επέπληξε τους νεαρούς, διότι έβλεπαν κοντά τους ένα γέροντα Ιερομόναχο όρθιο και αυτοί συνέχιζαν να κάθονται αδιάφοροι...
Τους υπέδειξε να παραχωρήσει ένας απ’ αυτούς τη θέση του στον Ιερέα, αλλά αυτοί έμειναν ασυγκίνητοι και ακίνητοι στη θέση τους...
Τότε ο κύριος, οργισμένος, σηκώθηκε και του παρεχώρησε τη θέση.
Ο Όσιος Πορφύριος τον ευχαρίστησε και δεν δέχθηκε τη θέση. Ταξίδεψε μέχρι την Ιερισσό όρθιος.
Στο τέλος του ταξιδιού ο κύριος ρώτησε το Γέροντα, γιατί δεν δέχθηκε τη θέση που του πρόσφερε.
Ένας κύριος επέπληξε τους νεαρούς, διότι έβλεπαν κοντά τους ένα γέροντα Ιερομόναχο όρθιο και αυτοί συνέχιζαν να κάθονται αδιάφοροι...
Τους υπέδειξε να παραχωρήσει ένας απ’ αυτούς τη θέση του στον Ιερέα, αλλά αυτοί έμειναν ασυγκίνητοι και ακίνητοι στη θέση τους...
Τότε ο κύριος, οργισμένος, σηκώθηκε και του παρεχώρησε τη θέση.
Ο Όσιος Πορφύριος τον ευχαρίστησε και δεν δέχθηκε τη θέση. Ταξίδεψε μέχρι την Ιερισσό όρθιος.
Στο τέλος του ταξιδιού ο κύριος ρώτησε το Γέροντα, γιατί δεν δέχθηκε τη θέση που του πρόσφερε.
Πηγή : Ενοριακή ζωή
Ο Όσιος Πορφύριος του είπε:
- Έκαμα μια θυσία χάριν των παιδιών.
Ο κύριος δεν κατάλαβε και ο Γέροντας του εξήγησε:
- Δεν έπραξες σωστά, που μάλωσες τα παιδιά. Τα παιδιά έκαμαν μια κακή πράξη: Άφησαν όρθιο έναν ηλικιωμένο Ιερομόναχο και δεν του παρεχώρησαν από μόνα τους τη θέση τους, όπως έπρεπε.
Ο Όσιος Πορφύριος του είπε:
- Έκαμα μια θυσία χάριν των παιδιών.
Ο κύριος δεν κατάλαβε και ο Γέροντας του εξήγησε:
- Δεν έπραξες σωστά, που μάλωσες τα παιδιά. Τα παιδιά έκαμαν μια κακή πράξη: Άφησαν όρθιο έναν ηλικιωμένο Ιερομόναχο και δεν του παρεχώρησαν από μόνα τους τη θέση τους, όπως έπρεπε.
Έπειτα απ’ αυτό, εάν
σηκώνονταν, όταν τα κατσάδιασες και καθόμουν στη θέση τους εγώ, ή εάν
δεχόμουν τη θέση που μου πρόσφερες εσύ, τα παιδιά δεν θα καταλάβαιναν
την κακή πράξη τους αντίθετα, θα αισθάνονταν δικαιωμένα. Τώρα όμως, που
έμεινα όρθιος τόσες ώρες και μ' έβλεπαν μπροστά τους, σηκώθηκε η ίδια η
συνείδηση τους και σιωπηλά τα κατηγόρησε για την πράξη τους.
Μόνο έτσι
μπορεί ο άνθρωπος να σωθεί: όταν μετανοεί, επειδή τον κατηγορεί, όχι ο
άλλος απ’ έξω, αλλά η συνείδηση του από μέσα...