«Επειδή γαρ εν τη σοφία του Θεού ουκ έγνω ο κόσμος δια της σοφίας τον Θεόν τα μωρά του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα τους σοφούς καταισχύνη, και τα ασθενή του κόσμου εξελέξατο ο Θεός ίνα καταισχύνη τα ισχυρά και τα αγενή του κόσμου και τα εξουθενημένα εξελέξατο ο Θεός, και τα μη όντα, ίνα τα όντα καταργήση, όπως μη καυχήσηται πάσα σάρξ ενώπιον του Θεού.» (Α΄Κορ.1,21-29).
Πρωινό λιόλουστο εαρινό ! Ανθισμένες οι νερατζιές του μεγάλου δρόμου υπό την σκέπη της Ευαγγελίστριας Κυράς ! Ανέβηκε ως εκεί κόβοντας δρόμο , από τις υψωμένες γειτονιές του βράχου τις φρεσκοασβεστωμένες με τις λεμονίτσες και τις χρυσές ελιές . Και έπειτα όπως το συνήθιζε τα τελευταία χρόνια , από τότε που πήρε την σύνταξή του , έκανε την συνηθισμένη του στάση στο βιβλιοπωλείο της Μητροπόλεως . Τι υπέροχο μέρος ! Πάντα ευωδιάζει λιβανωτό , πάντα κάποια ψαλμουδιά συντροφεύει τα ευλογημένα ξεφυλλίσματα στα αδαμάντινα λόγια , τα οσφράδια της πίστεώς μας τα Θεοφώτιστα . Κάθε διάδρομός του και μια ανάμνηση , ένα ξεχωριστό εύοσμο θυμητάρι από το πρώτο συναπάντημά του , με ήρωες ανεξίτηλους που τους αγκαλιάζει νοσταλγικά το μελάνι και το δάκρυ … Όλα γνώριμα , όλα χαρούμενα , αναστάσιμα , αχειμώνιαστα … Ο δικός του ξεχωριστός Παράδεισος , μακριά από τον θόρυβο των βιοτικών μεριμνών . Η πόρτα του βιβλιοπωλείου μοιάζει με το κατώφλι του Θεϊκού Νυμφώνος . Φωτοδόχος λαμπάδα κάθε ευλογημένη γραφίδα , κάθε συγγραφέας του Ουρανού , που αγωνιά να μας δείξει τον στενό και τεθλιμμένο δρόμο, να μας διδάξει το πώς θα γίνουμε όλοι υιοί Φωτός…
Όλοι τον γνώριζαν και σέβονταν την γνώση του , τον πατερικά μπολιασμένο του λόγο , την αστείρευτη μνήμη του . Χωρία ολόκληρα από την Καινή και την Παλαιά , από το ψαλτήρι συνέχεια διάνθιζαν τα ρήματά του . -Πώς τα θυμάστε όλα τούτα κύριε Αχιλλέα ;τον ρωτούσαν με θαυμασμό συνεχώς οι κυρίες που διακονούσαν στο βιβλιοπωλείο . –Δίνει ο Κύριος αδελφές μου ! Όλα δικά Του ! Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον, άνωθεν εστί καταβαίνον εκ σου του Πατρός των φώτων! Έτσι έλεγε μα είχε και κείνος την δική του… αχίλλειο πτέρνα … Συζητούσε μόνο με ανθρώπους του κύκλου του , της Εκκλησίας που λένε .. Δεν έδινε και πολλές κουβέντες σε άλλους , τους εκτός …Δεν το έκανε επίτηδες , απλά δεν του έβγαινε ..Κάποτε το ανέφερε και στον Πνευματικό του , αλλά μέχρι εκεί ..Δεν έκανε και τίποτα κακό , απλά αναζητούσε ένα επίπεδο , μια ανώτερη σκέψη που θα βοηθούσε κι εκείνον να ξεδιπλώσει τις χάρες του , να θυμηθεί τις χιλιάδες σελίδες που τόσα χρόνια αξεδίψαστα μελετούσε εις ωφέλειαν ψυχής…
Κύλησαν περίπου δυο ώρες εκείνο το πρωινό στο βιβλιοπωλείο της Μητροπόλεως . Ενημερώθηκε για τις νέες εκδόσεις και αποφάσισε ποιο βιβλίο θα τον συντρόφευε τις επόμενες μέρες , μιας και ο Κύριος Αχιλλέας ήταν αληθινός βιβλιοφάγος! Ό,τι αξιόλογο έπιανε στα χέρια του πάντα το τελείωνε απνευστί και πολλές φορές το ξαναδιάβαζε κρατώντας σημειώσεις και παρατηρήσεις πάνω του …Γι αυτό και ποτέ του δεν δάνειζε βιβλία ! Τα ήθελε όλα εύκαιρα στην τεράστια βιβλιοθήκη του …Μην χρειαστεί κάτι να θυμηθεί , να απαντήσει σε μια ερώτηση αδελφού , να αρθρογραφήσει στον εκκλησιαστικό τύπο …Πήγε να πληρώσει το νέο του πολυσέλιδο απόκτημα, όταν στο βιβλιοπωλείο μπήκε μια γιαγιούλα με την μαγκουρίτσα της . Αργά –αργά , καλημέρισε και περίμενε τον Κύριο Αχιλλέα να τελειώσει με τα δικά του στο ταμείο . Εκείνος την γνώρισε . Ήταν η κυρά-Σταυρούλα η Μαούνου με τα 7 παιδιά, η γειτόνισσα τους, φίλη της μάνας του της συγχωρεμένης .
Όλοι τον γνώριζαν και σέβονταν την γνώση του , τον πατερικά μπολιασμένο του λόγο , την αστείρευτη μνήμη του . Χωρία ολόκληρα από την Καινή και την Παλαιά , από το ψαλτήρι συνέχεια διάνθιζαν τα ρήματά του . -Πώς τα θυμάστε όλα τούτα κύριε Αχιλλέα ;τον ρωτούσαν με θαυμασμό συνεχώς οι κυρίες που διακονούσαν στο βιβλιοπωλείο . –Δίνει ο Κύριος αδελφές μου ! Όλα δικά Του ! Πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον, άνωθεν εστί καταβαίνον εκ σου του Πατρός των φώτων! Έτσι έλεγε μα είχε και κείνος την δική του… αχίλλειο πτέρνα … Συζητούσε μόνο με ανθρώπους του κύκλου του , της Εκκλησίας που λένε .. Δεν έδινε και πολλές κουβέντες σε άλλους , τους εκτός …Δεν το έκανε επίτηδες , απλά δεν του έβγαινε ..Κάποτε το ανέφερε και στον Πνευματικό του , αλλά μέχρι εκεί ..Δεν έκανε και τίποτα κακό , απλά αναζητούσε ένα επίπεδο , μια ανώτερη σκέψη που θα βοηθούσε κι εκείνον να ξεδιπλώσει τις χάρες του , να θυμηθεί τις χιλιάδες σελίδες που τόσα χρόνια αξεδίψαστα μελετούσε εις ωφέλειαν ψυχής…
Κύλησαν περίπου δυο ώρες εκείνο το πρωινό στο βιβλιοπωλείο της Μητροπόλεως . Ενημερώθηκε για τις νέες εκδόσεις και αποφάσισε ποιο βιβλίο θα τον συντρόφευε τις επόμενες μέρες , μιας και ο Κύριος Αχιλλέας ήταν αληθινός βιβλιοφάγος! Ό,τι αξιόλογο έπιανε στα χέρια του πάντα το τελείωνε απνευστί και πολλές φορές το ξαναδιάβαζε κρατώντας σημειώσεις και παρατηρήσεις πάνω του …Γι αυτό και ποτέ του δεν δάνειζε βιβλία ! Τα ήθελε όλα εύκαιρα στην τεράστια βιβλιοθήκη του …Μην χρειαστεί κάτι να θυμηθεί , να απαντήσει σε μια ερώτηση αδελφού , να αρθρογραφήσει στον εκκλησιαστικό τύπο …Πήγε να πληρώσει το νέο του πολυσέλιδο απόκτημα, όταν στο βιβλιοπωλείο μπήκε μια γιαγιούλα με την μαγκουρίτσα της . Αργά –αργά , καλημέρισε και περίμενε τον Κύριο Αχιλλέα να τελειώσει με τα δικά του στο ταμείο . Εκείνος την γνώρισε . Ήταν η κυρά-Σταυρούλα η Μαούνου με τα 7 παιδιά, η γειτόνισσα τους, φίλη της μάνας του της συγχωρεμένης .
–Θεία Σταυρούλα τι κάνεις ; Δεν με θυμάσαι ;
-Παιδάκι μου , Αχιλλέα μου εσύ είσαι ; Πόσο καιρό έχω να σε δώ ; Από τότε που κατέβηκες εδώ στην πόλη απ το χωριό δεν σε βλέπουμε και συχνά ..Τι κάνεις καμάρι μου ;
-Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν Θειά !
– Εμείς γεράσαμε πολύ ! Βλέπεις παιδάκι μου , τα πόδια μου δεν μπορώ να πάρω ! Είχαμε πάει στην Ευαγγελίστρια να βάλουμε κερί , γιατί ούτε στην γιορτή Της δεν αξιώθηκα φέτος να έρθω ! Στο κρεβάτι ήμουν άρρωστη με κρύωμα βαρύ ! Μα σήμερα που είδα ήλιο και μέρα σαν Λαμπρή , παρακάλεσα την κόρη μου την μικρή και με πήγε με τ αυτοκίνητο ..Πετάχτηκε εδώ στην μοδίστρα για λίγο και βρήκα ευκαιρία να έρθω γιατί κάτι θέλω ν αγοράσω από το βιβλιοπωλείο μας ! Να ναι καλά ο Δεσπότης μας που το φτιαξε παιδάκι μου ! Όλο φως έχει εδώ μέσα !
–Και τι θα αγοράσεις Θειά Σταυρούλα μου ;
-Παιδάκι μου μια Καινή Διαθήκη θέλω , γιατί εκείνη που είχα την παλιά , την δώρισα σε μια ανηψιά μου , την Ζωή που χήρεψε , της Καλής την κόρη …Της την έδωσα να παρηγορηθεί και έτσι έμεινα χωρίς Καινή Διαθήκη …
-Μελετάς τον λόγο του Θεού θειά Σταυρούλα !
Μπράβο σου ! Είσαι μακάρια , ευλογημένη ! της αποκρίθηκε ο Αχιλλέας που όμως γνώριζε πολύ καλά ότι η Θειά Σταυρούλα ήταν ολότελα αγράμματη ..Ούτε το όνομά της δεν ήξερε ! Μα εκείνος με περισσή διάκριση φρόντισε να της αποδώσει τα εύσημα και να την μακαρίσει...
-Τι να μελετήσω παιδάκι μου Αχιλλέα , αφού ξέρεις και συ πως γράμματα δεν έμαθα ποτές μου ! Πολύ το ήθελα , αλλά φτώχεια τότε στα χρόνια μας , μόνο δουλειά τίποτ άλλο ! Αλλά και με 7 παιδιά ύστερα που καιρός για τέτοια!
- Τότε τι την θέλεις την Καινή διαθήκη Θειά ; ρώτησε ο Αχιλλέας . Η αλήθεια είναι πως ήθελε απ την αρχή να την ρωτήσει την Θειά Σταυρούλα , μα συγκρατήθηκε ! Τι να την κάνει η αγράμματη γραία την Καινή διαθήκη με την ερμηνεία του Τρεμπέλα , του αγαπημένου του ερμηνευτή ..Αφού ούτε το εξώφυλλο δεν μπορούσε να αναγνώσει … Τώρα λοιπόν που εκείνη του έδωσε το πάτημα την ρώτησε ….
-Τι την θέλεις την Καινή Διαθήκη Θειά –Σταυρούλα ;
-Άκουσε Αχιλλέα μου , εγώ ούτε την υπογραφή μου δεν ξέρω να βάνω …Με σταυρό υπογράφω ! Γελάνε μαζί μου παιδάκι μου ! Δεν τους κατηγορώ ! Δίκιο έχουνε! Την Αγία Γραφή την εθέλω γιατί κάθε βράδυ την σφιχταγκαλιάζω , πάω μπροστά στον αφέντη Χριστό εκεί στην γωνίτσα μου , που του έχω αναμμένο συνέχεια το καντήλι και του λέω : Ιησού μου Εσταυρωμένε , όλα τούτα τα άγια λόγια που χεις εδώ γραμμένα , σε παρακαλώ γράψτα πάνω στην καρδιά μου , που είμαι αγράμματη και αμαρτωλή !
Έμειναν όλοι να την κοιτούν αποσβολωμένοι , ως ιχθύες άφωνοι ! Ιδίως ο συνήθως πολύφθογγος Αχιλλέας που ένιωσε εκείνη την στιγμή την παντοτινά αξέχαστη , να μην χρειάζεται πλέον τίποτ άλλο να διαβάσει , τίποτ άλλο να αποστηθίσει , τίποτ άλλο να πει ..Έσκυψε και της φίλησε το χέρι … Ψέλλισε ένα ευχαριστώ και βγήκε βιαστικά στον μυρωμένο αέρα ! Στέγνωνε εκείνος τα μάτια του , που δεν σταμάτησαν για ώρες να υγραίνονται , κάθε φορά που έφερνε στο στόμα του την προσευχή της ταπεινής γριάς . Θέλησε λίγο να την παραλλάξει για τον εαυτό του : Ιησού μου Εσταυρωμένε όλα τούτα τα άγια λόγια που είναι γραμμένα μόνο στο μυαλό μου , γράψτα σε παρακαλώ πάνω στην καρδιά μου που είναι άνυδρη και ξερική! Σπλαχνίσου με Κύριε και μη με παραδειγματίσεις !
Την ευχή σου Θειά –Σταυρούλα !
Εσένα διάλεξε ο Θεός …
-Παιδάκι μου , Αχιλλέα μου εσύ είσαι ; Πόσο καιρό έχω να σε δώ ; Από τότε που κατέβηκες εδώ στην πόλη απ το χωριό δεν σε βλέπουμε και συχνά ..Τι κάνεις καμάρι μου ;
-Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν Θειά !
– Εμείς γεράσαμε πολύ ! Βλέπεις παιδάκι μου , τα πόδια μου δεν μπορώ να πάρω ! Είχαμε πάει στην Ευαγγελίστρια να βάλουμε κερί , γιατί ούτε στην γιορτή Της δεν αξιώθηκα φέτος να έρθω ! Στο κρεβάτι ήμουν άρρωστη με κρύωμα βαρύ ! Μα σήμερα που είδα ήλιο και μέρα σαν Λαμπρή , παρακάλεσα την κόρη μου την μικρή και με πήγε με τ αυτοκίνητο ..Πετάχτηκε εδώ στην μοδίστρα για λίγο και βρήκα ευκαιρία να έρθω γιατί κάτι θέλω ν αγοράσω από το βιβλιοπωλείο μας ! Να ναι καλά ο Δεσπότης μας που το φτιαξε παιδάκι μου ! Όλο φως έχει εδώ μέσα !
–Και τι θα αγοράσεις Θειά Σταυρούλα μου ;
-Παιδάκι μου μια Καινή Διαθήκη θέλω , γιατί εκείνη που είχα την παλιά , την δώρισα σε μια ανηψιά μου , την Ζωή που χήρεψε , της Καλής την κόρη …Της την έδωσα να παρηγορηθεί και έτσι έμεινα χωρίς Καινή Διαθήκη …
-Μελετάς τον λόγο του Θεού θειά Σταυρούλα !
Μπράβο σου ! Είσαι μακάρια , ευλογημένη ! της αποκρίθηκε ο Αχιλλέας που όμως γνώριζε πολύ καλά ότι η Θειά Σταυρούλα ήταν ολότελα αγράμματη ..Ούτε το όνομά της δεν ήξερε ! Μα εκείνος με περισσή διάκριση φρόντισε να της αποδώσει τα εύσημα και να την μακαρίσει...
-Τι να μελετήσω παιδάκι μου Αχιλλέα , αφού ξέρεις και συ πως γράμματα δεν έμαθα ποτές μου ! Πολύ το ήθελα , αλλά φτώχεια τότε στα χρόνια μας , μόνο δουλειά τίποτ άλλο ! Αλλά και με 7 παιδιά ύστερα που καιρός για τέτοια!
- Τότε τι την θέλεις την Καινή διαθήκη Θειά ; ρώτησε ο Αχιλλέας . Η αλήθεια είναι πως ήθελε απ την αρχή να την ρωτήσει την Θειά Σταυρούλα , μα συγκρατήθηκε ! Τι να την κάνει η αγράμματη γραία την Καινή διαθήκη με την ερμηνεία του Τρεμπέλα , του αγαπημένου του ερμηνευτή ..Αφού ούτε το εξώφυλλο δεν μπορούσε να αναγνώσει … Τώρα λοιπόν που εκείνη του έδωσε το πάτημα την ρώτησε ….
-Τι την θέλεις την Καινή Διαθήκη Θειά –Σταυρούλα ;
-Άκουσε Αχιλλέα μου , εγώ ούτε την υπογραφή μου δεν ξέρω να βάνω …Με σταυρό υπογράφω ! Γελάνε μαζί μου παιδάκι μου ! Δεν τους κατηγορώ ! Δίκιο έχουνε! Την Αγία Γραφή την εθέλω γιατί κάθε βράδυ την σφιχταγκαλιάζω , πάω μπροστά στον αφέντη Χριστό εκεί στην γωνίτσα μου , που του έχω αναμμένο συνέχεια το καντήλι και του λέω : Ιησού μου Εσταυρωμένε , όλα τούτα τα άγια λόγια που χεις εδώ γραμμένα , σε παρακαλώ γράψτα πάνω στην καρδιά μου , που είμαι αγράμματη και αμαρτωλή !
Έμειναν όλοι να την κοιτούν αποσβολωμένοι , ως ιχθύες άφωνοι ! Ιδίως ο συνήθως πολύφθογγος Αχιλλέας που ένιωσε εκείνη την στιγμή την παντοτινά αξέχαστη , να μην χρειάζεται πλέον τίποτ άλλο να διαβάσει , τίποτ άλλο να αποστηθίσει , τίποτ άλλο να πει ..Έσκυψε και της φίλησε το χέρι … Ψέλλισε ένα ευχαριστώ και βγήκε βιαστικά στον μυρωμένο αέρα ! Στέγνωνε εκείνος τα μάτια του , που δεν σταμάτησαν για ώρες να υγραίνονται , κάθε φορά που έφερνε στο στόμα του την προσευχή της ταπεινής γριάς . Θέλησε λίγο να την παραλλάξει για τον εαυτό του : Ιησού μου Εσταυρωμένε όλα τούτα τα άγια λόγια που είναι γραμμένα μόνο στο μυαλό μου , γράψτα σε παρακαλώ πάνω στην καρδιά μου που είναι άνυδρη και ξερική! Σπλαχνίσου με Κύριε και μη με παραδειγματίσεις !
Την ευχή σου Θειά –Σταυρούλα !
Εσένα διάλεξε ο Θεός …