Ἀπὸ τὸ ὄμορφο βιβλίο, τοῦ Στέφανου Γρανίτσα, «Τὰ ἄγρια καὶ τὰ ἥμερά του βουνοῦ καὶ τοῦ λόγγου», καταγράφω τὸ ἀπόσπασμα ἑνὸς δημοτικοῦ τραγουδιοῦ, ποὺ συγκινεῖ τὴν ψυχή μου καὶ δονεῖ τὴν ἐθνική μου συνείδηση.Τὸ τραγούδι περιγράφει τὰ βάσανα τοῦ ἕλληνα τὸν καιρὸ τῆς τουρκοκρατίας καὶ ἐξυμνεῖ μὲ συγκλονιστικό, ἀλλὰ ἀπόλυτα ρεαλιστικὸ τρόπο, τὴ ρωμιοσύνη, δήλ. τὴν πίστη στὸ Θεὸ καὶ τὴν ἀγάπη στὴ σκλαβωμένη πατρίδα.
Δύο παιδιὰ ἑλληνόπουλα, δουλεύουν σκληρὰ σὲ μία χῆρα τούρκισσα, ποὺ τὰ κεντρίζει μὲ τὴ χαρὰ τῆς ζωῆς -ποὺ τὰ περιμένει – ἂν ἀλλάξουν καὶ γίνουν τουρκόπουλα. Κι ἐκεῖνα ἀπαντοῦν μὲ τόση χαρὰ γιὰ τὴν πίστη καὶ τὰ ἔθιμά τους καὶ προβάλλουν ὡς ἀδιαπραγμάτευτη τὴ θρησκεία τους καὶ τὶς παραδόσεις τοῦ ὑπόδουλου γένους, ποὺ παρὰ τὶς πολλές του κακουχίες, παρέμενε ἐλεύθερο καὶ περήφανο στὴν ψυχή του.
«Δύο παιδιὰ Ρωμιόπουλα καὶ Γρεβενιτόπουλα,
χήρα τούρκα δούλευαν μὲ βουβαλοζεύγαρα.
Ὅλη μέρα στὴ δουλειὰ καὶ τὸ βράδυ στὸ σκιντιό».
Τοὺς λέει λοιπὸν ἡ τούρκισσα γυναίκα:
«Βρὲ παιδιὰ ρωμιόπουλα, γίνετε τουρκόπουλα,
νὰ χαρεῖτε τὴν τουρκιὰ καὶ τὰ γρίβα τ’ ἄλογα».
Καὶ τὰ παιδιὰ ἀπαντοῦν:
«Γίνεσαι κυρὰ Ρωμιά, νὰ χαρεῖς τὴν Παναγιά;
Νὰ χαρεῖς καὶ τὴ Λαμπρή, μὲ τὰ κόκκινα....
τ’ αὐγά;»
Τὸ τραγούδι δὲν ἐκφράζει τὴν θλίψη καὶ τὴν καταχνιὰ τῆς δουλείας, ὅσο σκληρὴ κι ἂν ἦταν αὐτή, ἀλλὰ τὴ χαρὰ ποὺ ζοῦσαν οἱ ἕλληνες καὶ χαιρόταν «τὴν Παναγιὰ καὶ τὴ Λαμπρή», τὰ πληγωμένα ἀλλὰ ζωντανὰ σύμβολα τοῦ λαοῦ. Αὐτὴ ἡ χαρά, φανερώνει τὴ δύναμη ποὺ κράτησε γιὰ τόσους αἰῶνες, ἐλεύθερη τὴν ἑλληνικὴ ψυχή.
Αὐτὰ τὰ λόγια συγκινοῦν καὶ σήμερα τὴν ψυχή μου, ποὺ βλέπω τοὺς ἐλεύθερους πιὰ ἕλληνες ν’ ἀγαποῦν τὴν Παναγία καὶ νὰ ἐπισκέπτονται μὲ τόση χαρά, αὐτὸ τὸν εὐλογημένο καιρὸ ποὺ ψάλλονται οἱ Χαιρετισμοί της στὶς Ἐκκλησίες, καὶ τὰ μοναστήρια της. Πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅλους, ὁ Παπαδιαμάντης καὶ ὁ Κόντογλου, μπόρεσαν νὰ ἀποτυπώσουν μὲ τὸ πιὸ γλαφυρὸ καὶ παραστατικὸ τρόπο, τὴ λαϊκὴ εὐσέβεια καὶ «λατρεία» στὴν Παναγία.
Τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας, εἶναι γιὰ τοὺς χριστιανούς, ὄχι μόνο σημεῖο ἀναφορᾶς στὸν πόνο τους, ἀλλὰ καὶ στὴ χαρά τους.
Ἡ Παναγία στὴν Ἀποκάλυψη «εἶναι ντυμένη τὸν ἥλιο, μὲ τὸ φεγγάρι κάτω ἀπὸ τὰ πόδια της καὶ στὸ κεφάλι τῆς ἔχει στεφάνι μὲ 12 ἀστέρια», τὰ ὀνόματα τῶν 12 Ἀποστόλων, ποὺ πολὺ τὴν ἀγαποῦσαν καὶ ἦταν ἡ χαρά τους.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος, ποὺ τόσο πολὺ ἀγαπᾶ τὴν Παναγία, τὴν ὀνομάζει «Χαρὰ τῶν Ἀρχαγγέλων». Κυρίως ὅμως ἡ Παναγία, εἶναι ἡ χαρὰ ὅλων τῶν Ἀγγελικῶν Δυνάμεων, ἀλλὰ καὶ ὅλων τῶν Ἁγίων, τῶν Μοναχῶν καὶ τῶν Ἱερέων. Τὰ ἐκκλησάκια της, πλημμυρίζουν ἀπὸ εὐλαβικὲς ψυχές, ποὺ μὲ δάκρυα πόνου καὶ χαρᾶς προσκυνοῦν τὸ εἰκόνισμά της κι ἀνάβουν ἕνα κεράκι στὴ χάρη της.
Στὸ ἄκουσμα τῆς λέξεως «Παναγία», οἱ χριστιανοί, γεμίζουν ἀπὸ χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη καὶ στὴ θέα τῆς εἰκόνας της, ἀπὸ παρηγοριὰ καὶ ἐλπίδα. Μ’ αὐτὴ τὴν ἔννοια, τὰ λόγια του δημοτικοῦ τραγουδιοῦ τῆς «Πονεμένης Ρωμιοσύνης»,
ποῦ χαίρονται τὴν Παναγία, δὲν ἀπέχουν τῆς θεολογικῆς ἀκρίβειας.
Χαίρονται τὴν Παναγία οἱ ἱερεῖς ὅταν λειτουργοῦν καὶ κάνουν τόσες φορὲς ἀναφορὰ στὴ χάρη της. Χαίρονται τὴν Παναγία, οἱ «νύμφες» τοῦ Χριστοῦ, οἱ μοναχές, ποὺ μεταρσιώνονται ὅταν τῆς ψάλλουν τὰ ἐγκώμια καὶ τοὺς δοξαστικοὺς ὕμνους. Χαίρονται τὴν Παναγία ὅσοι τὴν ἀγαποῦν καὶ νιώθουν τὴ χάρη της, ὅσοι εὐλαβικὰ τὴν παρακαλοῦν. Χαίρονται τὴν Παναγία, ὅσοι τὴ βλέπουν ὡς «προστασία τῶν χριστιανῶν», ὡς «ἄγκυρα ἐλπίδας», ὡς «πέλαγος εὐσπλαχνίας», ὡς στοργικὴ μητέρα, «πλατυτέρα τῶν οὐρανῶν».
Χαίρονται τὴν Παναγία, ὅσοι προσκυνοῦν τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ σηκώνουν ὑπομονετικά τους σταυροὺς τοῦ πόνου καὶ τῶν δοκιμασιῶν τους. Χαίρονται τὴν Παναγία, ὅσοι γιορτάζουν τὸν Εὐαγγελισμό Της καὶ ἀγαποῦν τὴν Ἐκκλησία. Ὅσοι ψάλλουν αὐτὲς τὶς ἡμέρες τοὺς Χαιρετισμοὺς στὴ χάρη της καὶ πιστεύουν στὴν Σκέπη καὶ τὴν Προστασία Της.