Ο αββάς Ποιμήν ήρθε κάποτε να κατοικήσει
στα μέρη της Αιγύπτου. Κοντά του έμενε ένας αδελφός που είχε γυναίκα,
και ποτέ δεν τον ήλεγξε.
Αυτή λοιπόν (η γυναίκα) έτυχε να γεννήσει νύχτα. Το πήρε είδηση ο γέροντας και κάλεσε τον μικρότερο αδελφό (της συνοδείας) του.
– Πάρε μαζί σου ένα μπουκάλι κρασί, του είπε, και πήγαινε να το δώσεις στο γείτονα, γιατί το χρειάζεται σήμερα.
Εκείνος έκανε όπως τον πρόσταξε ο γέροντας.
Μόλις πήρε το κρασί ο αδελφός, κατανύχθηκε. Σε λίγες μέρες απομάκρυνε τη γυναίκα, αφού της έδωσε ό,τι είχε. Ύστερα ήρθε στον γέροντα και του είπε.
Αυτή λοιπόν (η γυναίκα) έτυχε να γεννήσει νύχτα. Το πήρε είδηση ο γέροντας και κάλεσε τον μικρότερο αδελφό (της συνοδείας) του.
– Πάρε μαζί σου ένα μπουκάλι κρασί, του είπε, και πήγαινε να το δώσεις στο γείτονα, γιατί το χρειάζεται σήμερα.
Εκείνος έκανε όπως τον πρόσταξε ο γέροντας.
Μόλις πήρε το κρασί ο αδελφός, κατανύχθηκε. Σε λίγες μέρες απομάκρυνε τη γυναίκα, αφού της έδωσε ό,τι είχε. Ύστερα ήρθε στον γέροντα και του είπε.
– Εγώ από σήμερα μετανοώ.
Ο γέροντας του έδωσε θάρρος.
Τότε ο αδελφός πήγε κι έχτισε άλλο κελλί, δίπλα στου γέροντα. Κι απ’ αυτό ερχόταν (συχνά) στον γέροντα, που τον καθοδηγούσε στο δρόμο του Θεού.
Έτσι λοιπόν κέρδισε (ο αββάς Ποιμήν) τον αδελφό.
Από την ενότητα “Να μην κατακρίνουμε
και να μην εξευτελίζουμε…”, του βιβλίου “Μικρός Ευεργετινός”, των
εκδόσεων της Ιεράς Μονής Παρακλήτου.