Τροπάριον τοῦ Ὄρθρου
Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος,
ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός·
ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες,
τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες,
σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Στιχηρὰ Ἰδιόμελα τοῦ Ἁγίου ΛαζάρουΤὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος,
ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον, Χριστὲ ὁ Θεός·
ὅθεν καὶ ἡμεῖς ὡς οἱ παῖδες,
τὰ τῆς νίκης σύμβολα φέροντες,
σοὶ τῷ Νικητῇ τοῦ θανάτου βοῶμεν·
Ὡσαννὰ ἐν τοῖς ὑψίστοις,
εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος, ἐν ὀνόματι Κυρίου.
Κύριε, ἡ φωνή σου κατέλυσε, τοῦ ᾍδου τὰ βασίλεια,
καὶ ὁ λόγος τῆς ἐξουσίας σου, ἤγειρεν ἐκ τάφου τετραήμερον,
καὶ γέγονεν ὁ Λάζαρος, τῆς παλιγγενεσίας, προοίμιον σωτήριον.
Πάντα δυνατά σοι Δέσποτα, τῷ πάντων Βασιλεῖ,
δώρησαι τοῖς δούλοις σου, ἱλασμὸν καὶ τὸ μέγα ἔλεος.
Η ευαγγελική περικοπή της ημέρας που περιγράφει την Ανάσταση του Λαζάρου:
κατά Ιωάννην, κεφάλαιο ια, 1-45.
Πηγή : Άγια Μετέωρα
Η Μεγάλη Τεσσαρακοστή ολοκληρώνεται και καταλήγει σε δυο λαμπρές, εόρτιες ημέρες, ή μάλλον σε μια διπλή εορτή. Είναι το Σάββατο του Λαζάρου, κατά το οποίο μνημονεύουμε την έγερση του επιστήθιου φίλου του Χριστού Λαζάρου, και η Κυριακή των Βαΐων, που εορτάζουμε τη θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα έξι μέρες πριν προδοθεί και υποστεί το σταυρικό θάνατο.
Κατά τις δύο αυτές λαμπρές ημέρες η Εκκλησία μάς αποκαλύπτει το αυθεντικό νόημα της εθελούσιας θυσίας του Χριστού και του λυτρωτικού Του θανάτου, πριν εισέλθουμε στη θλίψη και το σκοτάδι του πάθους, πριν ξαναγίνουμε μάρτυρες της οδύνης του Χριστού.Ο Χριστός βρισκόταν μακριά από την Ιερουσαλήμ όταν πέθανε ο Λάζαρος, και μόλις τέσσερις μέρες αργότερα έφθασε στη Βηθανία όπου συνάντησε τις αδελφές του Λαζάρου, τη Μάρθα και τη Μαρία, και τους στενοχωρημένους και κλαμένους φίλους του. Το ευαγγέλιο του αγίου Ιωάννη εξιστορεί με λεπτομέρειες αυτή τη συνάντηση, αρχίζοντας από τη συζήτησή Του με τη Μάρθα και τη Μαρία.
Και οι δυο τους λένε στο Χριστό, «Κύριε ει ης ώδε, ουκ αν απέθανέ μου ο αδελφός» (Ιωαν. 11, 32). Και ο Χριστός απαντά: «αναστήσεται ο αδελφός σου» (Ιωαν. 11, 23). Άσχετα όμως από αυτή την απάντηση, όταν είδε το κλάμα των αδελφών και των φίλων τους, ο Ίδιος «ενεβριμήσατο τω πνεύματι και ετάραξεν αυτόν...» (Ιωαν. 11, 36). Ο Χριστός διέταξε να απομακρυνθεί η πέτρα που σκέπαζε τον τάφο. Και όταν αφαιρέθηκε η πέτρα, «φωνή μεγάλη εκραύγασε Λάζαρε, δεύρο έξω, και εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις...» (Ιωαν. 11, 43- 44). Ποιο είναι το νόημα αυτού του γεγονότος που η Εκκλησία γιορτάζει τόσο λαμπρά, τόσο πανηγυρικά, τόσο νικητήρια το Σάββατο του Λαζάρου; Πώς μπορούμε να συμβιβάσουμε τη θλίψη και τα δάκρυα του Χριστού με τη δύναμη να εγείρει τους νεκρούς;
Με ολόκληρο τον εορτασμό η Εκκλησία επαναλαμβάνει πως ο Χριστός κλαίει επειδή, βλέποντας το θάνατο του φίλου Του, βλέπει επίσης και τη νίκη του θανάτου πάνω σ' ολόκληρο τον κόσμο, βλέπει πως ο θάνατος, που δε δημιουργήθηκε από το Θεό, σφετερίστηκε το θρόνο Του και τώρα κυριαρχεί στον κόσμο, δηλητηριάζοντας τη ζωή, μετατρέποντας τα πάντα σε άσκοπο ρεύμα ημερών που κυλούν ανελέητα προς την άβυσσο. Κατόπιν έρχεται η εντολή, «Λάζαρε, δεύρο έξω»! Εδώ έχουμε το θαύμα της αγάπης που θριαμβεύει πάνω στο θάνατο, ακούμε μια εντολή που αναγγέλλει τον πόλεμο του Χριστού κατά του θανάτου, μια υπόσχεση πως ο ίδιος ο θάνατος θα καταστραφεί και θα εξαφανιστεί. Ο ίδιος ο Χριστός, που σημαίνει ο ίδιος ο Θεός, η ίδια η αγάπη και η ζωή, για να καταστρέψει το θάνατο και το σκοτάδι του, κατεβαίνει στον τάφο, για να αντιμετωπίσει πρόσωπο με πρόσωπο το θάνατο, για να τον εκμηδενίσει και να μάς χαρίσει την αιώνια ζωή την οποία ο Θεός μάς δημιούργησε να κατέχουμε.
Από το βιβλίο
«Εορτολόγιο – Ετήσιος Εκκλησιαστικός Κύκλος» Αλέξανδρος Σμέμαν Εκδ. Ακρίτας
Το Σάββατο του Λαζάρου – Ήπειρος
Άρθρο του Συλλόγου Ηπειρωτών Αγίων Αναργύρων «Ο ΠΥΡΡΟΣ»
Απ' τα χαράματα την ημέρα του Λαζάρου, το χωριό άλλαζε τόνο ζωής. Στις γειτονιές αντιλαλούσε ο σκοπός του Λάζαρη με τις γλυκιές και πολλές φορές παράφωνες φωνές των μικρών. Τα παιδιά από πολλές μέρες πριν βρίσκονταν στο πόδι. Έπρεπε να εξασφαλίσουν τη συντροφιά για το Λάζαρη! Ποτέ δεν πήγαινε κανένας μόνος. Έφτιαχναν συντροφιές δύο τριών ατόμων για καλύτερη απόδοση στο τραγούδι.
Τα κάλαντα αυτά ήταν η πρώτη ευκαιρία να ψάξουν οι μικροί να βρουν το Βλάμη τους κι από τότε συνδέονταν για να παραμείνουν Βλάμηδες σε όλη τους τη ζωή. Μόλις έβρισκαν τη συντροφιά, το Βλάμη, ή τους Βλάμηδες, άρχιζαν την προπαίδεια για το τραγούδισμα των καλάντων, να μάθουν και τα λόγια, να τα τραγουδούν κι ωραία.
Τρίτη φροντίδα τους ήταν να βρουν το καλάθι για τ' αυγά. Λάζαρης σήμαινε αυγά, γιατί αυγά έδιναν οι νοικοκυρές. Ύστερα κατάστρωναν το σχέδιο πορείας στα σπίτια, από που θα αρχίσουν και που θα τελειώσουν. Τα παιδιά ήξεραν ποια θα δώσει και ποια είναι τσιγκούνα, ποια θα δώσει αυγά και ποια σύκα ή καρύδια ή μύγδαλα ή ζαχαρικά αλλά και ποιες πόρτες θα βρουν κλειστές.
Το καλάθι ήταν το κυρίαρχο στοιχείο, χωρίς καλάθι δεν πήγαινε κανένας για κάλαντα. Υπήρχαν δύο είδη καλαθιών που χρησιμοποιούσαν για το Λάζαρη. Το ένα το κυλινδρικό το συνηθισμένο με το χερούλι από πάνω και το άλλο το κομψό "σπόρτα" σε σχήμα αυγοειδές με το χερούλι από πάνω κολλημένο στις δύο άκρες της έλλειψης. Τα έφτιαχναν μόνοι τους οι μεγαλύτεροι, που πήγαιναν στο σχολείο, με βέργες ιτιάς που τις μάζευαν στην Τύρια και τον Καλαμά το καλοκαίρι και τις είχαν έτοιμες για να τις χρησιμοποιήσουν. Την παραμονή το απόγευμα όλα ήταν έτοιμα. Μέσα στο καλάθι ο καθένας της παρέας έβαζε ένα αβγό, για φόλι, ώστε να βλέπουν οι κυράδες την επόμενη μέρα ότι κι οι άλλες έδωσαν αυγό για να παρακινηθούν να δώσουν κι αυτές. Για να μη σπάνε τα αυγά μέσα στο καλάθι έβαζαν λίγο κοπανισμένο λινάρι, ή λίγο μαλλί ή άν δεν είχαν απ' αυτά έβαζαν λίγα άχυρα.
Από νωρίς το πρωί παρέες – παρέες αρχίζανε να λένε τα κάλαντα διασταυρώνονταν στους δρόμους, έκαναν απολογισμούς τι μάζεψαν και τι απομένει ακόμα να μαζέψουν, ποιος μάζεψε περισσότερα και γιατί και ποιος στο τέλος θα βρεθεί με τα περισσότερα αυγά. Το μεσημέρι γινόταν η μοιρασιά με απόλυτη δικαιοσύνη, ένα σου κι ένα μου. Μετά τη μοιρασιά τα αυγά πήγαιναν στο σπίτι να παραδοθούν στη μητέρα με εξαίρεση ένα δύο που πήγαιναν στον μπακάλη του χωριού για λίγο χαλβά.
Στα κάλαντα έλεγαν πολλές φορές τα εξής λόγια σαν εισαγωγή:
Αυτού στα σπίτια τα ψηλά/ τα μαρμαροχτισμένα/ μέσα κοιμάται ο Νούτσικος με την Αρχοντοπούλα ...........................................
Ήρθε ο Λάζαρος, ήρθαν τα Βάγια/ ήρθε κι ο Χριστός από τη Βαθανία/Μάρθα κλαίει και Μαρία/ Λάζαρον τον αδελφόν τους./ Αν εδώ ήσουν Χριστέ μου/ Κύριέ μου και Θεέ μου/δε θα πέθαιν΄ο αδελφός μου/ και ο φίλος ο δικός Σου./ Βλέπει ο Χριστός το μνήμα/ και δακρύζει παραχρήμα/ Δεύρο έξω, Λάζαρέ μου/ φίλε μου κι αγαπητέ μου./ Ήρθε ο Λάζαρος........................ Πες μας Λάζαρε τι είδες/ εις τον Άδην που επήγες./ είδα φόβους, είδα τρόμους/ είδα βάσανα και πόνους