Ἀκούσαμε
στό Εὐαγγέλιο γιά τό κάλεσμα τοῦ Χριστοῦ στούς πρώτους μαθητές του.
Στόν Πέτρο καί στόν Ἀνδρέα. Ἦταν ψαράδες. Μέ ἰδιόκτητο καΐκι καί δίχτυα.
Ἀπό τήν διήγηση φαίνεται ὅτι οἱ δουλειές τους πήγαιναν καλά. Καί ἦταν
φυσικό νά εἶναι εὐχαριστημένοι.
Ὅμως ὁ
ἄνθρωπος, πού δέν μένει στήν ἐπιφάνεια, πού δέν ἐνδιαφέρεται μόνο νά
γεμίσει τό στομάχι του καί νά ἱκανοποιήσει κάποιες ἄλλες ἐπιθυμίες του,
δέν ἀρκεῖται σ’ αὐτά.
Ἐξετάζει τόν ἑαυτό του καί
τή θέση του στόν κόσμο. Καί καταλαβαίνει, ὅτι σκοπός τῆς ζωῆς του δέ
μπορεῖ νά εἶναι οὔτε τό φαγητό, οὔτε ἡ διασκέδαση, οὔτε τά χρήματα.
Ἡ ζωή εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό αὐτά. Κάτι ἔξω ἀπό αὐτά.
Πηγή : Φανερωμένη Χολαργού
Ὅταν ὁ
ἄνθρωπος ἀρχίζει νά προβληματίζεται, διαπιστώνει -ἄν θέλει νά εἶναι
εἰλικρινής- ὅτι εἶναι δεμένος μέ τά ἐπίγεια, ἐγκλωβισμένος στή φιλαυτία
του, δέσμιος τῶν παθῶν του.
Πρέπει νἆναι κανείς, ἐξωπραγματικός γιά νά μήν τό ἀντιλαμβάνεται.
Ζώντας
λοιπόν αὐτή τήν κατάσταση, ἀναζητᾶ μιά συντροφιά πνευματική. Ἕνα φῶς.
Ὅταν καίει τό καντηλάκι μπροστά στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ λέμε: «Τί
παρηγοριά μοῦ δίνει τοῦτο τό φῶς. Γεμίζει ἡ καρδιά μου γαλήνη».
Πόσο ἔχομε ἀνάγκη τή συντροφιά πού φωτίζει τόν ἐσωτερικό μας κόσμο!
Καινή διδαχή
Κάπως
ἔτσι ζοῦσαν ὁ Πέτρος καί ὁ Ἀνδρέας, ὅταν πέρασε ἀπό ἐκεῖ ὁ Χριστός.
Μόλις τόν εἶδαν, κάτι κατάλαβαν. Ὁ Χριστός τούς εἶπε: «Ἀφῆστε τα αὐτά. Ἐλᾶτε κοντά μου».
Παράξενα
λόγια! Σάν ποιός νά εἶναι αὐτός, ἀναρρωτιέται ὁ καθένας, πού μοῦ ζητᾶ
νά τά ἀφήσω ὅλα; Γιά ποιόν νά τά ἀφήσω; Καί γιατί;
Τό νά ἀφήσεις ἕνα ὁποιοδήποτε πραγματάκι σου, εἶναι θυσία. Τό νά τά ἀφήσεις ὅλα; Εἶναι μεγάλη θυσία. Εἶναι ξεγύμνωμα.
Ὅμως τό Εὐαγγέλιο τό λέγει ξεκάθαρα:
Τά ἄφησαν ὅλα καί τόν ἀκολούθησαν...
Γιατί; Χωρίς λόγο; Ἀπερίσκεπτα;
Ὁ Χριστός ὅταν τούς εἶπε «δεῦτε ὀπίσω μου», δέν τό εἶπε ξερό. Προσέθεσε: «Καί ἐγώ θά σᾶς κάνω ἁλιεῖς ἀνθρώπων. Θά ἀλλάξει ἡ ζωή σας. Θά γίνει ὀμορφότερη».
Τόν ἄκουσαν οἱ ἀπόστολοι καί πῆγαν κοντά του. Καί ἀπό τότε τί ἔγινε;
Ἔγινε ἐκεῖνο πού γίνεται καί σέ μᾶς, κάθε φορά πού πηγαίνομε πιό συνειδητά κοντά στόν Χριστό...
Κοντά του,
ἔβλεπαν τά θαύματα πού ἔκανε: παράλυτοι γίνονταν καλά. Τυφλοί ἔβλεπαν.
Ἔφευγαν τά δαιμόνια. Ἀνασταίνονταν νεκροί. Γαλήνευε ἡ τρικυμισμένη
θάλασσα.
Καί ἀναρρωτιόνταν: «Ποιός εἶναι αὐτός πού κάνει ὅλα αὐτά; Πῶς τόν ὑπακούει ἀκόμη καί ἡ ἄψυχη φύση, πού δέν εἶναι πρόσωπο;»
Προσέχοντας κανείς αὐτά, πόσο φωτίζεται στήν καρδιά, στό νοῦ στήν ψυχή;
Καί ἄκουγαν καθημερινά οἱ ἅγιοι Ἀπόστολοι λόγια πού δέ μποροῦσε νά τά διανοηθεῖ ἄνθρωπος. Γιατί ἔλεγε ὁ Χριστός:
• Καλότυχος ὅποιος δέν ἀφήνει τόν ἑαυτό του, νά μπλοκάρει στή σκέψη ὅτι ἐδῶ εἶναι ἡ ζωή. Ἐδῶ ὁ Παράδεισος. Ἐδῶ καί ἡ κόλαση.
• Καλότυχος ἐκεῖνος πού κατανοεῖ ὅτι ἄλλο ἡ σοφία του, καί ἄλλο ἡ σοφία καί ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ.
• Μακάριος,
ὅποιος δέν μπλοκάρει στή σκέψη, ὅτι ζωή σημαίνει: φαγητό, χρήματα,
διασκέδαση. Ἀλλά βλέπει τήν καταστασή του καί διαπιστώνει, ὅτι εἶναι
γεμᾶτος λάθη, πάθη, ἀδυναμίες. Ὄχι ὅπως ἔπρεπε νά ἦταν.
• Μακάριοι αὐτοί πού ἔχουν ταπείνωση καί διαπιστώνουν τήν πνευματική τους ἀνεπάρκεια.
• Μακάριοι ἐκεῖνοι πού δέν ἀφήνουν τόν ἑαυτό τους, νά κυριαρχεῖται ἀπό ὀργή καί θυμό.
• Ἀκόμη
περισσότερο μακάριοι, ἐκεῖνοι πού βλέπουν ὄχι μόνο τό κακό τοῦ κόσμου,
ἀλλά κυρίως τό κακό πού βρίσκεται μέσα τους. Καί ξέρουν ὅτι τό χειρότερο
κακό πού ὑπάρχει, δέν εἶναι ἐκεῖνο πού μᾶς βρίσκει, ἀλλά ἐκεῖνο πού
κάνομε στόν πλησίον, γιατί μᾶς διαλύει πνευματικά καί μᾶς χωρίζει ἀπό
τόν Θεό.
Αὐτά μάθαιναν οἱ ἅγιοι
Ἀπόστολοι κοντά στόν Χριστό καί γι’ αὐτό μέρα μέ τή μέρα, τόν ἀγαποῦσαν
περισσότερο. Γιά χάρη του ξέχασαν τόν ἑαυτό τους καί τίς ἰδέες τους. Καί
ἔκαναν γιά τόν Διδάσκαλο ὅλο καί μεγαλύτερους κόπους καί θυσίες.
Δέν ἔλλειψαν οἱ φουρτοῦνες
Ὅμως δέν ἔλλειψαν οἱ φουρτοῦνες. Μιλᾶμε γιά ἐκεῖνες πού ἀναστατώνουν τήν ψυχή...
Ἦρθαν στιγμές, πού πολλοί ἔφυγαν ἀπό τόν Χριστό. Οἱ ἀπόστολοι προβληματίζονταν.
Τούς λέγει ὁ Χριστός:
-Μήπως θέλετε καί σεῖς νά φύγετε; Μήπως κάνατε λάθος πού ἤλθατε κοντά μου;
Τοῦ ἀποκρίθηκε ὁ Πέτρος:
-Κύριε, ποῦ νά πᾶμε; Σύ
ἔχεις τά λόγια τῆς αἰώνιας ζωῆς. Γιατί νά ψάξουμε; Γιά μιά μπουκιά; Γιά
ἕνα ρουχαλάκι; Γιά πέντε δεκάρες; Δέν θά σέ ἀφήσομε ποτέ.
Μετά τήν ἀνάστασή του, τούς εἶπε ὁ Κύριος: Ξεχυθεῖτε στόν κόσμο καί κηρύξατε τό Εὐαγγέλιο.
Τό ἔκαναν. Δέν ἔπαυσαν νά διακηρύττουν, ὅτι ὁ Χριστός εἶναι τό Φῶς τοῦ κόσμου. Ἡ ἀληθινή ζωή.
Μπροστά στόν Πέτρο καί τόν Ἀνδρέα, εἴμαστε πνευματικά φτωχαδάκια.
Παρά
ταῦτα, βλέποντας κάτι λίγο, μιά μόνο ἀκτίνα ἀπό τό φῶς τοῦ Χριστοῦ,
γεμίζει ἡ καρδιά μας γαλήνη, χαρά, ἱκανοποίηση, πού δέν τίς βρίσκομε
οὔτε σέ ὅλα τά ἀγαθά τοῦ κόσμου.
Καί λέμε: «Δόξα νἄχει ὁ Θεός, πού μοῦ ἄνοιξε τά μάτια καί μέ ἔφερε σέ ἐπίγνωση».
Τότε καταλαβαίνομε λίγο, τί ἔγινε μέ αὐτούς πού ἄνοιξαν διάπλατα τά μάτια τους στό φῶς τοῦ Χριστοῦ.
Τά ζηλευτά σταφύλια
Λέγει ἕνα τροπάριο τῆς ἑορτῆς τῶν ἁγίων ἀποστόλων:
«Μακάριοι
εἴσαστε ἅγιοι ἀπόστολοι. Σᾶς ζηλεύομε. Γιατί σεῖς, μέσα στό ἀμπέλι πού
ὀνομάζεται Χριστός, γίνατε τά πιό ὄμορφα κλήματα. Γεμᾶτα ὥριμα σταφύλια,
πού ὅποιος τά βλέπει τά ποθεῖ». Ποιά εἶναι αὐτά τά σταφύλια;
Τό φρόνημά τους. Ἡ ἁγιοσύνη τους. Ἡ πίστη τους.
Καί τί κάνομε ὅσοι τούς ζηλεύομε;
«Ἐπιστοιχοῦμεν γεῦσιν πρός εὐφρόσυνον». Στοιχιζόμαστε!
Μπροστά
οἱ ἀπόστολοι. Πίσω, ἐμεῖς. Στήν ἴδια εὐθεῖα. Ἀπό αὐτούς παίρνομε
γραμμή, δηλαδή: δύναμη, πίστη, ἐνθουσιασμό. Καί τότε ἀρχίζομε νά
γλυκαινόμαστε μέ μιά ὑπέροχη γεύση: Τή γεύση τῆς αἰώνιας ζωῆς.
-Γι’ αὐτό ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία καί δέν ἀσχολούμαστε τούτη τήν ὥρα μέ τά δῆθεν ἀπαραίτητα.
-Γι’ αὐτό νηστεύομε, γι’ αὐτό προσευχόμαστε καί παρακαλοῦμε: «βοήθησέ με Θεέ μου, νά γίνω καλύτερος».
-Γι’ αὐτό προσπαθοῦμε νά τό δείχνομε στήν πράξη, ὅτι εἴμαστε χριστιανοί.
Ἡ δύναμη τοῦ παραδείγματος
Πρίν
ἀρκετά χρόνια ζοῦσε στή Γαλλία μιά περίφημη λογοτέχνις, ἡ Ἔντυ Σταίην.
Δέν πίστευε πουθενά. Κάποτε «ὑποχρεώθηκε» νά βρεθεῖ στήν Ἐκκλησία γιά
κοινωνικούς λόγους. Καί τί βλέπει:
Μπροστά
στήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ἦταν γονατισμένος ἕνας ἄνθρωπος καί
συνομιλοῦσε μαζί του. Ἡ φιλόσοφος, μέ τήν παγωμένη καρδιά, δέ μπόρεσε νά
καταλάβει τίποτε!
Ὅσο
ὅμως παρατηροῦσε τόν προσευχόμενο, τόσο περισσότερο καταλάβαινε ὅτι
πραγματικά μιλᾶ μέ τόν Χριστό. Καί παρότι ἦταν δακρυσμένος, τό πρόσωπό
του γινόταν ὅλο καί περισσότερο χαρούμενο καί εἰρηνικό.
«Ἀπό
ἐκείνη τή στιγμή», γράφει ἡ φιλόσοφος, «ἔπαψα νά εἶμαι ἄθεη, γιατί
κατάλαβα τί γλύκα κρύβεται σ’ ἐκείνους τούς ἀνθρώπους πού ἔγιναν κλήματα
τοῦ Χριστοῦ καί ἔχουν καρπό πολύ. Εἶδα τό σταφύλι, τό γεύτηκα, τό
κατάλαβα».
Καί ἀπό τότε, σ’ ὅλη της τή ζωή, ἔλεγε:
«Ὁ
Σταυρός τοῦ Χριστοῦ, εἶναι ἡ μεγαλύτερη χαρά, ἡ μεγαλύτερη εἰρήνη καί ἡ
μεγαλύτερη εὐτυχία. Καλότυχος ὅποιος πιστεύει στόν Χριστό».
Καί ἡ φιλόσοφος πέθανε μοναχή.
Διαβάζομε στό βίο τοῦ ἁγίου Βίκτωρος:
Ἐνῶ τόν βασάνιζαν, ἦταν εἰρηνικός. Γελοῦσε στήν ἀπειλή ὅτι θά τόν σκοτώσουν.
-Γιά τόν Χριστό θά μέ σκοτώσετε; Δέν τό ἔχω ζημιά. Θά πάω καλύτερα κοντά του. Ὑπάρχει μεγαλύτερη εὐτυχία;
Μιά κοπέλλα, ἡ Στεφανίδα παρακολουθοῦσε τό μαρτύριο.
Ἀκούοντας τά ὑπέροχα λόγια τοῦ ἁγίου, κρασί ἀπό τό κλῆμα τοῦ Χριστοῦ, φώναξε:
-Εἶσαι καλότυχος Βίκτωρ, πού πεθαίνεις γιά τόν Χριστό. Καί ἐγώ κοντά σου!
Τήν
συνέλαβαν. Ὁ δικαστής βάλθηκε νά τήν μεταπείσει. Τῆς μίλησε πειστικά
γιά τίς ἀπολαύσεις τῆς πρόσκαιρης ζωῆς. Μήπως ἤξερε καί τίποτε ἄλλο;
Ἀπάντησε ἡ ἁγία.
-Καλή
ἡ ζωή αὐτή. Μά ἡ αἰώνια ζωή εἶναι πολύ γλυκύτερη! Καί γιά τίς ὀμορφιές
τῆς πρόσκαιρης ζωῆς, ἐγώ δέν θά χάσω τήν αἰώνια. Τελικά μαρτύρησε ἡ ἁγία
Στεφανίδα καί κληρονόμησε τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλαγή πορείας
Λέγει ἕνας σοφός:
«Ἄλλαξε
πορεία ἀδελφέ μου. Ἀλλιῶς δέν θά ἀλλάξει τίποτε στή ζωή σου. Πᾶρε τό
δρόμο πού σοῦ δείχνει ὁ Χριστός. Ἀλλιῶς θά χάσεις καί αὐτό πού νομίζεις
ὅτι εἶναι καταδικό σου. Πού τό κάνεις ὅτι θέλεις: τήν ψυχή σου καί τήν
ζωή σου. Δεῖξε σταθερότητα. Ἀλλιῶς δέν θά ξέρεις ποτέ τί σοῦ γίνεται ἄν
ἀφήσεις νά σέ κυβερνοῦν οἱ λογισμοί, οἱ διαθέσεις καί τά πάθη τῆς
στιγμῆς».
Τί γίνεται μ’ ἐμᾶς;
Ἔχομε μέσα μας τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ; Πού σημαίνει: πίστη, ἀγάπη, ὑπομονή, ταπείνωση, θυσία;
Ἡ πίστη μας εἶναι ζωντανή ἤ νεκρή;
Τό περιεχόμενο τῆς καρδιᾶς μας εἶναι νέο;
Μᾶς καταυγάζει τό φῶς τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ὁ πολυτιμότερος πλοῦτος πού ἀξιωθήκαμε νά δεχθοῦμε;
Οἱ
ἅγιοι ἀπόστολοι εἶναι τά ὑπεροχότερα παραδείγματα, γιά τό πῶς ἐρχόμαστε
κοντά στόν Χριστό καί πῶς ἀκολουθοῦμε σταθερά τά ἴχνη του.
Ἄς κάνομε ὅτι μποροῦμε, γιά νά γίνει ἡ ζωή μας πλουσιώτερη σέ ἔργα φωτός.
Πλουσιώτερη σέ μίμηση τῶν ἁγίων ἀποστόλων. Ἀμήν.-
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ ΜΕΛΕΤΙΟΥ(†)
Διασκευασμένη ὁμιλία του στά Κολομόδια (13-6-2004)