Ξεχύνω
τα λόγια της καρδιάς μου, που απαλά σκιρτά από χαρά άφθαρτη κι
ανέκφραστη. Αδελφοί, αν εισχωρήσετε στα λόγια μου με καθαρό λογισμό, θα
ευφρανθείτε σαν σε συμπόσιο πνευματικό! Η πίστη στο Χριστό είναι ζωή.
Όποιος τρέφεται με την πίστη, γεύεται ήδη, στη διάρκεια της επίγειας
πορείας του, την αιώνια ζωή, που ετοιμάστηκε για τους δικαίους στο τέλος
αυτής της πορείας. Ο Κύριος είπε: «Όποιος πιστεύει σ’ εμένα, αυτός έχει
την αιώνια ζωή».
Με την πίστη οι άγιοι βυθίστηκαν στα βάθη της ταπεινοφροσύνης. Με τα καθαρά μάτια της πίστεως είδαν πως οι ανθρώπινες θυσίες στο Θεό δεν είναι παρά τα χαρίσματα του Θεού στον άνθρωπο, χρέη του ανθρώπου στο Θεό, αχρείαστα σ’ Εκείνον αλλά απαραίτητα και σωτήρια για τον άνθρωπο. «Άκου, λαέ μου», λέει ο Θεός, «γιατί θα σου μιλήσω· άκου, Ισραήλ, γιατί θα διαμαρτυρηθώ σ’ εσένα. Ο Θεός, ο Θεός σου, είμ’ εγώ. Δεν θα σε ελέγξω για τις θυσίες σου… γιατί δική μου είναι όλη η οικουμένη και δικά μου όλα τα πλούτη της», «τί έχεις που να μην το έλαβες; Αφού, λοιπόν, το έλαβες από το Θεό, γιατί καυχιέσαι σαν να μην το είχες λάβει ως δώρο;». «Σ’ οποίον δόθηκαν πολλά, πολλά θα ζητηθούν απ’ αυτόν και σ’ οποίον δόθηκαν περισσότερα, περισσότερα θα ζητηθούν».
Οι άγιοι του Θεού θαυματουργούσαν, ανάσταιναν νεκρούς, προέλεγαν το μέλλον, ήταν γεμάτοι από πνευματική γλυκύτητα, αλλά συνάμα και γεμάτοι από ταπεινοφροσύνη. Με απορία, θαυμασμό και φόβο έβλεπαν ότι ο Θεός έστερξε γενναιόδωρα να προσφέρει και να εμπιστευτεί το Άγιο Πνεύμα Του στο χώμα, στη λάσπη. Μπροστά σ’ αυτό το μυστήριο, ο νους κυριεύεται από φρίκη και σωπαίνει, η καρδιά πλημμυρίζει από ανείπωτη χαρά, ενώ η γλώσσα δεν έχει τη δύναμη να εκφραστεί.
Με την πίστη οι άγιοι αγάπησαν τους εχθρούς τους. Τα μάτια του νου τους, φωτισμένα από την πίστη, σταθερά έβλεπαν το Θεό μέσα στη πρόνοιά Του. Σε παραχώρηση αυτής της θείας πρόνοιας απέδιδαν οι άγιοι όλες τις επιθέσεις που δέχονταν. Έτσι ο Δαβίδ, «βλέποντας τον Κύριο παντοτινά μπροστά του», για να μη λιποψυχήσει μπροστά στις τόσες θλίψεις και δοκιμασίες του, αποκρίθηκε, όταν ο Σεμεΐ τον καταριόταν και τον πετροβολούσε: «Ο Κύριος του είπε να καταριέται τον Δαβίδ. Τί δουλειά έχετε εσείς μ’ έμενα, γιοί της Σαρουΐας», λογισμοί της οργής και της εκδικήσεως; «Αφήστε τον να με καταριέται, γιατί ο Κύριος του το είπε… Ίσως ο Κύριος, βλέποντας την ταπείνωσή μου, να μου δώσει αγαθά αντί για την κατάρα…».
Η ψυχή δέχεται τη δοκιμασία σαν θεραπεία των ασθενειών της. Ευγνωμονεί το Θεό και Του ψάλλει: «Βάλε με, Κύριε, σε δοκιμασίες, βάλε με σε πειρασμούς, βάλε φωτιά στις σκέψεις μου και στην καρδιά μου». Έτσι ας αντιμετωπίζουμε τις δοκιμασίες. Για τους ανθρώπους και τα άλλα όργανα των δοκιμασιών μας ας μη νιώθουμε καμιά κακία, καμιά εχθρότητα. Η ψυχή που δοξολογεί τον Πλάστη της, η ψυχή που ευγνωμονεί τον ουράνιο Γιατρό, πλημμυρισμένη από ανέκφραστα αισθήματα, αρχίζει να ευλογεί τα μέσα της θεραπείας της.
Και να! Ξάφνου ανάβει μέσα της η αγάπη προς τους εχθρούς. Τότε ο άνθρωπος είναι έτοιμος να θυσιάσει και τη ζωή του για τον εχθρό του, θεωρώντας μάλιστα πως αυτό δεν αποτελεί στην πραγματικότητα θυσία αλλά υποχρέωση, υποχρέωση ανάξιου δούλου. Από τώρα ο ουρανός είναι ανοιχτός. Μπαίνουμε στην αγάπη προς τον πλησίον και μέσω αυτής στην αγάπη προς το Θεό. Βρισκόμαστε στο Θεό και ο Θεός βρίσκεται σ’ εμάς. Να τί θησαυρό περιέχει η πίστη, η μεσίτρια και χορηγήτρια της ελπίδας και της αγάπης. Αμήν.
Έρημος Άγιου Σεργίου, 1840
(Αγίου Ιγνατίου Μπριατσανίνωφ, «Ασκητικές Εμπειρίες « Α΄. Ι. Μ. Παρακλήτου 2008).
Με την πίστη οι
άνθρωποι του Θεού υπέμειναν σκληρές δοκιμασίες. Έχοντας οικειωθεί το
πλούτο και την ευφροσύνη της αιώνιας ζωής, θεώρησαν σκουπίδια τα
θέλγητρα της πρόσκαιρης. Με την πίστη δέχονταν τις θλίψεις και τις
στενοχώριες σαν δώρα του Τριαδικού Θεού, δώρα με τα οποία Εκείνος τους
αξίωσε να γίνουν μιμητές και μέτοχοι των παθημάτων ενός από τα πανάγια
Πρόσωπά Του, που έστερξε να δεχθεί τη φύση μας και να οικονομήσει τη
λύτρωσή μας. Η απέραντη ευφροσύνη, που γεννιέται από την πίστη,
καταβροχθίζει τη σκληρότητα του πόνου. Έτσι, στη διάρκεια οδυνηρών
βασάνων, νιώθει κανείς μόνο τέρψη. Το ομολόγησε ο μεγαλομάρτυρας
Ευστράτιος (13 Δεκεμβρίου) λίγο πριν από την τελείωσή του. Τα
βασανιστήρια στα οποία με υποβάλλεις, είπε στον ηγεμόνα Αγρικόλα, είναι
για μένα ευφροσύνη!.
Πηγή : Φανερωμενη Χολαργού
Με την πίστη οι άγιοι βυθίστηκαν στα βάθη της ταπεινοφροσύνης. Με τα καθαρά μάτια της πίστεως είδαν πως οι ανθρώπινες θυσίες στο Θεό δεν είναι παρά τα χαρίσματα του Θεού στον άνθρωπο, χρέη του ανθρώπου στο Θεό, αχρείαστα σ’ Εκείνον αλλά απαραίτητα και σωτήρια για τον άνθρωπο. «Άκου, λαέ μου», λέει ο Θεός, «γιατί θα σου μιλήσω· άκου, Ισραήλ, γιατί θα διαμαρτυρηθώ σ’ εσένα. Ο Θεός, ο Θεός σου, είμ’ εγώ. Δεν θα σε ελέγξω για τις θυσίες σου… γιατί δική μου είναι όλη η οικουμένη και δικά μου όλα τα πλούτη της», «τί έχεις που να μην το έλαβες; Αφού, λοιπόν, το έλαβες από το Θεό, γιατί καυχιέσαι σαν να μην το είχες λάβει ως δώρο;». «Σ’ οποίον δόθηκαν πολλά, πολλά θα ζητηθούν απ’ αυτόν και σ’ οποίον δόθηκαν περισσότερα, περισσότερα θα ζητηθούν».
Οι άγιοι του Θεού θαυματουργούσαν, ανάσταιναν νεκρούς, προέλεγαν το μέλλον, ήταν γεμάτοι από πνευματική γλυκύτητα, αλλά συνάμα και γεμάτοι από ταπεινοφροσύνη. Με απορία, θαυμασμό και φόβο έβλεπαν ότι ο Θεός έστερξε γενναιόδωρα να προσφέρει και να εμπιστευτεί το Άγιο Πνεύμα Του στο χώμα, στη λάσπη. Μπροστά σ’ αυτό το μυστήριο, ο νους κυριεύεται από φρίκη και σωπαίνει, η καρδιά πλημμυρίζει από ανείπωτη χαρά, ενώ η γλώσσα δεν έχει τη δύναμη να εκφραστεί.
Με την πίστη οι άγιοι αγάπησαν τους εχθρούς τους. Τα μάτια του νου τους, φωτισμένα από την πίστη, σταθερά έβλεπαν το Θεό μέσα στη πρόνοιά Του. Σε παραχώρηση αυτής της θείας πρόνοιας απέδιδαν οι άγιοι όλες τις επιθέσεις που δέχονταν. Έτσι ο Δαβίδ, «βλέποντας τον Κύριο παντοτινά μπροστά του», για να μη λιποψυχήσει μπροστά στις τόσες θλίψεις και δοκιμασίες του, αποκρίθηκε, όταν ο Σεμεΐ τον καταριόταν και τον πετροβολούσε: «Ο Κύριος του είπε να καταριέται τον Δαβίδ. Τί δουλειά έχετε εσείς μ’ έμενα, γιοί της Σαρουΐας», λογισμοί της οργής και της εκδικήσεως; «Αφήστε τον να με καταριέται, γιατί ο Κύριος του το είπε… Ίσως ο Κύριος, βλέποντας την ταπείνωσή μου, να μου δώσει αγαθά αντί για την κατάρα…».
Η ψυχή δέχεται τη δοκιμασία σαν θεραπεία των ασθενειών της. Ευγνωμονεί το Θεό και Του ψάλλει: «Βάλε με, Κύριε, σε δοκιμασίες, βάλε με σε πειρασμούς, βάλε φωτιά στις σκέψεις μου και στην καρδιά μου». Έτσι ας αντιμετωπίζουμε τις δοκιμασίες. Για τους ανθρώπους και τα άλλα όργανα των δοκιμασιών μας ας μη νιώθουμε καμιά κακία, καμιά εχθρότητα. Η ψυχή που δοξολογεί τον Πλάστη της, η ψυχή που ευγνωμονεί τον ουράνιο Γιατρό, πλημμυρισμένη από ανέκφραστα αισθήματα, αρχίζει να ευλογεί τα μέσα της θεραπείας της.
Και να! Ξάφνου ανάβει μέσα της η αγάπη προς τους εχθρούς. Τότε ο άνθρωπος είναι έτοιμος να θυσιάσει και τη ζωή του για τον εχθρό του, θεωρώντας μάλιστα πως αυτό δεν αποτελεί στην πραγματικότητα θυσία αλλά υποχρέωση, υποχρέωση ανάξιου δούλου. Από τώρα ο ουρανός είναι ανοιχτός. Μπαίνουμε στην αγάπη προς τον πλησίον και μέσω αυτής στην αγάπη προς το Θεό. Βρισκόμαστε στο Θεό και ο Θεός βρίσκεται σ’ εμάς. Να τί θησαυρό περιέχει η πίστη, η μεσίτρια και χορηγήτρια της ελπίδας και της αγάπης. Αμήν.
Έρημος Άγιου Σεργίου, 1840
(Αγίου Ιγνατίου Μπριατσανίνωφ, «Ασκητικές Εμπειρίες « Α΄. Ι. Μ. Παρακλήτου 2008).