Μια καταγραφή για ανθρώπους που ξεκινούν να αναζητούν τον Θεό. Μην ψάξεις φίλε μου να βρεις τον Θεό ψηλά στον ουρανό σαν επιστήμονας. Γιατί η γη είναι στρογγυλή, και γύρω της ο ουρανός.
Μην ψάξεις τον Θεό στο φως του ήλιου, ούτε στο καύμα των ηλιακών
εκλάμψεων. Γιατί το φως του είναι ασύγκριτο, και η φλόγα της αγάπης του
απροσμέτρητη.
Ούτε στις αμμοθύελες του Άρη θα τον βρεις, γιατί ο γνόφος του είναι πυκνότερος.
Να μην τον ψάξεις ούτε στη μεγαλοσύνη του γιγάντιου Δία, ούτε στη βίαιη ορμή των καταιγίδων του. Γιατί Εκείνος είναι Μέγας, κι ο Δίας ένας κόκκος, και κόκκος κόκκου άμμου.
Δεν θα τον βρεις ούτε στα παγωμένα τα βουνά του Γανυμίδη, γιατί η δικαιοσύνη του είναι λευκότερη από το χιόνι.
Ούτε στα δαχτυλίδια του Κρόνου θα τον βρεις, γιατί το δαχτυλίδι που Εκείνος δίνει είναι πολυτιμότερο απ’ όλους τους πλανήτες.
Μην τον ζητήσεις καν στον Πλούτωνα τον μακρινό, γιατί είναι όλοι οι πλανήτες, «βόλοι» μέσα στα χέρια του, κι Αυτός τόσο κοντά!
Μα ούτε στου Μαγγελάνου τα νέφη, ούτε στης Ανδρομέδας την αμέτρητη
άμμο άστρων θα τον ανακαλύψεις, και ούτε καν στο σύμπαν όλο. Γιατί σ’
ολόκληρο το σύμπαν δεν χωράει, μάλλον αυτό χωρείται απ’ Αυτόν.
Αναζήτησέ τον σαν παιδί, πιο χαμηλά. Εδώ στη μικρή τη γη μας. Ψάξε
τον στην ομορφιά ενός μικρού κι ασήμαντου λουλουδιού, κι ας μην τον
βρεις ούτε κι εκεί.
Αναζήτησέ τον στο χαριτωμένο παιχνίδισμα μιας γάτας, και στο πιστό βλέμμα του σκύλου σου, κι ας μην τον συναντήσεις.
Προσπάθησε να τον διακρίνεις στα μάτια του ζητιάνου που χτυπάει την
πόρτα σου, και δώσε την ελεημοσύνη σου, σαν να τη δίνεις σε Αυτόν, και
ας μην τον αναγνωρίσεις.
Σκύψε στα δάκρυα του ορφανού και της χήρας, και πες ότι είναι δάκρυα
δικά Του, και ρίξε λίγο βάλσαμο στον πόνο τους, κι ας μην μπορέσεις να
Τον εννοήσεις.
Ψάχνε τον πάντα, και παντού, και κάνε το καλό με αγάπη σ’ όλους, σαν
να το κάνεις σε Αυτόν, και ψάχνε πίσω από κάθε τι, και μέσα σ’ όλα να
τον συναντήσεις. Κι ας μην τον αντικρίσεις.
Και τότε, δεν θα χρειαστεί να τον ανακαλύψεις, (γιατί ποτέ δεν θα
μπορέσεις). Θα έρθει Εκείνος να σε βρει, γιατί σε βλέπει, και σ’ αγαπά,
και σε γνωρίζει. ΚΑΙ ΘΑ Σ’ ΑΦΗΣΕΙ ΛΙΓΟ ΝΑ ΤΟΝ ΝΙΩΣΕΙΣ. Και θα
ξανακρυφτεί από σένα.
Τότε θ’ αρχίσεις ΝΑ ΤΟΝ ΠΟΘΕΙΣ, όπως το ελάφι τα νερά, όπως η νύμφη
τον νυμφίο, όπως ο εραστής την ερωμένη του, όπως το νεογέννητο το
μητρικό το γάλα. Κι Εκείνος θα κρύβεται από σένα, και θα γελάει με το
κλάμα σου χαρούμενος, όπως γελάει η μητέρα ευτυχισμένη με το κλάμα του
μωρού της, όταν το βλέπει να τη θέλει τόσο πολύ, μέχρι δακρύων, κι όπως
γελάει ο εραστής, που κρύβεται από την ερωμένη του στο πρώτο ραντεβού,
και χαίρεται όταν εκείνη τον αναζητάει με πόθο.
Θα σε αφήνει να πέσεις από την κούνια σου, προσέχοντας μη χτυπηθείς ανεπανόρθωτα, για να γνωρίσεις την αδυναμία σου.
Όταν θα λες: «περπάτησα!» Θα σε αφήνει να σκοντάφτεις, για να ζητάς το χέρι του στα πρώτα βήματά σου.
Θα σε παρατηρεί στις δύσκολες στιγμές της εφηβείας σου, θα σε παιδαγωγεί και θα σε συμβουλεύει μυστικά, σκληρά η τρυφερά.
Κι όταν ανδρώνεσαι, θα σε διδάσκει την τέχνη του πολέμου, και θα σε μάθει χίλιες τέχνες. Και
θα καλεί μπροστά σου μονομάχους, όλο και δυνατότερους, όλο και
αξιότερους, και θα διδάσκεσαι από τις πτώσεις σου κι από τον πόνο σου,
ώσπου να γίνεις δυνατός.
Μα τότε, πια, δεν θα τον ψάχνεις. Γιατί αργά μα σταθερά, ανεπαίσθητα,
ΘΑ ΤΟΝ ΓΝΩΡΙΖΕΙΣ. Θα τον διακρίνεις γύρω σου παντού. Θα βρίσκεις μέσα
σου νοήματαπου ποτέ δεν διδάχθηκες, θ’ αντιλαμβάνεσαι υπάρξεις που ποτέ
δεν είδες. Θα βρίσκεις δύναμη που ποτέ δεν είχες. Θα Τον γνωρίζεις, και
θα τον εμπιστεύεσαι. Κι Εκείνος, θα γίνεται σιγά σιγά μοναδική σου σκέψη
και λαχτάρα…
…Ώσπου η φωνή Του ν’ ακουστεί μεσ’ την καρδιά σου. Και τότε, θα τον
πεις: «Πατέρα!» και θα τον νιώθεις να σου λέει: «Παιδί μου!» Θα ψάλλετε
μαζί και θα γιορτάζετε στις δυσκολίες, και η φωνή Του θα’ ναι πια για
σένα τόσο γνώριμη! Θ’ ακούς, και θα γελάς με αυτούς που τον αναζητούν
ακόμα, Εκείνον που για σένα θα’ ναι πια ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ.
Και θ’ απομένει η επίγνωση κι ο γάμος…
Πηγή: