του π. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Πόσο
εύκολο στις ανθρώπινες σχέσεις είναι να μην μας κατατρώγει ο λογισμός
εις βάρος του συνανθρώπου μας; Ο λογισμός πηγάζει από το ανικανοποίητο
της επιθυμίας μας ο άλλος να είναι όπως τον θέλουμε, να μας φέρεται όπως
θέλουμε, να υποχωρεί για να είναι η σχέση μας όπως τη θέλουμε ή να
υποκύπτει στο δικό μας θέλημα, ακόμη κι αν δεν είναι για μας.
Διότι
υπάρχουν άνθρωποι με τους οποίους δεν είναι εφικτή η ανάπτυξη σχέσεων.
Δεν ταιριάζουμε οι άνθρωποι με όλους. Και δεν είναι κακό αυτό. Είμαστε
διαφορετικοί. Μέσα στη διαφορετικότητά μας δεν μπορούμε να αναπτύξουμε
αυθεντική κοινωνία μαζί τους, όσο κι αν το επιθυμούμε. Απουσιάζει η
αμοιβαιότητα. Ο λογισμός αναπτύσσεται όταν επιθυμούμε με τον δικό μας
τρόπο την αμοιβαιότητα, αλλά βλέπουμε ότι αυτή δεν καθίσταται εφικτή.
Έτσι μέσα μας δρα η ιδέα ότι οι άλλοι όχι μόνο μας απορρίπτουν, αλλά και
μας καταδιώκουν. Οι άλλοι μας υποτιμούν και μας υποβαθμίζουν.
Αν
μάλιστα, μία τέτοια σκέψη επιβεβαιώνεται από την πραγματικότητα, διότι η
διαφορετικότητα γεννά αντιθέσεις, τα συμφέροντα γεννούν αντιπαλότητες, η
αίσθηση της εξουσίας γεννά αισθήματα υπεροχής έναντι των άλλων και
διάθεση επιβολής στην πράξη, τότε οι λογισμοί θεριεύουν.
Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Ρωμαίους, μεταφράζει τον
λόγο του Χριστού για την αγάπη προς τους εχθρούς ως εξής: «Ευλογείτε τους διώκοντας υμάς, ευλογείτε και μη καταράσθε» (Ρωμ. 12,
14). «Να προσεύχεστε για το καλό των διωκτών σας, να ζητάτε την ευλογία
του Θεού γι’ αυτούς και να μην τους καταριέστε». Πόσο εφικτό είναι
αυτό; Να αφήσουμε κατά μέρος την αντιπάθεια του λογισμού, να μην του
επιτρέπουμε να κυριεύει την καρδιά μας και όχι μόνο αυτό, μέσα από αυτήν
να προσευχόμαστε στον Θεό για όσους μας καταδιώκουν, δηλαδή να κάνουμε
την ύψιστη πράξη αγάπης, αντί να ζητούμε την προστασία του Θεού και την
υπεράσπισή Του, να ζητούμε να δείξει την αγάπη Του για αυτούς, είτε
φωτίζοντάς τους να μετανοήσουν είτε να αλλάξουν στάση είτε να καταλάβουν
τι ζητά ο Θεός και από εκείνους και από μας. Η άρνηση της κατάρας γι’
αυτούς συνεπάγεται την άρνηση της εκδίκησης από εμάς, την προτίμηση της
συγχώρεσης, την εναπόθεση της πορείας της ζωής μας στην αγάπη. Είναι
στάση που φαίνεται παράδοξη, όμως είναι η στάση του Θεού έναντι των
ανθρώπων, η στάση της αγάπης, της θυσίας, του σταυρού και της ανάστασης.
Φαντάζει εκτός της πραγματικότητας της εποχής μία τέτοια
στάση. Βία, εκδίκηση, χωρισμός της ζωής σε δικαιοσύνη και αδικία, όπου
δίκαιο είναι το θέλημά μας ή ό,τι έχει να κάνει με το συμφέρον μας ή
στην καλύτερη περίπτωση, δίκαιο είναι ό,τι συμφέρει στην επικρατούσα
κατάσταση, στο politically correct του κόσμου.
Δίκαιο είναι να χαιρόμαστε τη ζωή και οι άλλοι να μας διακονούν. Δίκαιο
είναι να έχουν όλοι ίσες ευκαιρίες, αλλά αν μπορούμε να αρπάξουμε τη
δική μας, δεν μας ενδιαφέρει για τους άλλους. Δίκαιο είναι να μπορούμε
να απολαύσουμε ό,τι επιθυμούμε και η απαίτηση ο κόσμος και η κοινωνία να
συνηγορήσουν. Δίκαιο είναι αυτό που εμείς έχουμε στο μυαλό μας, το δικό
μας όνειρο, η δική μας διαχείριση της κατάστασης και των συναισθημάτων,
ακόμη κι αν υπάρχει αδιαφορία για το πώς οι άλλοι βλέπουν και ζούνε τη
ζωή. Αυτή η νοοτροπία της εποχής μας δεν αφήνει περιθώρια ούτε για αγάπη
ούτε για συγχώρεση και μεταποιεί τον Θεό σε υπηρέτη των δικών μας
συμφερόντων και αντιλήψεων.
Ο διάβολος παίζει με τους λογισμούς μας. Μας θολώνει τον νου και
τον αιχμαλωτίζει με την αίσθημα αυτού του δικαίου. Και η εποχή μας
υποτάσσεται στο πνεύμα του και στο κοσμοείδωλό του. Από την άλλη η πίστη
φαντάζει ανίσχυρη να επικρατήσει, διότι το δίκαιο και το άδικο έχουν
συλλογική και συνολική κάλυψη ενώ η πίστη είναι οδός πρώτα προσωπική και
στη συνέχεια συλλογική. Μόνο που οι συλλογικότητες της πίστης, αν
θελήσουν να μπούνε στο παιχνίδι της εξουσίας, δε θα μπορέσουν ποτέ να
επικρατήσουν αν δεν ασκήσουν τη βία και την υποταγή.
Ο Χριστός νίκησε
και νικά με την αγάπη και τη συγχώρεση. Μόνο που αυτό είναι ένα μήνυμα
κατεξοχήν προσωπικό, το οποίο μπορεί να γεννήσει κοινότητες που
πιστεύουν και παλεύουν για την εφαρμογή του. Πρόσωπα και κοινότητες που
θα πάνε κόντρα στον καιρό. Μα που θα έχουν αναπαυμένη συνείδηση και
αίσθηση υπακοής στο θέλημα του Θεού και την αγάπη Του. Πρόσωπα και
κοινότητες που θα ζούνε τον σταυρό τη αγάπης και την ελπίδα της
ανάστασης και την ίδια στιγμή εκείνη την εσωτερική παρηγοριά που χαρίζει
η δύναμη της πίστης και η χάρις του Πνεύματος σε όσους προχωρούνε,
νικώντας τους λογισμούς τους.
Ας αφήσουμε τους κακούς λογισμούς κατά μέρος. Ας προχωρήσουμε
όπως ο Θεός θέλει. Με αγάπη και συγχώρεση. Ας αποκρούσουμε με την
προσευχή και τη ζωή της Εκκλησίας τις επιθέσεις του πονηρού. Και ας
αφήσουμε στον Θεό να καταδείξει το δίκαιο και το άδικο, δια της οδού της
αγάπης. Αυτό είναι και το αυθεντικό νόημα της πίστης. Δρόμος δύσκολος,
μα δρόμος ζωής αιωνίου. Και ας μη λυγίσουμε στις φωνές που απαιτούν τον
τρόπο του κόσμου να είναι και ο δικός μας τρόπος. Εμπιστευόμενοι τον
Θεό, θα αντέξουμε. Και δείχνοντας και ζώντας παραδειγματικά αυτόν τον
δρόμο, θα δείξουμε, όπως οι άγιοι ότι είναι εφικτός. Και ας είμαστε οι
λίγοι.